Αυτό που αναδεικνύουν οι φοιτητικές κινητοποιήσεις είναι ότι, σε επίπεδο εκπροσώπησης, εμφανίζεται μια γενιά αντίγραφο των γονιών της.
H χαριτωμένη εκπρόσωπος των φοιτητών έδειχνε να έχει το τηλεοπτικό τσαγανό που απαιτείται για να σταθεί κάποιος σε μια τηλεοπτική συζήτηση. Κατακεραύνωνε τους πάντες: Την αντίδραση και τη ΔΑΠ-ΝΔΦΚ. Το αόρατο νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας και το άρθρο 16. Τον εργασιακό μεσαίωνα και την ανεργία. Φρέσκο πρόσωπο, απ’ αυτά που χρειάζεται η τηλεοπτική κρεατομηχανή, έγινε γρήγορα η προτίμηση των καναλιών. Εβλεπες και χαιρόσουν την ορμή, μα σαν πρόσεχες τον λόγο νόμιζες πως ακούς οικοδόμο του ΠΑΜΕ. Η ίδια φρασεολογία, τα ίδια επιχειρήματα, η ίδια στεγνή άρνηση.
Δύο στοιχεία των κινητοποιήσεων δημιουργούν την ελπίδα ότι η νέα γενιά θα αλλάξει κάτι σε αυτή τη χώρα. Τα σατιρικά σκίτσα κατά των υπουργών και η εκτεταμένη χρήση του Διαδικτύου για την οργάνωση της αντίδρασης. Κατά τα άλλα, η όψη των κινητοποιήσεων δεν διέφερε από τις απεργίες της «Ολυμπιακής». Ακόμη και τα πανό, την αισθητική των συνδικάτων είχαν.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αναδεικνύουν αυτές οι κινητοποιήσεις δεν είναι η αποπομπή των μεταρρυθμίσεων. Δεν είναι η αναταραχή χωρίς νομοσχέδιο. Είναι το γεγονός ότι, τουλάχιστον σε επίπεδο εκπροσώπησης, παρήχθη μια γενιά αντίγραφο των γονιών της. Μια γενιά που μοιάζει βολεμένη στο σημερινό τέλμα, που φοβάται τις αλλαγές αντί να τις διαμορφώνει.
Κορυφαίο παράδειγμα αυτού είναι η φοιτητική οργάνωση του ΠΑΣΟΚ. Η ΠΑΣΠ δεν αναπαράγει καν τις καινοτόμες προτάσεις του Γ. Παπανδρέου για μη κρατικά ΑΕΙ. Αναπαράγει τον στείρο λόγο του προπροηγούμενου ΠΑΣΟΚ. Είτε, δηλαδή, ακούς εκπρόσωπο της ΠΑΣΠ, είτε τον κ. Ακη Τσοχατζόπουλο τα ίδια καταλαβαίνεις. Κι αν η νεολαία του δεύτερου μεγαλύτερου κόμματος στη χώρα αναπαράγει τον λόγο των εβδομηντάρηδων, τότε η χώρα έχει τεράστιο πρόβλημα.
Είχε πολλά «όχι» και μονάχα ένα «ναι» η τελευταία κινητοποίηση. «Οχι στον νόμο-πλαίσιο», «όχι στην τροποποίηση του ασύλου», «όχι στην αξιολόγηση», «όχι στο ινστιτούτο διά βίου εκπαίδευσης», «όχι στα ιδιωτικά πανεπιστήμια». Το μόνο «ναι» (καθ’ όλα δίκαιο) αφορούσε την αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης. Ετσι όμως δεν αρθρώνονται και τα αιτήματα των εργαζομένων στην «Ολυμπιακή»; Το μόνο «ναι» που λένε κι εκείνοι (καθ’ όλα άδικο) αφορά την κρατική χρηματοδότηση. Σε κάθε άλλη αλλαγή είναι αρνητικοί.
Αλλά ακόμη κι αν ψάξουμε κάτω απ’ όλα τα «όχι» θα ξεπροβάλει τεράστιο το αίτημα του κρατικού βολέματος. Ο μεγαλύτερος καβγάς γίνεται για τα αποκαλούμενα «εργασιακά δικαιώματα». Οχι στον ιδιωτικό τομέα. Εκεί, είναι γνωστό πως προτιμούν ένα απόφοιτο ξένου πανεπιστημίου από ένα απόφοιτο ελληνικού. Το πρόβλημα που θα δημιουργήσουν τα μη κρατικά ΑΕΙ ή το ινστιτούτο διά βίου εκπαίδευσης, αφορά τα «εργασιακά δικαιώματα» στο Δημόσιο. Η ελληνική κοινωνία -και δυστυχώς οι νέοι της- βρήκε τη βασιλική οδό προς το βόλεμα. Εξι χρόνια στο δημοτικό, έξι στο γυμνάσιο, x στο πανεπιστήμιο και «θέλουμε (κρατική) δουλειά και όχι ανεργία». Αυτό το κεκτημένο φαίνεται πλέον να απειλείται.
Είναι πολύ πιθανόν να γενικεύουμε ανεπίτρεπτα. Να κρίνουμε τη νέα γενιά από τη συνδικαλιστική της εκπροσώπηση. Αυτή δεν εκλέγεται και με τις πλέον φυσιολογικές δημοκρατικές διαδικασίες και ίσως γι’ αυτό αναπαράγει το δικό μας σύστημα. Ελπίζουμε πως η σιωπηρή πλειοψηφία απέχει έτη φωτός απ’ αυτό που σήμερα βλέπουμε στα κανάλια. Αυτή η πλειοψηφία όμως απέχει κι από τις διαδικασίες που αναδεικνύουν τους εκπροσώπους των. Κι όπως οι κακοί πολιτικοί εκλέγονται από τους καλούς πολίτες που δεν πάνε να ψηφίσουν, έτσι και οι κακοί συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι βγαίνουν από τους καλούς φοιτητές που απέχουν.
Το στοίχημα λοιπόν των νέων είναι να αποδείξουν ότι δεν είναι σαν τους συνδικαλιστικούς τους εκπροσώπους. Οτι δηλαδή δεν είναι κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν μας…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 20.6.2006