Το χειροκρότημα των δικαστών και εισαγγελέων στην προαναγγελία μιας παρανομίας είναι το τελευταίο βήμα αποσύνθεσης του συμβολαίου που διέπει όλες τις κοινωνίες.
Το λυπηρό δεν είναι ότι ο πρόεδρος της ομοσπονδίας δικαστικών υπαλλήλων, κ. Χρ. Λυμπερόπουλος, ανακοίνωσε στη γενική συνέλευση της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων ότι οι δικαστικοί υπάλληλοι θα προχωρήσουν σε τρίωρες καταλήψεις των δικαστηρίων. Το τραγικό είναι ότι αυτή η προαναγγελία της παρανομίας καταχειροκροτήθηκε από το ακροατήριο, από δικαστές και εισαγγελείς στους οποίους η κοινωνία ανέθεσε τη διαφύλαξη της νομιμότητας.
«Αντάρτικο», λοιπόν, προανήγγειλε ο πρόεδρος των δικαστικών υπαλλήλων, διότι «αυτά που δεν μπορείτε να κάνετε εσείς κύριοι δικαστές, διότι δεν μπορείτε να τα κάνετε από το Σύνταγμα, θα τα κάνουμε εμείς… Καλούμε τους δικαστές να συμπαρασταθούν στον αγώνα μας…» και καταχειροκροτήθηκε. Τι εννοούσε με τον όρο «συμπαράσταση»; Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε, αλλά η συμπαράσταση σε παράνομες πράξεις είναι συμμετοχή.
Το χειροκρότημα των δικαστών και εισαγγελέων είναι το τελευταίο βήμα αποσύνθεσης του συμβολαίου που διέπει όλες τις κοινωνίες. Σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης οι κοινωνίες οργανώνονται με κανόνες. Αυτοί οι κανόνες λέγονται νόμοι και θεσπίζονται πάλι με κανόνες.
Είναι ανοησία να ισχυριστεί κάποιος ότι όλοι οι πολίτες πρέπει να συμφωνούν με τους νόμους. Αν εξαιρέσουμε τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα, οι νόμοι είναι η έκφραση της πλειοψηφίας, όπως αυτή διαμορφώνεται κάθε φορά. Οι ισχύοντες νόμοι ανατρέπονται όχι διά της καταστρατηγήσεώς τους, αλλά διά της δημιουργίας καινούργιας πλειοψηφίας που θεσπίζει τους νέους νόμους. Το κοινωνικό συμβόλαιο στο οποίο κατέληξαν οι δημοκρατικές κοινωνίες συνίσταται αφενός στην ελευθερία λόγου, συνάθροισης, πολιτικής δράσης κ.λπ. για τη δημιουργία νέων πλειοψηφιών και αφετέρου στην τήρηση των νόμων μέχρι ανασκευής των.
Οι νόμοι πρέπει να εφαρμόζονται, διότι αλλιώς η κοινωνία βαδίζει στο χάος. Κάποιος μπορεί να θεωρεί «σκληρό και άδικο» να οδηγεί υποχρεωτικά προς μία κατεύθυνση στους μονόδρομους. Επιτρέπεται να προπαγανδίσει την άποψή του για την κατάργηση των μονόδρομων, αλλά όχι να οδηγεί αντίθετα. Αν μπει στο αντίθετο ρεύμα τα όργανα της Πολιτείας τον τιμωρούν. Οταν όμως οι δικαστές χειροκροτούν εκείνον που δηλώνει ότι θα «κάνει αντάρτικο» μη συμμόρφωσης με τον ΚΟΚ, τότε αυτό αποτελεί πράσινο φως να μπαίνουν όλοι ανάποδα με όλα τα αποτελέσματα (ακόμη και τραγικά) που θα έχουν οι πράξεις τους. Πριν χρεοκοπήσει οικονομικά αυτή η χώρα, χρεοκόπησε κοινωνικά. Αποδέχθηκε ότι νόμος δεν είναι αυτό που ψηφίζει η Βουλή ή αποφασίζουν τα δικαστήρια· είναι ό,τι θεωρήσει κάθε ομάδα δίκιο της. Ξήλωσε τον αρμό της κοινωνικής συμβίωσης που είναι οι κανόνες της. Οταν και οι δικαστές φτάνουν να επικροτούν αυτή την αντίληψη μπορεί κάποιος να αντιληφθεί το μέγεθος του προβλήματος που έχει η κοινωνία.
Σημαντική λεπτομέρεια. Σύμφωνα με το άρθρο 19 του Κώδικα Δημοσίων Υπαλλήλων, κάθε λειτουργός ορκίζεται πριν αναλάβει τα καθήκοντά του ως εξής: «Ορκίζομαι να φυλάττω πίστη στην πατρίδα, υπακοή στο Σύνταγμα και τους νόμους και να εκπληρώνω τιμίως και ευσυνειδήτως τα καθήκοντά μου». Οταν, λοιπόν, οι συνδικαλιστές καταστρατηγούν το πρώτο σκέλος του όρκου, μπορούμε να φανταστούμε τι γίνεται με το δεύτερο.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 18.10.2011