Κάποτε λέγαμε «verba volant, scripta manent» (τα λόγια πετούν, αλλά τα γραπτά μένουν). Αυτό ίσχυε από την ρωμαϊκή εποχή μέχρι σήμερα και παντού. Είναι δυνατόν να μην ισχύει στον ιερότερο χώρο της Δημοκρατίας μας, στην Βουλή (ημών) των Ελλήνων;
Τελικά, έπρεπε να γίνει ο «Όθρυς», «βουνό» για να μάθουμε το εξής εκπληκτικό: Αυτά που θα διαβάσουν οι ιστορικοί για τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα του 2004, θα αποτελούν μια εικονική πραγματικότητα. Κάθε ομιλητής στη Βουλή έχει το δικαίωμα να αλλάζει τα πρακτικά -ελπίζουμε μόνο στα σημεία που αφορούν τις δικές του παρεμβάσεις- κατά το δοκούν. Αυτό ισχυρίζεται ο υπουργός Εθνικής Αμύνης και πιθανότατα λέει την αλήθεια. Κάθε πολιτικός μπορεί να ωραιοποιεί την εικόνα του στις μέλλουσες γενεές, έτσι ώστε η «παραπάνω κουβέντα» του να μην καταγραφεί στην ιστορία.
Μόνο που εδώ αρχίζουν τα προβλήματα. Κατ’ αρχήν η Βουλή δεν είναι καφενείο. Είναι η συλλογική έκφραση της θέλησης του ελληνικού λαού. Σε ένα καφενείο μπορείς να λες ότι θες και μετά να αποζητάς τη λήθη, λέγοντας «είπαμε μια κουβέντα παραπάνω, βρε αδελφέ, αλλά τώρα ψωμί κι αλάτι». Στη Βουλή, όμως, γι’ αυτό υπάρχουν τα πρακτικά. Επειδή δεν είναι καφενείο. Πρέπει να αποτυπώνεται ο ακριβής λόγος όσων απευθύνονται στο σώμα. Όσοι παίρνουν τον λόγο δεν εκπροσωπούν τον εαυτό τους. Μιλούν εκ μέρους του ελληνικού λαού. Τα πρακτικά λοιπόν που κρατούνται είναι η γραπτή αποτύπωση της θέλησης αυτού του λαού. Δεν μπαίνουν σε διαδικασία διόρθωσης. Αλλιώς δεν υπάρχει λόγος να κρατιούνται πρακτικά. Κάθε ομιλών θα μπορούσε να δώσει (και γραπτώς) την δική του εκδοχή της συζήτησης που έγινε στη Βουλή.
Για τον ίδιο λόγο είναι αδιανόητο να λείπουν από τον δικτυακό τόπο της Βουλής ολόκληρες σελίδες πρακτικών. Αυτές δεν ανήκουν στον ομιλούντα, ανήκουν σε όλους μας. Δεν μπορεί να εξαφανίζονται και δεν μπορεί να αλλάζουν.
Τον Μάιο του 2002, λίγους μήνες μετά την ανάληψη της υπουργίας ΠΕΧΩΔΕ από την κ. Βάσω Παπανδρέου, αποκαλύφθηκε ότι από τον δικτυακό τόπο του υπουργείου είχαν εξαφανιστεί τα δελτία τύπου της εποχής Λαλιώτη.
Γράφαμε, λοιπόν τότε, απ’ αυτή εδώ τη στήλη: «Η υπόθεση της διαγραφής της ηλεκτρονικής ιστορίας του ΥΠΕΧΩΔΕ έχει δύο γελοίες και μια σοβαρή διάσταση. Το γελοίον του πράγματος αφορά τις πολιτικάντικες πρακτικές του υπουργείου για να δυσκολέψουν εκείνους που θέλουν να ασκήσουν κριτική στη δραστηριότητα του. Παλιότερα οποιοσδήποτε Πολίτης (και φορολογούμενος, που πληρώνει τον δικτυακό τόπο κάθε υπουργείου) μπορούσε να πληκτρολογήσει www.minenv.gr ώστε να συγκρίνει εξαγγελίες και πεπραγμένα. Με την διαγραφή των αρχείων, η κριτική δυσκολεύει αφάνταστα. Η άλλη γελοιότητα αφορά το γεγονός ότι κάθε νέος υπουργός ΠΑΣΟΚ που αναλαμβάνει ένα τομέα, προσπαθεί να σβήσει (πέραν των συνεργατών) μέχρι και τα ηλεκτρονικά αποτυπώματα του πρώην.
Το σοβαρό της ιστορίας είναι πως όλες οι ηλεκτρονικές ανακοινώσεις της δημόσιας διοίκησης αποτελούν ψήγματα της ιστορίας αυτού του τόπου. Πρέπει να υπάρχουν online εσαεί, είτε βολεύει τους υπουργούς, είτε όχι.» (Απογευματινή 22.5.2002)
Τότε, είχε ξεσηκωθεί σάλος και δικαίως. Ότι πληροφορία παράγει το δημόσιο είναι ιδιοκτησία του ελληνικού λαού και ουδείς μπορεί να την διαγράφει. Πόσο μάλλον αν πρόκειται για πρακτικά της Βουλής, του ιερότερου χώρου της Ελληνικής Δημοκρατίας. Η πρόεδρος του σώματος λοιπόν οφείλει άμεσα να ερευνήσει το θέμα. Και να επιβάλλει σκληρές κυρώσεις. Δεν μπορεί επ’ ουδενί η βούληση του ελληνικού λαού να εξαφανίζεται κατ’ αυτόν τον τρόπο!
Δεύτερο παράδειγμα: Όταν έσκασε το σκάνδαλο «Γουοτεργκέιτ» στις ΗΠΑ, αποκαλύφθηκε ότι ο τότε πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον ηχογραφούσε τις συνομιλίες που είχε με τους συνεργάτες του στο Οβάλ Γραφείο. Οι δικαστικές αρχές ζήτησαν τις μαγνητοταινίες και η πρώτη γραμμή άμυνας του Λευκού Οίκου ήταν πως αυτές εμπεριείχαν προσωπικές συνομιλίες του Προέδρου και αφορούσαν μόνο τον ίδιο. Οι δικαστές νομολόγησαν πως οι συζητήσεις έγιναν σε κρατικό χώρο και με κρατικά μηχανήματα. Άρα ήταν δημόσια περιουσία και ανήκαν στην ιστορία των ΗΠΑ. Τελικά ο Ρίτσαρντ Νίξον παρέδωσε τις κασέτες, αλλά είχαν σβηστεί απ’ αυτές δέκα λεπτά. Αυτό ήταν το τέλος του.
Η Δημοκρατία οφείλει πρώτα απ’ όλα να έχει κανόνες. Απαράβατους. Αν τα πρακτικά της Βουλής μπορούν να τροποποιούνται ή να εξαφανίζονται τότε πρέπει να υπάρχει κάτι πολύ σάπιο στην Πλατεία Συντάγματος. Κι αυτό πρέπει να διορθωθεί άμεσα. Για το καλό της Δημοκρατίας, για το καλό όλων μας…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 22.9.2004