Αυτή τη στιγμή στον θεσσαλικό κάμπο διαδραματίζεται το απόλυτο παράδοξο. Επιδοτούμε την παραγωγή του αχρείαστου (βαμβάκι), ενισχύοντας την σπατάλη του αναγκαίου (νερό).
Περίσσεψαν πάλι οι διαμαρτυρίες των αγροτών του θεσσαλικού κάμπου για τη λειψυδρία. Συνδικαλιστικοί τους εκπρόσωποι βρήκαν στην τηλεοπτική ρούγα κραυγάζοντας: «Καταστρεφόμαστε! Αν δεν έρθει ο Αχελώος θα υπάρξει κοινωνικό πρόβλημα». Και το ερώτημα είναι απλό: Αν «έρθει» και δεν φτάσει ο Αχελώος, τότε τι θα εκτρέψουμε; Τον Αλιάκμονα;
Αυτή τη στιγμή στον θεσσαλικό κάμπο διαδραματίζεται το απόλυτο παράδοξο. Επιδοτούμε την παραγωγή του αχρείαστου (βαμβάκι), ενισχύοντας την σπατάλη του αναγκαίου (νερό) δημιουργώντας διαμαρτυρόμενους δύο τύπων: εκείνους που καλλιεργούν τον κάμπο και θέλουν περισσότερο νερό και τους άλλους στο βουνό που δεν καλλιεργούν και τους λείπει το νερό. Παράλληλα δημιουργούμε διαφθορά (τα βαμβάκια ραντίζονται με μαρμαρόσκονη για να αυξηθεί το βάρος), ενώ στήνουμε δαιδαλώδεις μηχανισμούς ελέγχου οι οποίοι με τον καιρό και αυτοί θα διαφθαρούν. Υπάρχουν και εξωτερικές επιπτώσεις. Η ενίσχυση των βαμβακοπαραγωγών της Ευρώπης χρεοκοπεί τους αγρότες του τρίτου κόσμου, τους οποίους οι φορολογούμενοι πρέπει να επιδοτήσουν διά της εξωτερικής βοήθειας. Αυτή, φυσικά, είναι πάντα λειψή. Ετσι χύνουμε μαύρο δάκρυ για τους «απόκληρους της παγκοσμιοποίησης», ενώ τους στραγγαλίζουμε.
Η κοινή αγροτική πολιτική αποτελεί το τζακ-ποτ των γραφειοκρατικών ρυθμίσεων στην οικονομία. Φτιάχνει αγρότες που δεν συμβάλλουν στον κοινό πλούτο, αλλά απομυζούν απ’ αυτόν. Χωρίς να ενισχύει την παραγωγή, διευρύνει τη σπατάλη. Δημιουργεί μια οιονεί τάξη δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι εκτός από εισόδημα θέλουν να έχουν εξασφαλισμένο και νερό – βρέξει δεν βρέξει, χιονίσει δεν χιονίσει. Κι αν δεν καταστραφεί περιβαλλοντικά η Ελλάδα, υπάρχει η «Βιοκαρπέτ» για να την κόψουν στη μέση.
Η ενίσχυση κάποιας επαγγελματικής τάξης μπορεί να έχει νόημα σε περιόδους ραγδαίων παραγωγικών ανακατατάξεων, ώστε να γίνει ομαλά η ένταξη των μελών της στις νέες συνθήκες. Το πρόβλημα είναι ότι η ενίσχυση αυτή λαμβάνει σκληρά χαρακτηριστικά. Γίνεται ντε φάκτο κεκτημένο, με αποτέλεσμα να επιδοτείται μακροχρόνια η παραγωγή του πλεονασματικού (που καταλήγει σε χωματερές) και να σπαταλιούνται σπάνιοι φυσικοί πόροι.
Οσες εκκλήσεις και αν κάνουμε για τη λειψυδρία, όσα σποτ και αν φτιαχτούν (πάλι με χρήματα των φορολογούμενων), η σπατάλη δεν πρόκειται να σταματήσει. Κι αυτό γιατί μπορεί το στέγνωμα του Πηνειού και η εκτροπή του Αχελώου να είναι ένας γιγαντιαίος παραλογισμός, η επιδότηση όμως της βαμβακοπαραγωγής και η δωρεάν παροχή ύδατος κάνει τη σπατάλη οικονομικά ορθολογική για κάθε αγρότη ξεχωριστά.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 4.8.2007