Στην Ελλάδα υπάρχει πρόβλημα ανοχής στα ρατσιστικά φαινόμενα, η οποία υπό άλλες συνθήκες μπορεί να δημιουργήσει ρατσιστικό πρόβλημα.
H θλιβερή υπόθεση με τον βιασμό της μαθήτριας στο υπό κατάληψη σχολείο της Αμάρυνθου Ευβοίας, φέρνει στην επιφάνεια πολλές παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας, εκείνες που προτιμάμε πάντα να τις έχουμε κάτω από το χαλί.
Κατ’ αρχήν αναδεικνύει για μια ακόμη φορά τα χάλια του ελληνικού τηλεοπτικού τοπίου, όπου διάφοροι κυνηγοί των βραχυπρόθεσμων βραβείων της AGB, αφού βγάλουν ένα μικρό δεκάρικο περί τήρησης των κανόνων δεοντολογίας, προχωρούν σε καταφανείς παραβιάσεις της. Ενώ προλέγουν, ότι «εμείς, δεν είμαστε εδώ να υποκαταστήσουμε τη Δικαιοσύνη και να κάνουμε ανακρίσεις» προχωρούν υπό το πρόσχημα της διαφώτισης του κοινού στην εκμαΐευση διάφορων γαργαλιστικών λεπτομερειών από τους πρωταγωνιστές ή τους δευτεραγωνιστές της υπόθεσης. Ερωτήσεις του τύπου «και τι σας είπε ο γιος σας για την υπόθεση;» ή «πως γύρισε η κόρη σας από το σχολείο;» ή «το κινητό του παιδιού σας μπορεί να βιντεοσκοπήσει;», ανήκουν στην τακτική ανάκριση ή μπορεί να φανερώνουν την άρρωστη πλησμονή για τα νούμερα της τηλεθέασης.
Σημαντικότερο όμως είναι το πρόβλημα του ρατσισμού που αναδεικνύεται για μια ακόμη φορά στην ελληνική κοινωνία. Η παθούσα ήταν γυναίκα και ακόμη χειρότερα, βουλγαρικής καταγωγής. Τα στερεότυπα «Προσεχώς Βουλγάρες» δημιουργούν σε πολλούς, απερίσκεπτους συνειρμούς, ότι ο βιασμός δεν ήταν και τόσο βιασμός, αλλά εκούσια ερωτική πράξη.
Το γεγονός δε ότι προχθές υπήρξε αυθόρμητη διαδήλωση κατοίκων της Αμάρυνθου υπέρ των κατηγορουμένων γκρεμίζει ένα ακόμη μύθο περί απρόσβλητου των ελληνικών γονιδίων από τον ιό του ρατσισμού.
Πολλοί ισχυρίζονται ότι «οι Ελληνες δεν είναι ρατσιστές». Αυτό είναι λάθος, όπως λάθος είναι και το αντίθετό του, ότι δηλαδή «οι Ελληνες είναι ρατσιστές». Αυτή καθ’ αυτή η απόφανση περί ρατσισμού ή μη ρατσισμού μιας ολόκληρης εθνοτικής ομάδος, είναι… ρατσισμός. Προσδίδει σε ένα σύνολο ανθρώπων ένα χαρακτηριστικό (θετικό ή αρνητικό, δεν έχει σημασία) το οποίο φυσικά δεν μπορεί να έχει σχέση με την πραγματικότητα. Υπάρχουν ρατσιστικές συμπεριφορές από Ελληνες, όπως και αντιρατσιστικές συμπεριφορές από συμπατριώτες τους.
Κάποιοι ισχυρίζονται ότι τα ρατσιστικά συμβάντα είναι λίγα στην ελληνική κοινωνία. Πιθανώς να είναι κι έτσι, αλλά αυτή η διαπίστωση ανήκει στον χώρο της αερολογίας. Δεν καταγράφονται, τουλάχιστον όχι ακόμη σε στατιστικές, για να ξέρουμε πού βρισκόμαστε. Κάποιοι άλλοι ισχυρίζονται ότι οι ρατσιστές ανάμεσά μας είναι λίγοι και καταδικαστέοι. Πιθανόν κι αυτό να είναι αληθές, αλλά πάλι σάμπως η Κου Κλουξ Κλαν, ήταν πλειοψηφία στις ΗΠΑ; Το ζήτημα του ρατσισμού σε μια κοινωνία αντικειμενικά δεν μπορεί να εξεταστεί από το ξεψάχνισμα των μελών της. Το πρόβλημα του ρατσισμού φαίνεται την επόμενη μέρα από την εκδήλωση ενός ρατσιστικού συμβάντος. Από την απέχθεια ή τη δικαιολόγηση που θα κάνουν τα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας. Κι εδώ αρχίζουν τα θλιβερά της δικής μας κοινωνίας.
Η ελληνική κοινωνία δυστυχώς στάθηκε ανεκτική σε κάθε ρατσιστικό έγκλημα. Είτε αυτό αφορούσε τον ξυλοδαρμό των Αλβανών που πανηγύριζαν για τη νίκη της εθνικής τους ομάδας είτε στη δολοφονία ενός παλικαριού στην Ζάκυνθο (συμβάν το οποίο βολικά ξεχάστηκε) είτε στον ξεσηκωμό της τοπικής κοινωνίας της Αμάρυνθου να διώξουν τις ξένες, τις Βουλγάρες, που τόλμησαν να καταγγείλουν ένα βιασμό.
Υπάρχει λοιπόν πρόβλημα ρατσισμού στην Ελλάδα; Ισως όχι, αλλά υπάρχει τεράστιο πρόβλημα ανοχής στα ρατσιστικά φαινόμενα, ανοχή η οποία υπό άλλες συνθήκες μπορεί να δημιουργήσει τεράστιο πρόβλημα. Καλά είναι να το κοιτάξουμε κατάματα από τώρα, διότι αργότερα ίσως να μην μπορεί να αντιμετωπιστεί.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 2.11.2006