Οι μολότοφ των κουκουλοφόρων, η τραγωδία με τρεις ανθρώπους νεκρούς και η διαρκής ανοχή μέρους της κοινωνίας.
Τα γεγονότα είναι γνωστά. Πριν από ένα χρόνο περίπου, στη μεγάλη απεργία της 5ης Μαΐου 2010, κάποιοι νεαροί με τις κουκούλες (αυτές που, κατά τον θρύλο, φορούν για να προστατεύονται από τα δακρυγόνα) αποφάσισαν να πλήξουν τον καπιταλισμό. Αφού απέτυχαν να κάψουν το βιβλιοπωλείο «Ιανός», έβαλαν φωτιά στο υποκατάστημα της Marfiμαζί με τους ανθρώπους που ήταν μέσα, αυτούς που κάποιοι διαδηλωτές απαξίωναν ως «απεργοσπάστες».
Δεν ήταν ατύχημα. Ηταν μια τραγωδία που περίμενε να συμβεί. Οι χιλιάδες μολότοφ που ρίχνουν τα «οργισμένα παιδιά» κάθε χρόνο κάποτε θα έβρισκαν στόχο. Τον βρήκαν σε τρεις νέους ανθρώπους: την Παρασκευή Ζούλια (35 ετών), την Αγγελική Παπαθανασοπούλου (32 ετών) και τον Επαμεινώνδα Τσακάλη (36 ετών). Αυτοί άφησαν την τελευταία τους πνοή μέσα στις αναθυμιάσεις της «επανάστασης».
Δεν ήταν δυστύχημα. Ηταν ένα προαναγγελθέν φονικό. Στους δρόμους της Αθήνας υπάρχουν ακόμη τα συνθήματα με μαύρο σπρέι που προέτρεπαν στην αποτρόπαιη αυτή πράξη: «Αυτό είναι το σωστό. Φωτιά στο σύστημα το τραπεζικό». Το τραπεζικό σύστημα, βέβαια, επούλωσε αμέσως την αμυχή του, αλλά τρεις οικογένειες έχασαν για πάντα τους ανθρώπους τους.
Δολοφονίες γίνονται παντού στον κόσμο. Σε κάθε γωνιά ελλοχεύει το κακό. Οι κοινωνίες όμως κρίνονται την επόμενη μέρα του φονικού· από τον αποτροπιασμό τους και τον αναστοχασμό τους· από το αν θα πουν «Ως Εδώ» ή θα αφήσουν το κακό να σβήσει στη λήθη και να αναπαραχθεί. Υπάρχει μια λεπτομέρεια που δεν πρέπει να μας διαφύγει. Σαν φούντωσε η φωτιά στη Marfiκαι τα υποψήφια θύματα βγήκαν στα μπαλκόνια ζητώντας βοήθεια, κάποιοι διαδηλωτές φώναξαν «να καείτε μ… απεργοσπάστες» και συνέχισαν ρυθμικά «Εμπρός λαέ, μη σκύβεις το κεφάλι. Ο μόνος δρόμος είναι αντίσταση και πάλι». Ηταν αναλγησία; Μπορεί.
Μπορεί πάλι οι διαδηλωτές με τις κόκκινες σημαιούλες, που έβλεπαν τους συνανθρώπους τους εν κινδύνω, να πίστευαν ότι η επανάσταση χρειάζεται θυσίες. Ισως, όμως, να ήταν και κάτι βαθύτερο. Ζούμε σε μια κοινωνία που μεταφυσικά σχεδόν πιστεύει ότι δεν μπορεί να συμβεί το ανεπανόρθωτο. Ας μην ξεχνάμε ότι η διαδήλωση γινόταν τρεις μέρες πριν η χώρα κηρύξει επισήμως χρεοκοπία. Αυτή η μεταφυσική πίστη ίσως να εξηγεί και την αδιαφορία σε κάθε κανόνα ασφάλειας και την απάθεια για τις δεκάδες μολότοφ που εκτοξεύονται σε κάθε διαδήλωση. Κάθε ένα από αυτά τα μπουκάλια είναι φονικό όργανο. Και όμως! Η μόνη διαμαρτυρία μετά από κάθε διαδήλωση είναι για την αστυνομική αυθαιρεσία. Η μόνη καταγγελία που γίνεται είναι ότι «τα ΜΑΤ επιτέθηκαν σε ειρηνικούς διαδηλωτές». Τα «οργισμένα παιδιά με τα μαύρα» δεν εξαφανίζονται μόνο κατά τη διάρκεια της διαμαρτυρίας στα μπλοκ των ειρηνικών διαδηλωτών, χάνονται και από τον δημόσιο διάλογο.
Ενα χρόνο μετά, τίποτε δεν έχει αλλάξει και τίποτε δεν έχουμε διδαχθεί. Οι αστυνομικές αρχές αδυνατούν (;) να εξιχνιάσουν την τριπλή δολοφονία. Οι αποκαλούμενοι «μπαχαλάκηδες» μπαινοβγαίνουν στα μπλοκ διαδηλωτών συγκεκριμένων πολιτικών χώρων, δίχως κανείς να τους ενοχλεί ή να τούς καταγγέλλει στην αστυνομία. Οι μολότοφ συνεχίζουν να ψάχνουν θύματα. Και όταν υπάρξουν πάλι, όλοι θα πέσουμε από τα σύννεφα. Κόμματα και ΜΜΕ θα εκφράσουν τον αποτροπιασμό τους, ενώ οι πολίτες θα ρωτούν «μα, πώς μπόρεσε να συμβεί αυτό το κακό;»
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 30.4.2011