Οι νέοι τρομοκράτες πιθανότατα, νιώθουν κάτι σαν πρωταγωνιστές το «Πολύ σκληρός για να πεθάνει» (εξ ου και οι πολλές σφαίρες σε κάθε δολοφονία) αδυνατώντας να καταλάβουν ότι χύνουν πραγματικό αίμα.
Το ‘παν και το ‘καναν οι παράφρονες με τα κουμπούρια. Σε ένα από τα παραληρήματα τους (δημοσιεύτηκε ως προκήρυξη τον Φεβρουάριο του 2009, μετά την επίθεση στον τηλεοπτικό σταθμό «Αλτερ») έγραφαν: «Αν αντικρίζαμε κάποιο γνωστό δημοσιογράφο (…) να είναι σίγουροι πως μια από τις σφαίρες μας θα έβρισκε το κεφάλι του. Κύριοι δημοσιογράφοι, αυτή τη φορά ήρθαμε στην πόρτα σας, την επόμενη φορά όμως θα μας βρείτε στα σπίτια σας». Κι έτσι βρέθηκαν στο σπίτι τού, όχι και τόσο γνωστού δημοσιογράφου, Σωκράτη Γκόλια για να τον γαζώσουν με 13 σφαίρες. Βρήκαν έναν εύκολο στόχο, όπως αποδείχτηκε τελικά…
Αν δεν υπήρχε το αίμα, η υπόλοιπη προκήρυξη θα έπρεπε να προκαλεί ένα μειδίαμα συγκατάβασης. Μοιάζει περισσότερο με εργασία δευτεροετούς φοιτητή του Παντείου, ο οποίος εντυπωσιάστηκε από κάποια μεταμοντέρνα τσιτάτα και τα αναπαράγει χωρίς να έχει εμβαθύνει (π.χ. «η δημοσιογραφία δεν είναι μετάδοση γεγονότων, είναι η αναπαράσταση γεγονότων»). Αποτελεί ένα συνονθύλευμα συνωμοσιολογίας (π.χ. η φυλάκιση 8 εκδοτών για τη δημοσίευση προκήρυξης της Ε.Ο. 17Ν, έγινε για να κερδίσει η δημοσιογραφία την εμπιστοσύνη της κοινωνίας), συνονθύλευμα που δεν είναι σίγουρο ότι θα εντυπωσίαζε ούτε τους θαμώνες ενός καφενείου (π.χ. «η τηλεόραση όμως δεν επιβλήθηκε μόνο από την εξουσία. Η σχέση Μedia και τηλευπηκόοων δεν ήταν απλώς σχέση πομπού-δέκτη αλλά κι αντίστροφη. Οι τηλευπήκοοι αποζητούσαν περισσότερη αδρεναλίνη…)
Το πιο εντυπωσιακό όμως είναι η κληρονομιά του Χόλιγουντ σ’ αυτές της προκηρύξεις. Φράσεις, όπως «η ζωή ενός μπάτσου κοστίζει όσο και μια σφαίρα» ή «οι αστυνομικοί όπως τα ντόνατς που τρώνε, δεν είναι ωραίοι χωρίς μια τρύπα στην μέση» είναι ξεπατικωμένες από ταινίες δράσης που η βαθύτερη φιλοσοφία τους εδράζεται στο «make my day». Εκεί βρίσκεται το πρόβλημα της άλογης βίας που ασκεί η νέα γενιά των τρομοκρατικών οργανώσεων.
Η λειτουργία των προηγούμενων «επαναστατικών οργανώσεων» εδραζόταν στην αξιακή διαστροφή, ότι η ζωή είναι αναλώσιμη στο όνομα κάποιου ασαφούς αγαθού. Οι ενέργειές τους, όμως, και η δικαιολόγηση της δράσης τους είχε εσωτερική συνοχή. Η νέα γενιά που τράφηκε ιδεολογικά από μεταμοντέρνα τσιτάτα και ταινίες του Χόλιγουντ δεν τρέφει καν σε εκτίμηση τις ιδεολογικές πολυτέλειες. Σκοτώνει μόνο για την αδρεναλίνη, χωρίς στόχο και σκοπό. Όπως έγραφαν και οι ίδιοι σε ένα παλιότερο παραλήρημα τους: «Ισως κάποιοι να σοκάρονται απ’ την κυνικότητα μας και να μιλάνε για “έλλειψη πολιτικού και ιδεολογικού υπόβαθρου”. Εμείς όμως δεν αισθανόμαστε την ανάγκη να δικαιολογήσουμε η ακόμα και να επεξηγήσουμε τη δράση μας. Δεν κάνουμε πολιτική, κάνουμε αντάρτικο.» Πιθανότατα, νιώθουν κάτι σαν πρωταγωνιστές το «Πολύ σκληρός για να πεθάνει» (εξ ου και οι πολλές σφαίρες σε κάθε δολοφονία) αδυνατώντας να καταλάβουν ότι χύνουν πραγματικό αίμα.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 20.7.2010