Το δημόσιο χρέος εκτινάχτηκε από τα 167,7 δισ. ευρώ το 2003 σε 251,9 δισ. ευρώ φέτος (50% αύξηση σε τέσερα χρόνια!). Και το χειρότερο: ο χρόνος δεν έχει κλείσει ακόμη.
Η αυγή του 2004 μας βρήκε όλους με χρέη μέχρι τον λαιμό. Δεν μιλάμε για τα δάνεια που πήραν κάποιοι για να χτίσουν σπίτι, να καταναλώσουν ή να πάνε διακοπές. Στο κάτω κάτω της γραφής εκείνοι έκαναν τους λογαριασμούς τους. Πήραν πιθανώς κάποιο ρίσκο και υπολόγισαν ότι η κατανάλωσή τους τότε ήταν προτιμότερη, από τα χρέη που θα έπρεπε να αποπληρώσουν αργότερα. Κάποιων η επιλογή ήταν ανόητη, αλλά όλων ήταν θεμιτή. Μεγάλα παιδιά είναι όσοι τρέχουν στα γκισέ της τράπεζας και κανενός τρίτου (πέραν δηλαδή των ιδίων και της τράπεζας) δεν του πέφτει λόγος αν κάποιος δανείζεται σήμερα για να πληρώσει αύριο.
Το 2004 όμως κάθε Ελληνας (άνδρας, γυναίκα και παιδί, γέρος ή μωρό) χρωστούσε χωρίς να το θέλει 16.700 ευρώ. Τόσο μας αναλογούσε από το δημόσιο χρέος, τότε. Ηταν ένα μεγάλο ποσό, μεγαλύτερο από τα ετήσια εισοδήματα πολλών νοικοκυριών. Αν ήταν ατομικό χρέος, οι νοικοκύρηδες αυτού του τόπου -και είναι πολλοί- θα είχαν χάσει τον ύπνο τους. Αφήστε το γεγονός ότι οι γνωστές δικηγορικές εταιρείες εκφοβισμού των δανειοληπτών θα τους είχαν ταράξει στα τηλέφωνα και τα βρισίδια.
Το 2004 εξελέγη η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας υποσχόμενη να κόψει 10 δισ. ευρώ από τις σπατάλες του Δημοσίου. Ετησίως. Προσοχή: όχι από παραγωγικές επενδύσεις, από την Παιδεία ή την Υγεία, αλλά από σπατάλες. Αυτό σήμαινε εξοικονόμηση για κάθε Ελληνα 1.000 ευρώ κατ’ έτος. Δηλαδή σήμερα -τέσσερα χρόνια μετά- θα έπρεπε καθ’ ένας από εμάς να χρωστάει 12.700 ευρώ. Μεγάλο ποσό και αυτό, αλλά σίγουρα καλύτερο από τα 16.700 ευρώ που μας φέσωσαν οι σπατάλες του ΠΑΣΟΚ. Μόνο που σήμερα καθένας μας χρωστάει 25.200 ευρώ, που σημαίνει ότι το υποχρεωτικό χρέος σε κάθε πολίτη είναι κατά 8,5 χιλιάρικα μεγαλύτερο. Πολλά περισσότερα χρήματα από όσα βγάζει κατ’ έτος ένα μέλος της διαβόητης «γενιάς των 700 ευρώ». Το δημόσιο χρέος εκτινάχτηκε από τα 167,7 δισ. ευρώ το 2003 σε 251,9 δισ. ευρώ φέτος. Και το χειρότερο: ο χρόνος δεν έχει κλείσει ακόμη.
Βέβαια, πολλά νοικοκυριά και επιχειρήσεις δανείζονται παραγωγικά. Κάποιοι παίρνουν ένα σπίτι ή επεκτείνουν την επιχείρηση τους και για να το κάνουν πρέπει να δανειστούν. Υπολογίζουν ότι η επένδυσή τους θα αποδώσει τόσο, ώστε να βγάλουν τα χρωστούμενα και να τους μείνει κάτι. Υπ’ αυτήν τη λογική θα είχε νόημα να φεσωθούμε λίγο παραπάνω, έστω και αν κανείς δεν μας ρωτάει αν επιθυμούμε τέτοια χρέη. Και όμως: το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων το 2003 ήταν 8,5 δισ. ευρώ και το 2007 είναι 8,7 δισ. ευρώ. Κατά μέσο όρο στην τετραετία επενδύσαμε 8,5 δισ. ευρώ ανά έτος: Ισα βάρκα, ίσα νερά…
Με δεδομένο λοιπόν ότι οι δημόσιες επενδύσεις έμειναν στα ίδια επίπεδα, το επιπλέον δημόσιο χρέος των 85 δισ. μπορεί να θεωρηθεί νέα σπατάλη. Είναι φανερό επομένως γιατί πρέπει να μπουν επιπλέον φόροι. Αν οι σπατάλες – σύμφωνα με όσα έλεγε προεκλογικά η Νέα Δημοκρατία- ήταν το 2004 10 δισ. ευρώ/έτος, η αύξηση του δημοσίου χρέους κατά 85 δισ. (50% σε τέσσερα χρόνια!) δείχνει ότι οι σπατάλες έφτασαν τα 30 δισ. ευρώ/έτος.
Γι’ αυτό αναμείνατε τον ταχυδρόμο. Η πρώτη λυπητερή έρχεται…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 26.8.2008