Όποτε ακούω τον όρο «δημόσια επιχείρηση» θυμάμαι το μυθιστόρημα το Ρόμπερτ Λούις Στίβενσον «Δόκτωρ Τζέκιλ και μίστερ Χάιντ».
Την ξέρουμε όλοι: ένας γιατρός της βικτοριανής Αγγλίας πειραματίζεται με ουσίες αλλαγής της προσωπικότητας. Τα πρώτα πειράματα είναι επιτυχή αλλά οι ουσίες έχουν μακροχρόνιο αποτέλεσμα. Παρά την θέλησή του ο Δόκτωρ Τζέκιλ μεταμορφώνεται όλο και πιο συχνά σε μίστερ Χάιντ μέχρι που στο τέλος αποκαλύπτεται και αυτοκτονεί.
Την ίδια βικτοριανή αισιοδοξία του Δόκτορα Τζέκιλ διέκρινα στο βιβλίο του κ. Δημήτρη Παπούλια «Χρυσάφι είναι το Δημόσιο – Ρητορεία και πραγματικότητα των μεταρρυθμίσεων».
Σ’ αυτό το βιβλίο ο κ. Παπούλιας μας λέει ότι το πείραμα μπορεί να είναι εσαεί ελεγχόμενο. Ότι οι δημόσιες επιχειρήσεις μπορεί να είναι το πρωί καλοκάγαθες και με κοινωνικό ρόλο, ενώ το βράδυ θα μεταμορφώνονται σε αιμοβόρους καπιταλιστές, που στόχο έχουν κέρδη.
Ο τίτλος του βιβλίου θα μπορούσε να είναι (για να αντικατοπτρίζει και τις πολιτικές καταβολές του συγγραφέα) «ένα άλλο δημόσιο είναι εφικτό».
Το ερώτημα είναι: πιθανώς, αλλά για πόσο;
Βέβαια ο κ. Παπούλιας «δικαιούται δια να ομιλεί» και -κατά την άποψή μου- να ονειροπολεί. Η θητεία του γνωστή, και περιγράφεται γλαφυρά στο βιβλίο. Υπήρξε ένα από τα πρόσωπα κλειδιά του εκσυγχρονιστικού πειράματος της χώρας που άφησε μια μεγάλη κι ανεκμετάλλευτη κληρονομιά στον τόπο. Ήταν ο διοικητής των δύο μεγαλύτερων ΔΕΚΟ και πρωταγωνιστής δύο μεγάλων «success stories» του ελληνικού κρατισμού.
Ο ΟΤΕ και η ΔΕΗ κατάφεραν υπό την προεδρία του να έχουν και κοινωνικό ρόλο και κέρδη. Ευτυχής συγκυρία. Αλλά πόσο κρατάει; Τέσσερα χρόνια; Οκτώ;
Υπάρχει ένα αγωνιώδες ερώτημα στο τέλος του βιβλίου: «Τι σημαίνει για παράδειγμα, όλη αυτή η αβεβαιότητα που τυλίγει την ΔΕΗ από τις εκλογές του 2004 και μετά; (…) Ποιος καταφέρνει να ακινητοποιεί τη μεγαλύτερη επιχείρηση της χώρας και μαζί όλη την οικονομική ζωή που τροφοδοτεί η ΔΕΗ με τα έργα της; Δεν ενδιαφέρεται η πολιτεία για τον πλούτο που χάνει;»
Η απάντηση στο ερώτημα «Δεν ενδιαφέρεται η πολιτεία για τον πλούτο που χάνει;» είναι ένα μεγαλόπρεπο «ΟΧΙ». Η πολιτεία δεν είναι ένα πράγμα και δεν έχει τις απαιτήσεις του μετόχου μιας επιχείρησης, δηλαδή το κέρδος και την μεγιστοποίηση της αξίας μιας εταιρίας.
Η πολιτεία είναι πολλά πράγματα κι έχει πολλούς σκοπούς. Αυτοί σπανίως συμπίπτουν με τους στόχους μιας δημόσιας επιχείρησης.
Η πολιτεία απαρτίζεται από την κυβέρνηση που στόχο έχει την επανεκλογή της. Απαρτίζεται από τους μαζικούς φορείς, όπως είναι το συνδικαλιστικό κίνημα που στόχο έχει την βελτίωση της ζωής των εργαζόμενων (πολλές φορές σκανδαλωδώς). Απαρτίζεται από ψηφοφόρους που επιζητούν το «κοινωνικό πρόσωπο» της επιχείρησης.
Σ’ αυτό το τοπίο, όποιος πορεύεται με τον βικτοριανό ορθολογισμό στο χέρι, απλώς χάνει τις εκλογές.
Τα παραπάνω πιστοποιεί εμπειρικά και ο κ. Παπούλιας: «θυμάμαι πάντα πως έγινε η μεταβίβαση των ναυπηγείων Σκαραμαγκά στην ΕΤΒΑ το 1985. Με ένα απλό τηλεφώνημα από το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας στην τότε διοίκηση της ΕΤΒΑ. Θυμάμαι επίσης πόσο ευτυχείς ήταν όλοι. Το υπουργείο είχε δείξει ενδιαφέρον και εφάρμοζε φιλολαϊκή πολιτική. Οι εργαζόμενοι πανηγύριζαν. Η τότε διοίκηση δεν αντέδρασε.»
Για την πολιτεία η κρατικοποίηση των ναυπηγείων ήταν μια «κίνηση ματ». Στόχος εξάλλου κάθε πολιτείας είναι η μεγιστοποίηση της ευτυχίας των κατοίκων της. Κατά τον κ. Παπούλια, ο στόχος επιτεύχθηκε: «ήταν ευτυχείς όλοι». Υπήρχε μεν λαϊκισμός, αλλά υπήρχε κι επανεκλογή της κυβέρνησης. Ας μην γελιέται λοιπόν κ. Παπούλιας: Και τον Σεπτέμβριο του 2007, παρά την ραγδαία πτώση της τιμής της μετοχής της ΔΕΗ, «ευτυχείς ήταν όλοι». Το απέδειξαν οι εκλογές…
Το σημαντικό που πρέπει να προσέξουμε στο βιβλίο είναι η θεωρία των παθογενειών του δημοσίου. Ενάντια στην επικρατούσα αντίληψη η διαφθορά και η διαπλοκή δεν είναι, κατά τον κ. Παπούλια, το βασικό πρόβλημα των ΔΕΚΟ.
Τα φαινόμενα διαφθοράς και διαπλοκής ελαχιστοποιούνται από την συσσωρευμένη εμπειρία προηγούμενων σκανδάλων στο δημόσιο, αυτό που ο κ. Παπούλια ονομάζει «γραφειοκρατική σοφία»: «Μετά από κάθε διαγωνισμό, όποιος χάνει, προσπαθεί να εμπλέξει την διοίκηση που έλαβε την απόφαση, με την κατηγορία ότι ευνόησε αυτούς που κέρδισαν τον διαγωνισμό. Υποστηρίζω ότι σπάνια κάποια διοίκηση μπορεί να μπει σε μια τέτοια λογική, δηλαδή να ευνοήσει κάποιους. Πόσω μάλλον να “στήσει” διαγωνισμούς. Και το υποστηρίζω για τους εξής λόγους. Πρώτον διότι γνώρισα προσωπικά όλους τους προέδρους και διευθύνοντες συμβούλους του ΟΤΕ και της ΔΕΗ των τελευταίων 25 ετών. Δεύτερον, γιατί έζησα πολλές τέτοιες υποθέσεις με μεγάλους διαγωνισμούς και σχετικές αποφάσεις και διαπίστωσα ότι είναι σχεδόν αδύνατη η συνεννόηση, δηλαδή το “στήσιμο” ενός διαγωνισμού. Η αδυναμία αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι με τα χρόνια οι ΔΕΚΟ -και ιδίως ο ΟΤΕ και η ΔΕΗ που τις γνώρισα και τις μελέτησα σε βάθος- πάσχουν από αυτό που ονόμασα “γραφειοκρατική σοφία”. Εφαρμόζουν, με άλλα λόγια, τους νόμους και τους εσωτερικούς κανονισμούς που διαθέτουν με μεγάλη σχολαστικότητα.»
Βέβαια η υπόθεση των ομολόγων απέδειξε ότι η διαφθορά βρίσκει διαρκώς νέους τρόπους να υπερβαίνει την «γραφειοκρατική σοφία» των δημοσίων οργανισμών.
Ειδικά σε μια χώρα όπως είναι η Ελλάδα που δεν κατέχει την «δημοκρατική σοφία» των διακριτών εξουσιών -χωρίς, δηλαδή, ανεξάρτητη από την κυβέρνηση δικαιοσύνη- μπορεί να μην «στήνονται» διαγωνισμοί, αλλά μπορούν ατιμώρητα 24 διοικήσεις ταμείων να ξυπνούν ένα πρωί με την ίδια φαεινή ιδέα της αγοράς ομολόγων. Η «γραφειοκρατική σοφία» είναι ένα χρήσιμο πράγμα που προστατεύει τις ΔΕΚΟ από αμαρτήματα του παρελθόντος. Δεν είναι αρκετά «σοφή» για νέου τύπου διαφθορά. Θα γίνει αφού μόλις λουστούμε την νέου τύπου διαφθορά.
Το πρόβλημα όμως με την «γραφειοκρατική σοφία» δεν είναι αυτό. Νέου τύπου διαφθορά εμφανίζεται και στα πιο ιδιωτικοποιημένα σπίτια. Το πρόβλημα βρίσκεται αλλού. Όπως αναφέρει ο κ. Παπούλιας: «Η “γραφειοκρατική σοφία” δεν είναι πανάκεια. Γιατί ενώ θωρακίζει κανείς τη διαδικασία λήψης αποφάσεων και περιορίζει πολύ τις πιθανότητες να “σημαδέψει κάποιος την τράπουλα” με προδιαγραφές που εξυπηρετούν τους προμηθευτές, στο τέλος αυξάνει πολύ το κόστος, κουράζει και απογοητεύει.»
Εδώ, λοιπόν, βρίσκεται το δισυπόστατο του «δόκτωρ Δημόσιο και μίστερ επιχείρηση». Απαιτούμε από τις ΔΕΚΟ και να έχουν την «γραφειοκρατική σοφία» του δημοσίου, αλλά και την ευελιξία της ιδιωτικής επιχείρησης. Ε, δεν γίνεται και τα δύο! Η σοφία είναι ωριμότητα, που πνίγει όχι μόνο τους στημένους διαγωνισμούς, πνίγει και το ρίσκο.
Θα σας διηγηθώ μια προσωπική ιστορία με τον ΟΤΕ λίγο πριν την εποχή που ο κ. Παπούλιας ανέλαβε πρόεδρος του. Τότε το 1995 αποφάσισα να μετακομίσω στην Κοζάνη και να επενδύσω στην «Κοινωνία της Πληροφορίας». Αποφάσισα να φτιάξω τον πρώτο κόμβο internet στη Δυτική Μακεδονία. Σκόνταψα φυσικά στον ΟΤΕ. Για να πάρω μία πανάκριβη ευθεία γραμμή (Hellascom λεγόταν τότε) περίμενα οκτώ μήνες. Είχαμε τα γραφεία, είχαμε τους υπολογιστές, είχαμε το λογισμικό, αλλά δεν είχαμε γραμμές του ΟΤΕ.
Τότε οργίστηκα, κι έγραψα ένα αιχμηρότατο άρθρο, με υπονοούμενα για «μεγάλα συμφέροντα και ισχυρές συντεχνίες» που συνεχίζουν να λυμαίνονται τον ΟΤΕ. Με κάλεσε με ένα στέλεχος του οργανισμού, από τα καλά στελέχη που αναφέρεται και μέσα στο βιβλίο, να μου εξηγήσει τους λόγους της καθυστέρησης. «Δεν ξέρουμε τι αποδόσεις μπορεί να έχει», μου απάντησε ειλικρινά. «Όταν διογκωθεί η ζήτηση θα βάλουμε νέα κέντρα…»
Τώρα βλέπω ότι από την σκοπιά του είχε δίκιο.
Το internet εθεωρείτο τότε κάτι σαν παιχνιδάκι για σπασίκλες. Χειρότερα: πολλά δημοσιεύματα το ήθελαν και όχημα του «αγγλοσαξωνικού πολιτιστικού ιμπεριαλισμού» -ακούγεται αστείο σήμερα, αλλά κάποτε πρέπει να γραφεί και η ιστορία της στάσης που κράτησε ο ελληνικός Τύπος σε κάθε βήμα εκσυγχρονισμού της ελληνικής κοινωνίας.
Ποιο διοικητικό συμβούλιο δημόσιας επιχείρησης θα έπαιρνε το ρίσκο να επενδύσει σε μια τεχνολογία που μπορεί να αποδεικνυόταν «παιχνιδάκι» ή «όχημα πολιτιστικού ιμπεριαλισμού»; Η «γραφειοκρατική σοφία» των ΔΕΚΟ είναι σοφία σε όλα της. Δεν παίρνει ρίσκα…
Το πρόβλημα των ΔΕΚΟ είναι ότι έχουν πολλά αφεντικά με αντικρουόμενους στόχους. Το περιγράφει θαυμάσια ο κ. Παπούλιας αναφερόμενος στη ΔΕΗ: «Πρόκειται για μια επιχείρηση που από το 1950 μέχρι σήμερα πορεύτηκε όπως ακριβώς η χώρα και η πολιτική ζωή -με εξάρσεις και μέγιστα σημεία απόδοσης αλλά και με κρίσιμα στοιχεία υποχώρησης».
Να προσέξουμε εδώ τη φράση «η χώρα και η πολιτική ζωή», για να σταματήσουμε να συκοφαντούμε το πολιτικό σύστημα.
Ναι, φταίνε οι πολιτικοί για το κατάντημα των ΔΕΚΟ και ειδικά οι πολιτικοί του «δικομματισμού», όπως είναι το νέο προπαγανδιστικό εφεύρημα της Αριστεράς. Φταίνε διότι δεν αντιστάθηκαν στην λαϊκιστική ρητορεία της αριστεράς και της αναδυόμενης ακροδεξιάς που θέλει και την πίτα της αποκαλούμενης κοινωνικής ευαισθησίας ολάκερη και τις ΔΕΚΟ χορτάτες από κέρδη.
Μόλις πέρυσι με την Ολυμπιακή να πνίγεται στα χρέη ο «Συνασπισμός» έκανε ερώτηση για να μη σταματήσουν οι ζημιογόνες γραμμές από Θεσσαλονίκης προς Ντίσελντορφ και Στουτγκάρδη, αφού είναι απαίτηση των κοινωνικών φορέων. Μην αυταπατώμεθα: οι κοινωνικοί φορείς της Θεσσαλονίκης και τα κόμματα της αντιπολίτευσης είναι αφανή μέλη του Δ.Σ. της «Ολυμπιακής». Αν είχαν λίγο πιο δυνατή φωνή (και υπήρχε και κανένα γκάλοπ), θα τους άκουγε ο πρωθυπουργός, και με την απλοχεριά που τον διακρίνει θα παρενέβαινε για να «λυθεί αυτό το σημαντικό κοινωνικό πρόβλημα».
Έτσι, όπως και στην υπόθεση Σκαραμαγκά, θα ήταν πάλι «όλοι ευτυχείς» και φυσικά λίγο πιο χρεωμένοι.
Το βιβλίο ανοίγει πολλά κεφάλαια, όπως η πορεία του κ. Σημίτη από τα υπουργεία προς την πρωθυπουργία, η δημιουργία του ΟΠΕΚ κ.ά.
Κυρίως όμως είναι αναμνήσεις από την πρώτη γραμμή του εκσυγχρονισμού, όπου δόθηκαν σκληρές μάχες. Οι ΔΕΚΟ, στις οποίες υπηρέτησε ο κ. Παπούλιας, ήταν ένα από τα μεγάλα μέτωπα του εκσυγχρονισμού, επειδή ο οικονομικός εκσυγχρονισμός του 1996-2004 ήταν η περεστρόικα του ελληνικού κρατισμού. Μπορεί να κερδήθηκαν οι μάχες του ΟΤΕ και της ΔΕΗ την περίοδο 1996-2004, αλά ο πόλεμος ήταν χαμένος από τότε. Κι αυτό διότι και η περεστρόικα του ελληνικού κρατισμού δεν μπορεί να λύσει την βασική αντίφαση του δημοσίου και του επιχειρείν.
Η επιχείρηση έχει στόχο την μείωση του κόστους και την αύξηση των κερδών. Το «δημόσιο» συμπεριλαμβάνει την κοινωνία, την πολιτική, τους φορείς, τους ευαίσθητους κ.λπ. Απόδειξη; Ο κ. Παπούλιας. Ο ίδιος γράφει βιβλία για την ΔΕΗ και η μετοχή της ΔΕΗ από τα 25 ευρώ πήγε στα 18. Ποια ιδιωτική επιχείρηση θα έδιωχνε δύο επιτυχημένους μάνατζερ, ή χειρότερα θα τους έσερνε στα δικαστήρια; Και οι εθελοντικώς μετέχοντες στο κεφάλαιο μιας εταιρίας (οι μέτοχοι που λέμε) ψηφίζουν με διαφορετικά κριτήρια την ηγεσία της επιχείρησης από εκείνους που παραμένουν μέτοχοι με το ζόρι, δηλαδή τους πολίτες
Ο κ. Παλαιοκρασσάς δεν είναι το παράδοξο του συστήματος. Είναι η λογική του. Βουλευτής, διορισμένος με αμιγώς πολιτικά κριτήρια εμφορούμενος από τις κοινωνικές αντιλήψεις που έκαναν τη ΝΔ κυβέρνηση. Αυτήν την απύθμενη ηθικολογία δεν τίμησε ο ελληνικός λαός με την ψήφο του;
Γι’ αυτό πιστεύω ότι ο τίτλος του βιβλίου είναι παραπλανητικός. Απ’ ότι διάβασα στο βιβλίο, δεν πρόκειται για χρυσάφι· «μόλυβδος είναι το δημόσιο». Παραδείγματα όσα θέλετε: το 1985 ο κ. Παπούλιας γίνεται γενικός γραμματέας των ΔΕΚΟ για «να βάλει τάξη-σειρά», όπως ήταν η προσφιλής έκφραση του κ. Σημίτη. Συγκροτείται η γραμματεία με μύρια όσα προβλήματα και (γράφει ο κ. Παπούλιας): «Οι επικεφαλής των ΔΕΚΟ, κυρίως πρόεδροι και γενικοί διευθυντές, ήταν γνωστά πολιτικά πρόσωπα με κατευθείαν αναφορά στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ Ανδρέα Παπανδρέου… Πολλές φορές, όταν τους καλούσαμε στο υπουργείο, μερικοί πήγαιναν πρώτα στον Ανδρέα και μετά περνούσαν για να μας ανακοινώσουν τι ακριβώς είχαν αποφασίσει». Παρακάτω «Καθ’ υπερβολήν ορισμένες απ’ αυτές ονομαζόταν δημόσιες επιχειρήσεις, ενώ στην ουσία ήταν κοινωφελείς οργανισμοί και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις με κακή οικονομική διαχείριση και αδιαφανείς διαδικασίες στη λειτουργία τους… Η έλλειψη εσωτερικών ελέγχων, η συνδιοίκηση με τα συνδικάτα, η συνεχής καθημερινή παρέμβαση των αρμοδίων υπουργείων, οι τοπικές παρεμβάσεις και άλλα πολλά άλλα συνέθεταν μια πολυπλοκότητα νέας μορφής…»
Αυτά δεν αποτελούν μόνο παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος. Είναι και κοινωνικές απαιτήσεις.
Πέρα κι έξω από την διαφθορά την κακοδιαχείριση και άλλες ασθένειες του πολιτικού μας συστήματος υπάρχει και κάτι σχιζοφρενές: ένας υπουργός Ανάπτυξης, επί παραδείγματι, πρέπει να προασπίζεται και τα συμφέροντα της ΔΕΗ και τα συμφέροντα των πολιτών. Αυτά σε ότι αφορά την τιμή του ρεύματος είναι αντίθετα. Πρέπει δηλαδή να λειτουργεί ταυτόχρονα και ως πωλητής και ως αγοραστής ηλεκτρικού ρεύματος. Σχιζοφρένεια…
Γι’ αυτό δεν συμμερίζομαι τον τίτλο του βιβλίου. Παρά τα καλά αποτελέσματα που πέτυχε ο κ. Παπούλιας με τα στελέχη του στην ΔΕΗ και τον ΟΤΕ, δεν είδα χρυσάφι στο δημόσιο. Μόνο μολύβι· πολύ μολύβι. Μην παρεξηγηθώ: σε κάποιες περιστάσεις -όπως είναι η υγεία ή η παιδεία- ο μόλυβδος είναι εξαιρετικά χρήσιμος.
Στις ΔΕΚΟ όμως δεν υπάρχει χρυσάφι. Ακόμη και όταν υπάρξει αυτή η ευτυχής και σχεδόν απίθανη συγκυρία, να υπάρξει δηλαδή αλχημιστής που θα κάνει το μολύβι να λάμψει σαν χρυσός, τότε γίνονται εκλογές. Και τις κερδίζει η ΝΔ…
Παρουσίαση του βιβλίου «Χρυσάφι είναι το δημόσιο. Ρητορεία και πραγματικότητα των μεταρρυθμίσεων» του Δημήτρη Β. Παπούλια. Εκδόσεις «Εστία». Στοά Βιβλίου, Αθήνα 12.12.2007