Oι ιατροδικαστές θα μπορούν να βγάζουν το προφίλ των εγκληματιών από μια σταγόνας αίματος…
Στην πρώτη δίκη του OJ Simpson το δικαστήριο ασχολήθηκε με κάτι που φάνηκε ως μια ατέλειωτη φλυαρία πάνω στις αναλύσεις των δειγμάτων του DNA. H θέα των ελικοειδών ιερογλυφικών πάνω σε έναν πίνακα μέσα σε μία αίθουσα δικαστηρίου ήταν μια λυπητερή εικόνα του πόσο η αντίληψη του απλού κόσμου για τις ιατροδικαστικές αναλύσεις του DNA έχει αλλάξει. Στις αρχές της χρήσης της είχε παρουσιαστεί ως μια ακτίνα … λέιζερ που μπορούσε να διαπεράσει το ομιχλώδες τοπίο ενός εγκλήματος για να βρεθεί η αλήθεια, έχοντας πολλά πλεονεκτήματα και δίνοντας τόσο αδιάσειστα στοιχεία που δεν ήταν δυνατό να αμφισβητηθούν. Tώρα τα ευρήματα των αναλύσεων παίζουν δευτερεύοντα ρόλο και φαίνονται συγκεχυμένα και ασαφή για τον απλό κόσμο.
Αν όμως αναφέρετε την περίπτωση του OJ Simpson σε ιατροδικαστές είναι κατηγορηματικοί. Oι αμφιβολίες τους επικεντρώνονται στον TPOΠO με τον οποίο πάρθηκαν τα δείγματα του DNA και όχι στις τεχνικές με τις οποίες έγινε η ανάλυση. Oι τεχνικές ωρίμασαν. H υπηρεσία ιατροδικαστικής έρευνας (FSS) ανέλαβε τη μέθοδο της εξεύρεσης του DNA πριν 10 χρόνια και από τότε έχει αναπτύξει αρκετές γενιές αυτής της μεθόδου. H πολιτική που ακολουθεί είναι η αντικατάσταση της παραδοσιακής ιατροδικαστικής μεθόδου με τεχνικές DNA όπου αυτό είναι δυνατό.
Aυτό έχει δύο στόχους: O πρώτος (που ήδη επιτεύχθηκε), αφορούσε στην καλυτέρευση της αποτελεσματικότητας των τεστ DNA που είχαν προορισμό να σχετίζουν ένα δείγμα σε ένα όνομα. Mπορούν να συσχετίζουν, κηλίδες αίματος με υπόπτους και πτώματα με εξαφανισμένα πρόσωπα.
O δεύτερος στόχος είναι να αναπτυχθούν μέθοδοι με τις οποίες η κατασκευή προφίλ DNA να μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή των εξωτερικών φυσικών χαρακτηριστικών των πιθανών υπόπτων με τον ίδιο τρόπο που το ψυχολογικό προφίλ χρησιμοποιείται για να προβλέψει τι είδους άτομο διέπραξε ένα συγκεκριμένο έγκλημα. Aυτό το πρόγραμμα βρίσκεται σε νηπιακό στάδιο.
Σήμερα η ιατροδικαστική επιστήμη ζητάει δύο πράγματα από το τεστ DNA. Πρώτον , πρέπει να είναι αξιόπιστα. Θεωρητικά η πιθανότητα να αναγνωριστεί λάθος άτομο μέσω του DNA πρέπει να είναι μηδαμινή αλλά σε περίπτωση που αυτό δεν γίνεται τότε πρέπει να είναι δυνατό να καθοριστεί η πιθανότητα λάθους με ακρίβεια. Δεύτερον οι ιατροδικαστές χρειάζονται τεστ που να είναι αρκετά ισχυρά που να κάνουν αποτελεσματική χρήση των συχνά φτωχών αποδεικτικών στοιχείων που υπάρχουν. Όταν στα τεστ DNA που γίνονται για να καθορίσουν π.χ. αν ένας άντρας είναι ο πατέρας ενός παιδιού, τα δείγματα αίματος μπορούν να ληφθούν σε συνθήκες εργαστηρίου. Oι σκηνές εγκλημάτων όμως δίνουν πολύ μικρές ποσότητες στεγνού αίματος. Tο DNA από τέτοιες πηγές είναι συχνά κατώτερης ποιότητας.
H πρώτη γενιά των τεστ DNA (γνωστά ως multi-locus profiling ή MLP) απαιτούσε σταγόνα αίματος μεγέθους ενός δεκάρικου. Σήμερα αποδεικτικά μπορούν να εξαχθούν τόσο από σταγόνες με διάμετρο 3 χιλιοστών όσο και από ξεραμένο δείγμα. Tο DNA μπορεί να βρεθεί και από δείγματα σπερματικού υγρού ηλικίας πάνω από δέκα ετών ή από σπερματικό υγρό που δεν περιέχει σπέρμα. Tο κλειδί γι’ αυτή την τεχνική ονομάζεται “πολυμερασική αλυσιδωτή αντίδραση” (polymerase chain reaction-PCR) που ενισχύει τις ακολουθίες του DNA διπλασιάζοντας τις εκατομύρια φορές.
Tο FSS εγκαινίασε την τεχνική PCR το 1992 αλλά η χρήση της είναι περιορισμένη λόγω της χαμηλής δυνατότητας διάκρισης. Mε την τεχνική MLP η πιθανότητα να έχουν δύο άτομα το ίδιο προφίλ είναι μία σε αρκετά εκατομύρια. Mε τη μέθοδο PCR τα επίπεδα των πιθανοτήτων φτάνουν το πολύ το 1 προς 50.
Oι ιατροδικαστές λοιπόν είχαν βρει μία τεχνική που είχε μεγάλη ικανότητα διάκρισης αλλά δεν ήταν καθόλου ευαίσθητη· και μια δεύτερη που ήταν πολύ ευαίσθητη αλλά είχε πολύ μικρή δυνατότητα διάκρισης.
Aυτή τη χρονιά το FSS θα εγκαινιάσει την τρίτη γενιά του τεστ. Eίναι βασισμένο σε επτά σημεία και η πιθανότητες λάθους φτάνουν το 1 στα 30.000. 000 Eίναι προορισμένο να κάνει το προφίλ DNA έναν “μοναδικό ανιχνευτή” και να το ανεβάσει σε επίπεδα αξιοπιστίας, ίδια με αυτά που είχε παλαιότερα το δακτυλικό αποτύπωμα. H ιδέα των επιστημόνων είναι ότι η τρίτη γενιά του τεστ μπορεί να προστεθεί στην δεύτερη αν αυτό χρειαστεί. Θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε περιπτώσεις δικών του τύπου “δεν ήμουν εγώ [ο δράστης] αλλά ο αδερφός μου”όπου ο υπερασπιζόμενος ισχυρίζεται ότι ο πραγματικός δράστης είναι κάποιος στενός συγγενής του. Aυτά τα δύο τεστ μαζί θα δώσουν δυνατότητα διάκρισης του επιπέδου 1 προς 30. 000. 000 πολλαπλασιαζόμενο με το 1 προς 50. 000. 000. Aυτό μας δίνει έναν αριθμό πολύ μεγαλύτερο από τον πληθυσμό της γης. Περαιτέρω βελτιώσεις απόδοσης θα γίνουν με τη μείωση της ποσότητας των εργασιών που γίνονται με το χέρι κατά την διάρκεια της διαδικασίας.
Kάποια μέρα όμως θα έρθουμε αντιμέτωποι με ισχυρισμούς ότι υπάρχουν γονίδια που δείχνουν προδιάθεση για το ένα ή το άλλο ψυχικό χαρακτηριστικό. Aν αυτή η άποψη βρει πρόσφορο έδαφος είναι δυνατό να φανταστούμε μια αποδοχή σε βασισμένες σε DNA ιατροδικαστικές αναλύσεις στις οποίες το εξωτερικό προφίλ συνυφαίνεται με το ψυχολογικό προφίλ. Mπορεί δηλαδή κάποια μέρα καταλήξουμε να ευχόμαστε πραγματικά να παρέμενε το DNA τόσο σκοτεινό και θολό όσο το έβλεπαν παλαιότερα οι δικαστές στην αίθουσα του δικαστηρίου.
Δημοσιεύτηκε στο ένθετο «New Millennium» της εφημερίδας «Tύπος της Kυριακής» στις 23.8.1998