Η ελληνική οικονομία αναγκαστικά θα περάσει μια δύσκολη περίοδο αναδιάρθρωσης. Θέσεις εργασίας, που χρησίμευαν μόνο για να υπάρχουν θέσεις εργασίας, αναγκαστικά θα χαθούν. Το ζήτημα τώρα είναι να δημιουργηθούν νέες δουλειές, αλλά τέτοιες που δεν θα αφαιρούν πλούτο από την εθνική οικονομία αλλά θα προσθέτουν.
Έκανε ένα αριθμητικό λάθος στην συνέντευξη που έδωσε την Δευτέρα στο Mega ο κ. Αντώνης Σαμαράς. Όπως επεσήμανε η κ. Βούλα Κεχαγιά, ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας είπε «ότι για κάθε απολυμένο το κράτος χάνει 1.000 ευρώ από τις ασφαλιστικές εισφορές. Επομένως για τους 150.000 απολυμένους -όπως τους υπολόγισε- το κράτος χάνει, 1,5 δισ. ευρώ, όσο δηλαδή εισέπραξε από τις περικοπές στους συνταξιούχους. Ενας απλός πολλαπλασιασμός δείχνει ότι το γινόμενο 1.000 επί 150.000 ισούται µε 150 εκατ. ευρώ, δηλαδή δέκα φορές κάτω από το μαγικό 1,5 δισ. του κ. Σαμαρά…» («Τα Νέα» 3.11.2010)
Ένα μηδενικό, βέβαια, μπορεί να χαθεί εν τη ρύμη του λόγου· αν και κάποιος πρέπει να ελέγξει τις αριθμητικές πράξεις που μηδενίζουν το έλλειμμα σε ένα έτος. Το μεγάλο πρόβλημα δεν βρίσκεται στο χαμένο μηδέν, αλλά στο σκεπτικό πίσω από τον υπολογισμό, που είναι ανάλογο με την πρόταση του κ. Τσίπρα για έξοδο από την κρίση μέσω 100.000 προσλήψεων στο δημόσιο. Το χιλιάρικο από τις ασφαλιστικές εισφορές χάνεται επειδή η ελληνική οικονομία δεν είναι ανταγωνιστική. Μέχρι τώρα τα ελλείμματα στην ανταγωνιστικότητα σκεπαζόταν από την ροή κρατικού χρήματος. Το κράτος δανειζόταν, έριχνε λεφτά στην αγορά (όπως είναι και το αίτημα πολλών, σήμερα) και από αυτά τα λεφτά όλοι έπαιρναν ένα μικρό ή μεγαλύτερο μερίδιο. Για παράδειγμα: το κράτος έκανε μια σχολή στην Άνω Κωλοπετινίτσα και από τους φοιτητές που πήγαιναν εκεί ζούσαν τρεις καφετέριες. Αυτές απασχολούσαν δέκα άτομα και υπήρχαν επιπλέον 10.000 ευρώ σε ασφαλιστικές εισφορές. Μόνο που για να παραχθούν αυτά τα δέκα χιλιάρικα των ασφαλιστικών εισφορών το κράτος δαπανούσε πολλά περισσότερα για να συντηρεί μια σχολή (υποδομές, μισθούς κ.λπ.), σχολή η οποία τελικώς δεν προσέθετε ούτε αξία γνώσης στην ελληνική οικονομία.
Αυτή η πολιτική της «ανάπτυξης» δια ελλειμμάτων μάς τέλειωσε, για τον απλό λόγο ότι δεν μάς δανείζουν για να δημιουργήσουμε νέα ελλείμματα. Οι προτάσεις του κ. Σαμαρά και του κ. Τσίπρα δεν λαμβάνουν υπόψη τους αυτό το δεδομένο. Ότι το κράτος δεν έχει πλέον τα λεφτά για να συντηρεί θέσεις εργασίας που αφαιρούν αντί να προσθέτουν στον εθνικό πλούτο.
Πως, δηλαδή, θα μπορούσαν χωρίς κρατικές επιδοτήσεις να συντηρηθούν οι 150.000 θέσεις εργασίας του κ. Σαμαρά; Οι επιδοτήσεις όμως -στην καλύτερη περίπτωση- έχουν ένα κόστος γραφειοκρατίας. Άρα το κράτος έπρεπε να βρει περισσότερα από τα 150 εκατ. ή το 1,5 δισ. (δεν έχει σημασία) για να επιδοτεί τις 150.000 θέσεις, και συνεπώς θα έπρεπε να πάρει περισσότερα από τους συνταξιούχους, αφού πλέον δεν μπορεί να πάρει τίποτε από τις αγορές.
Η ελληνική οικονομία αναγκαστικά θα περάσει μια δύσκολη περίοδο αναδιάρθρωσης. Θέσεις εργασίας, που χρησίμευαν μόνο για να υπάρχουν θέσεις εργασίας, αναγκαστικά θα χαθούν. Το ζήτημα τώρα είναι να δημιουργηθούν νέες δουλειές, αλλά τέτοιες που δεν θα αφαιρούν πλούτο από την εθνική οικονομία αλλά θα προσθέτουν. Κι αυτό δεν γίνεται με την «ανάπτυξη» που προτείνει ο κ. Σαμαράς , ο κ. Τσίπρας και κάποιοι άλλοι στα κανάλια. Δεν δημιουργείται βιώσιμη ανάπτυξη σκορπώντας λεφτά στον αέρα και όποιος προλάβει τ’ άρπαξε. Αλλά στην κατάσταση που είμαστε δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε καν την θνησιγενή που προτείνεται, διότι δεν έχουμε λεφτά ούτε για τα αναγκαία. Πόσο μάλλον για σκόρπισμα.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 6.11.2010