Στον δυτικό κόσμο υπάρχει δικαίωμα λόγου. Στην Ελλάδα η υποχρέωση στον σκασμό.
Σε όλο τον δυτικό κόσμο έχει κατοχυρωθεί το δικαίωμα του λόγου. Στην Ελλάδα έχει κατοχυρωθεί η υποχρέωση στον σκασμό. Το υπενθυμίζουν οι ακροδεξιοί σε ό,τι αφορά τους εθνικά ευαίσθητους μύθους: ο κ. Νίκος Δήμου είχε μια πρόσφατη εμπειρία, όπου η υποχρέωση στον σκασμό πήγαζε από το «δικαίωμα» των παιδιών στην ανώδυνη Ιστορία. Το ασκούν οι ακροαριστεροί που μπουκάρουν σε εκδηλώσεις και ζητούν από κάποιους να μην ομιλούν διότι «δεν δικαιούνται».
Από τον μεσαίο χώρο, η υποχρέωση στον σκασμό απευθύνεται συγκυβερνητικώς μόνο στον κ. Γιώργο Παπανδρέου. Το απαίτησε ρητώς η διαχρονικώς αντίπαλή του (ως βουλευτής της Ν.Δ.) Φωτεινή Πιπιλή, το ζήτησε η, ευνοημένη από τον ίδιο, υπουργός Εύη Χριστοφιλοπούλου.
Η αλήθεια είναι ότι ο πρώην πρωθυπουργός μιλάει πολύ ή έστω μιλάει περισσότερο από τον προκάτοχό του Κώστα Καραμανλή. Ομως, όσα λέει δεν κρίνονται ως περιεχόμενο· ζυγίζονται σύμφωνα με τις εικαζόμενες προθέσεις του. Σύμφωνα με μία θεωρία, που διακινούν πρωτίστως τα καφενεία των οκτώ, ο κ. Παπανδρέου κάτι θέλει· είτε να γίνει πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, είτε να κάνει νέο κόμμα, είτε –τέλος πάντων– κάτι ιδιοτελές. Συνεπώς «δεν δικαιούται διά να ομιλεί» και, προπαντός, να αναρωτηθεί «πώς είναι δυνατόν, με αυτά τα δεδομένα, η κυβερνητική συνεργασία να λειτουργεί επ’ ωφελεία της χώρας και των Ελλήνων; Οι ευθύνες της κυβέρνησης είναι προφανείς. Και η απομάκρυνση του κ. Μπαλτάκου δεν αρκεί».
Το άλλο κομμάτι της δήλωσής του, ότι δηλαδή «αυτή την εθνικά κρίσιμη στιγμή… η κυβέρνηση έπρεπε να κάνει τα πάντα προκειμένου να ανατρέψει αρνητικές πελατειακές, ακόμη και παρακρατικές πρακτικές του παρελθόντος. Αυτές δηλαδή που μας οδήγησαν στην κρίση και στην εξάρτηση της χώρας από τους πιστωτές μας: Τις γκρίζες πελατειακές εξαρτήσεις που υπερβαίνουν θεσμικές λειτουργίες, για να εξυπηρετήσουν μικροπολιτικές και άλλες σκοπιμότητες. Τις υπόγειες διαδρομές, που ταυτίζουν την εξουσία με τις πάσης φύσεως εξωθεσμικές ή παρακρατικές απολήξεις», δεν συζητείται καθόλου.
Ετσι, αντί να ερωτηθεί τι άλλο πρέπει να γίνει για να «ανατραπούν οι (καθ’ όλα υπαρκτές) αρνητικές πελατειακές, ακόμη και παρακρατικές πρακτικές του παρελθόντος», του ζητείται «να βγάλει τον σκασμό». Ετσι, αποφεύγει τη βάσανο να προτείνει κάτι ουσιαστικό και θεσμικό –και φυσικά επ’ ουδενί αναφερόμαστε σε πρόωρες εκλογές– για να κριθεί επί της προτάσεώς του. Αλλά, πάλι, πότε ζητήθηκαν προτάσεις στη Βουλή ή στα κανάλια για να ξεκινήσουμε τώρα;
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 5.4.2014