Μεταρρυθμίσεις σαν τον νόμο Διαμαντοπούλου μπορεί να μην έχουν άμεσο δημοσιονομικό όφελος, είναι αναγκαίες όμως για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της χώρας.
Δεν ήταν κακή η ομιλία του πρωθυπουργού στη Βουλή για τα θέματα Παιδείας. Ηταν χειρότερη. Για την ακρίβεια ήταν ό,τι να ’ναι. Ενα συμπίλημα ιδεοληψιών βγαλμένο απευθείας από τα σημειώματα των ιδεοληπτικών του υπουργών. Δηλαδή αν ο υπουργός Παιδείας πιστεύει ότι τα επιδιασκόπια και οι προτζέκτορες είναι του σατανά, δεν θα λέει ο πρωθυπουργός ότι τα λάπτοπ (στα οποία, ειρήσθω εν παρόδω, συνδέονται οι προτζέκτορες) ανοίγουν την πόρτα της κόλασης;
Να θυμίσουμε ότι ο υπουργός αναχρονισμού της Παιδείας κάποτε έγραψε ότι «η κιμωλία και ο πίνακας είναι οργανική επέκταση (σ.σ.: της καλής διδακτικής σχέσης). Ακόμη κι αν -ή επειδή- είναι κακής ποιότητας και λερώνουν. Προτζέκτορες, επιδιασκόπια και λοιπά υποκατάστατα αποστειρώνουν τη διδακτική σχέση. Την εξαϋλώνουν τείνοντας τελικά να την καταργήσουν» (Αριστείδης Μπαλτάς, «Η διδακτική σχέση», Αυγή 6.4.2014) Δεν είναι συνέχεια της ίδιας αντίληψης με άλλα μέσα η αναφορά του πρωθυπουργού :«Είμαι της άποψης ότι η χρήση τεχνολογίας να μπει στη ζωή μας, αλλά αν είναι έτσι να καταργήσουμε τα παραβάν κ.λπ. και τότε να ψηφίζουμε όλοι από το λάπτοπ μας. Με την ηλεκτρονική ψηφοφορία αφήνονται τα ηλεκτρονικά ίχνη, μπορεί να είναι στη διάθεση κάθε ενδιαφερόμενου, δεν διασφαλίζεται το απόρρητο. Δεν υπάρχει κάποιος να μετρά τις ψήφους, αλλά ένας σέρβερ» (Βουλή 8.5.2015);
Κάποιοι πιστεύουν ότι ο κ. Τσίπρας, αφού κατανόησε ότι δεν μπορεί να κάνει αριστερολαϊκιστικές μαγκιές με τα δανεικά των εταίρων θα κάνει «αριστερή» πολιτική σε κάθε τομέα που δεν έχει δημοσιονομικό κόστος. Π.χ. θα δώσει τα ΑΕΙ βορά στους επαναστατημένους του ΣΥΡΙΖΑ. Ομως για να επιτευχθεί αυτό, πρέπει να αποκλειστεί η συμμετοχή του μεγαλύτερου μέρους των ακαδημαϊκών από τις εκλογές. Αυτό το εξασφάλιζε η ηλεκτρονική ψηφοφορία που γίνεται μακριά από τις αδιάκριτες γροθιές των τραμπούκων που διαφέντευαν τα πανεπιστήμια.
Ετσι είναι πιθανόν ότι ο κ. Τσίπρας δηλώνει τεχνοφοβικός για να αφήσει τα ΑΕΙ για να παίζει η «αριστερά της αριστεράς». Εύλογο συμπέρασμα, διότι μπορεί ο 72χρονος υπουργός Παιδείας (που μεγάλωσε στο σκονισμένο περιβάλλον με την κιμωλία και τον μαυροπίνακα) να μην καταλαβαίνει «Τι λένε τα κομπιούτερς και οι αριθμοί», αλλά δεν μπορεί ένας σαραντάρης πρωθυπουργός ευρωπαϊκής χώρας (που τέλειωσε μάλιστα το Πολυτεχνείο) να μιλά σαν κάποιους ημιπαράφρονες γέροντες οι οποίοι επιχειρηματολογούν ότι ο Αντίχριστος κρύβεται σε μικροτσιπάκια. Αν ισχύουν τα παραπάνω, τότε ο κ. Τσίπρας κάνει πάλι λάθος, και σε ό,τι αφορά το εσωκομματικό παίγνιο. Κάποιοι χρησιμοποιούν τους ακαδημαϊκούς χώρους, με την συμβολική σημασία που έχουν, για να υπαγορεύσουν περίεργες πολιτικές στην κυβέρνησή του. Μην ξεχνάμε τη δεκαπενθήμερη κατάληψη της Πρυτανείας του Πανεπιστημίου Αθηνών από 19 άτομα ύποπτης προέλευσης· αυτό τουλάχιστον δήλωσαν στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, και μάλιστα ζητούσαν από την ΕΥΠ να ελέγξει από πού κρατάει η σκούφια τους.
Ασχέτως όμως του τι θα συμβεί εντός του ΣΥΡΙΖΑ, ελλοχεύει ένας μεγαλύτερος κίνδυνος για την χώρα: η επανάληψη του φαινομένου «ούτε αλλάζουμε, ούτε βουλιάζουμε». Μεταρρυθμίσεις σαν τον νόμο Διαμαντοπούλου μπορεί να μην έχουν άμεσο δημοσιονομικό όφελος, είναι αναγκαίες όμως για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της χώρας. Αν δεν προχωρήσουν, μπορεί να παραμείνουμε ως νεκροζώντανοι και φτωχοί στον πυρήνα της Ευρώπης. Οι μεταρρυθμίσεις δεν γίνονται για τις δόσεις, όπως έγινε κοινός τόπος στον δημόσιο διάλογο, με αποτέλεσμα να ψηφίζονται και μετά πονηρώς να αναιρούνται ώστε τελικώς να χρειαζόμαστε κι άλλες δόσεις. Αν δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ εκλογικευτεί μερικώς και η κυβέρνηση περάσει κάποια συμφωνία, αυτό θα είναι δώρο άδωρο για την Ελλάδα. Χωρίς βαθιές τομές η οικονομική μας μιζέρια θα ανακυκλώνεται διαρκώς.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 10.5.2015