Για τα πραγματικά πανεπιστήμια υπάρχει μια προϋπόθεση. Κάποιος πρέπει να τα πληρώνει.
Eνας νεολογισμός γαλλικής κοπής κυκλοφορεί τα τελευταία χρόνια στην ελληνική πανεπιστημιακή κοινότητα. Είναι το «απροϋπόθετο πανεπιστήμιο», μια ποιητική ιδέα του Ζακ Ντεριντά, οποίος σε επαναλαμβανόμενες διαλέξεις του έλεγε: «Επειδή το πανεπιστήμιο είναι ξένο προς την εξουσία, επειδή είναι ετερογενές προς την αρχή της εξουσίας, είναι επίσης χωρίς προσίδια εξουσία. Γι’ αυτό και μιλάμε εδώ για το πανεπιστήμιο άνευ όρων. […] Και λέγω «άνευ όρων» καθώς και «απροϋπόθετο», για να αφήσω να ακουστεί-εννοηθεί η συνδήλωση του «χωρίς εξουσία» ή «χωρίς άμυνα»: επειδή είναι απολύτως ανεξάρτητο, το πανεπιστήμιο είναι επίσης ένα εκτεθειμένο προπύργιο. […] Επειδή δεν δέχεται να του θέτουν όρους, ενίοτε αναγκάζεται -αναιμικό, αφηρημένο- να παραδοθεί επίσης άνευ όρων».
Ο καθηγητής κ. Γιώργος Βέλτσος (που κατανοεί τον Ντεριντά) εξειδίκευσε προ ημερών «Το απροϋπόθετο του Πανεπιστημίου» («Το Βήμα» 16.1.2011) και στον βαθμό που εμείς μπορούμε να κατανοήσουμε τον κ. Βέλτσο διαπιστώνουμε ότι το «απροϋπόθετο πανεπιστήμιο» είναι το βολικό για τους πανεπιστημιακούς πανεπιστήμιο.
Από τις αντιρρήσεις του κ. Βέλτσου στο Κείμενο Διαβούλευσης για την Ανώτατη Παιδεία συνάγουμε, λοιπόν, ότι:
Πρώτον, το απροϋπόθετο πανεπιστήμιο δεν «οφείλει να παράγει ποσότητες πληροφόρησης με τη μορφή της σχέσης που αναπτύσσουν οι παραγωγοί με τους καταναλωτές». Αρα τι οφείλει να κάνει; Μάλλον να συνεχίσει να παράγει την αερολογία των ελληνικών πανεπιστημίων.
Δεύτερον, δεν πρέπει να έχει δείκτες αποτελεσματικότητας και τη συνακόλουθη και «αξιολόγηση» των πανεπιστημιακών δασκάλων διότι «επιβραβεύουν την τυποποιημένη γνώση των διαφημιστών, αφήνοντας εκ των πραγμάτων αναξιολόγητη τη χρήση της γνώσης για την κριτική σκέψη – απαραίτητη προϋπόθεση όχι μόνο για τις κοινωνικές σπουδές αλλά και για τις θετικές επιστήμες…». Πάει και η αξιολόγηση. Είπαμε: είναι πολύ βολικό το απροϋπόθετο πανεπιστήμιο. Για τους πανεπιστημιακούς…
Τρίτον, δεν έχει συμβούλια διοίκησης «διότι εάν μεν τα μέλη του εκλέγονται από πανεπιστημιακούς εν ενεργεία, τότε ποιος ο λόγος υπάρξεώς του; Αν πάλι, έστω και λίγοι, ορίζονται από την Πολιτεία, τότε σε τι συνίσταται το «απροϋπόθετο»;».
Ολα αυτά ακούγονται ωραία. Μόνο που για τα πραγματικά πανεπιστήμια υπάρχει μια προϋπόθεση. Κάποιος πρέπει να τα πληρώνει. Η ελληνική κοινωνία ξοδεύει δισεκατομμύρια κάθε χρόνο για τα ΑΕΙ. Πρέπει να ξέρει αν τα λεφτά (που δεν της περισσεύουν) πιάνουν τόπο. Μέχρι τώρα ο έλεγχος γινόταν -ομολογουμένως στραβά- από το υπουργείο Παιδείας. Αυτό το μοντέλο απέτυχε και γι’ αυτό πρέπει να δοκιμάσουμε άλλο. Μια καλή ιδέα είναι η διοίκηση των πανεπιστημίων να περάσει σε κοινωνικούς φορείς. Οπως γίνεται στον υπόλοιπο κόσμο. Η λογική του «απροϋπόθετου», δηλαδή «δώστε εσείς τα λεφτά και μη ρωτάτε τι τα κάνουμε» δεν είναι παρά μια φαντασίωση που και ο ίδιος ο Ντεριντά δεν πίστευε ότι μπορεί να υλοποιηθεί.
Ο ελληνικός λαός, δηλαδή εμείς οι φορολογούμενοι, είμαστε οι μέτοχοι των δημοσίων ΑΕΙ. Πρέπει να έχουμε τον πρώτο λόγο στη διοίκησή τους, σεβόμενοι φυσικά τις ακαδημαϊκές ελευθερίες. Σ’ όποιους δεν αρέσει αυτό, μπορούν να κάνουν το δικό τους «απροϋπόθετο πανεπιστήμιο». Με τα δικά τους λεφτά.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 21.1.2011