Τα διδάγματα από την ενοποίηση της Ιταλίας δεν είναι ενθαρρυντικά για τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου. Ειδικά σε ό,τι αφορά τη «φαουστική συμφωνία» για τη διατήρηση των προνομίων που έχουν οι τοπικοί βαρώνοι…
Η ιταλική ενοποίηση του 19ου αιώνα δεν έσωσε από την υπανάπτυξη τη Νότια Ιταλία. Δεν μπορεί να σταθμίσει κανείς επακριβώς αν το ενιαίο ιταλικό κράτος διεύρυνε το χάσμα μεταξύ του βιομηχανικού Βορρά με τον αγροτικό Νότο. Πιθανότατα εξαιτίας της τεράστιας τεχνολογικής ανάπτυξης στον 20ό αιώνα ο Νότος να ήταν καταδικασμένος στην υπανάπτυξη, και η ενοποίηση της Ιταλίας (με τις επακόλουθες μεταβιβαστικές πληρωμές από τον Βορρά) να μείωσε ένα χάσμα που ήταν εκ των πραγμάτων αναπόφευκτο.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι πιο συντηρητικές από τη φύση τους αγροτικές κοινωνίες αντιστέκονται στις αναγκαίες για τη μεγέθυνση του πλούτου αλλαγές και γι’ αυτό υστερούν σε σχέση με τις βιομηχανικές. Το ερώτημα είναι αν αυτές οι αλλαγές μπορούν –κατά κάποιο τρόπο– να επιβληθούν από τα πάνω ή αν η Ιστορία χρειάζεται τον χρόνο της (και το κόστος της: οικονομικό, ανθρώπινο κ.λπ.) για να φτιάξει ευημερούσες κοινωνίες.
Τον 19ο αιώνα υπήρχε συναίνεση –στη Δύση, εννοείται– ως προς τον πρώτο δρόμο. Ακόμη και ο Καρλ Μαρξ έγραφε στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο ότι «η αστική τάξη έπαιξε στην ιστορία ένα ρόλο εξαιρετικά επαναστατικό… Με τη γρήγορη βελτίωση όλων των εργαλείων παραγωγής, με την απεριόριστη διευκόλυνση των επικοινωνιών, η αστική τάξη τραβάει στον πολιτισμό όλα, ακόμα και τα πιο βάρβαρα έθνη… Αναγκάζει όλα τα έθνη να δεχτούν τον αστικό τρόπο παραγωγής, αν δεν θέλουν να χαθούν. Τα αναγκάζει να εισαγάγουν στη χώρα τους τον λεγόμενο πολιτισμό, δηλαδή να γίνουν αστοί. Με μία λέξη, δημιουργεί έναν κόσμο “κατ’ εικόνα της”».
Η συναίνεση αυτή, ως προς τον στόχο, ακόμη υπάρχει. Σχεδόν ουδείς –πλην κάποιων της παλαβής Αριστεράς– ονειρεύεται να ζήσει στη Βενεζουέλα. Ολοι προτιμούν την ευημερία των ΗΠΑ ή της Γερμανίας. Το ερώτημα είναι με ποια μέσα μπορεί να γίνει αυτό. Πώς μπορούν να μεταφυτευθούν οι πιο παραγωγικοί θεσμοί σε υπανάπτυκτες χώρες;
Ο πιο αναίμακτος δρόμος εξέλιξης που γνωρίσαμε στην ιστορία είναι το ευρωπαϊκό πείραμα. Αυτό, κατά τον ιταλικής καταγωγής καθηγητή του Πανεπιστημίου του Σικάγου Luigi Zingales, δεν είχε μόνο τον διακηρυγμένο στόχο «να αποφευχθούν οι πόλεμοι στην Ευρώπη». Υπήρχε και το υπόγειο αίτημα κάποιων χωρών του Νότου –ή έστω των ελίτ τους– «να δανειστούν “ανώτερους” θεσμούς» από τον Βορρά. Αυτό ήταν εμφανές για Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία, που είδαν την ΕΟΚ ως εχέγγυο ότι η Δημοκρατία τους δεν θα κινδυνεύσει ξανά από κολονέλους. Χωρίς την Ε.Ε. τα εθνικά λόμπι των βιομηχάνων θα μπορούσαν να υπονομεύσουν τις συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου, έτσι ώστε να διασφαλίζουν διά του προστατευτισμού τα κέρδη τους.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι η επιβολή νέων θεσμών πολλές φορές προσκρούει σε υπάρχουσες νοοτροπίες και πρακτικές, οι οποίες δεν αλλάζουν με τους νέους θεσμούς, αλλά αντιθέτως τους υπονομεύουν. Χειρότερα: αυτές τις κατεστημένες νοοτροπίες χρησιμοποιούν τα πιο καθυστερημένα τμήματα των εγχώριων ελίτ έτσι ώστε να να δημιουργείται κοινωνική αντίσταση στις αλλαγές, και οι βαρώνοι του παρελθόντος να διατηρούν ανέπαφα τις προνομίες τους.
Μιλώντας προ ημερών (14.4.2014) στο Μέγαρο Μουσικής, ο Luigi Zingales παρουσίασε διάφορους δείκτες που παρουσιάζουν τη διαφορά νοοτροπίας που υπάρχει ανάμεσα σε Νότια, Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη. Εμφανίζονται μεγάλες διαφορές: από τον αριθμό των απλήρωτων κλήσεων της τροχαίας των διπλωματικών αυτοκινήτων στην έδρα του ΟΗΕ μέχρι τον βαθμό εμπιστοσύνης που παρουσιάζουν μεταξύ τους οι ευρωπαϊκοί λαοί. Τέτοιες διαφορές υπάρχουν μεταξύ των πολιτειών στις ΗΠΑ, αλλά μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών είναι οξύτερες.
Αντίστοιχες διαφορές υπήρχαν κατά τον κ. Zingales και στην Ιταλία του 19ου αιώνα («μόνο 10% του πληθυσμού μιλούσε τότε ιταλικά») όταν αποφασίστηκε για πολιτικούς λόγους η ενοποίηση της χερσονήσου. Το τρομακτικό για τον Ιταλό καθηγητή είναι ότι βλέπει πολλές ομοιότητες στη διαδικασία της ιταλικής ενοποίησης με την ευρωπαϊκή. «Και οι δύο», είπε, «ήταν κινήσεις των ελίτ που επιβλήθηκαν σε μια διστακτική αδαή πλειοψηφία· έχουν την ίδια συγκεντρωτική προσέγγιση· επιβάλλονται από τον Βορρά στον Νότο· δημιούργησαν μια ατελή νομισματική ένωση· είχαν σοβαρό δημοκρατικό έλλειμμα».
Το χειρότερο δε όλων είναι το γεγονός ότι, κάποια στιγμή, οι ελίτ του Βορρά κατανόησαν ότι οι πιο παραγωγικοί θεσμοί δεν μπορούσαν να εμφυτευτούν στον Νότο και ότι το κόστος ενοποίησης γινόταν υπερβολικά υψηλό (τότε ήταν με στρατιωτικούς όρους: η νεοπαγής παν-ιταλική κυβέρνηση έπρεπε να στείλει 120.000 στρατιώτες για να διατηρήσουν την τάξη, ιδίως στη Σικελία). Οταν λοιπόν το κόστος έγινε ασύμφορο, η κυβέρνηση του Βορρά έκανε μια –κατά τον Zingales– «φαουστική συμφωνία» με τους βαρώνους του Νότου. Κατά κάποιον τρόπο παρέδωσε την εξουσία (και τη διατήρηση της τάξης) στην τοπική μαφία και στους τοπικούς βαρώνους με αντάλλαγμα να μη δημιουργούν προβλήματα. Κι έτσι δημιουργήθηκε το εξής παράδοξο: το μέρος των στρατευμάτων του Βορρά που έμεινε στη Νότια Ιταλία, μετά τη «φαουστική συμφωνία» με τους βαρώνους, αντί να επιβάλει τους νέους θεσμούς, έγινε ο εγγυητής αναπαραγωγής του παλιού μοντέλου. Συντήρησε το φεουδαρχικό σύστημα και τα προνόμια που είχαν οι ομάδες συμφερόντων –ή, κατά την ιαπωνική έκφραση, τα «ζαϊμπάτσου»– του Νότου.
Αυτού του τύπου τη «φαουστική συμφωνία» φοβάται ότι κάνει τώρα ο ευρωπαϊκός Βορράς με τους βαρώνους του Νότου (χωρίς μάλιστα να αναφέρει τίποτε για τους «Αγανακτισμένους» της πλατείας Συντάγματος που εξαφανίστηκαν εντελώς ξαφνικά). «Η επιθυμία των πιστωτών δεν είναι να βελτιώσουν την Ελλάδα ή την Ιταλία, αλλά απλώς να μη δημιουργούν αυτές οι χώρες προβλήματα στην Ενωση… Το πραγματικό δίλημμα του Βορρά δεν είναι μεταξύ μιας ευημερούσας και μιας νεκρής οικονομίας του Νότου. Είναι μεταξύ μιας ζωντανής και μιας νεκρής οικονομίας». Θέλουν τους δανειολήπτες ζωντανούς, αλλά δεν θα μπουν στον κόπο να επιβάλουν τους μακροχρόνια παραγωγικούς θεσμούς. Σήμερα η Ε.Ε. ασκεί (διά της ΕΚΤ) μια πολιτική τέτοια ώστε να μη δημιουργείται πρόβλημα στον Νότο ώστε να μη δημιουργεί κι αυτός με τη σειρά του πρόβλημα στην Ενωση. Αλλά δεν ασκούν αρκετή πίεση για να επιβληθούν πραγματικές μεταρρυθμίσεις. Αυτό το τελευταίο πρέπει να διαισθάνεται η κυβέρνηση, αν κρίνουμε από το γεγονός ότι ξηλώνει όποιες μεταρρυθμίσεις έγιναν με κόπο και ιδρώτα τα τελευταία χρόνια.
«Οι μεραρχίες του Ντράγκι», όπως χαριτολογεί ο Zingales, για τις παρεμβάσεις της ΕΚΤ, πέτυχαν (έστω βραχυπρόθεσμα) τον σκοπό τους: οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου δανείζονται πάλι όπως παλιά, αλλά το σύστημα της υπανάπτυξης των παραμένει ανέπαφο, αν δεν ισχυροποιείται λόγω ακριβώς αυτών των παρεμβάσεων της ΕΚΤ. Οι βαρώνοι και τα «ζαϊμπάτσου» του Νότου κρατούν τα προνόμια που αποτελούν εμπόδιο στην παραγωγική ανάπτυξη του τόπου τους, αλλά δεν δημιουργούν προβλήματα και όλοι είναι ευχαριστημένοι.
Για τον Zingales, αυτός ο αργός θάνατος θα είναι χειρότερος από την κρίση. Η έξοδος όμως κάποιας χώρα από το ευρώ θα ήταν καταστροφική. Γι’ αυτό προτείνει τη χαλαρή ομοσπονδιοποίηση της Ευρώπης, μια κοινότητα ανεξαρτήτων εθνών. «Για να επιβιώσει η Ενωση, πρέπει να επικεντρωθεί σε αυτά που κάνει καλά: στην ενιαία αγορά, στην προστασία των πολιτικών και ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων, στην κοινή άμυνα», που μπορεί να προσφέρει τεράστιες οικονομίες κλίμακας.
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Σικάγου προτείνει επίσης τρία άμεσα μέτρα για να θεραπευθούν τα προβλήματα των οικονομιών του Νότου από τη νομισματική ένωση: 1) Μεγαλύτερο πληθωρισμό, γύρω στο 4%. 2) Αληθινή τραπεζική ένωση, που θα αποτρέπει τις ισχυρές χώρες να σώζουν τις τράπεζες με τα λεφτά των φορολογουμένων τους, δημιουργώντας έτσι ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα για τις τράπεζες του Βορρά. 3) Κοινή πολιτική επιδότησης της ανεργίας, που θα πληρώνεται από ευρωπαϊκά κονδύλια, έτσι ώστε η Ε.Ε. να αποκτήσει κοινωνικό πρόσωπο και να μην πιστεύουν οι πολίτες ότι αφορά μόνο τις τράπεζες.
Info
Zingales Luigi , Βαγιανός Δημήτρης , Βέττας Νίκος, «Πού βαδίζει η Ευρώπη;»Το βίντεο της εκδήλωσης στο http://www.blod.gr/lectures/Pages/viewlecture.aspx?LectureID=1363
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 4.5.2014