Η επιστροφή στην πολιτική λοιπόν είναι ένα λογικό αίτημα. Μόνο που αυτή πρέπει να είναι καθολική. Αλλιώς εκείνοι που επιστρέφουν θα νιώθουν πολλή μοναξιά.
Ενα από τα αγαπημένα και διαχρονικά θέματα των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης είναι η «επιστροφή της πολιτικής». Η εξήγησή τους για όλα τα δεινά της χώρας είναι το γεγονός ότι το πολιτικό προσωπικό της χώρας λειτουργεί όλο και περισσότερο αυτοαναφορικά. Δεν ασχολείται πλέον με τις προκλήσεις που έχει μπροστά του ο τόπος, ούτε με τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πολίτες. Αντιθέτως, οι πολιτικοί μας αναλώνονται με το εσωτερικό παίγνιο της πολιτικής, με τους εσωκομματικούς συσχετισμούς και γενικώς με όλα εκείνα τα κόλπα (δηλώσεις που έχουν αιχμές ή ιδιαίτερο νόημα, ψιθύρους, παραπολιτικά, life style κ.λπ.) που είναι μεν συναρπαστικά για τους ίδιους, αλλά αδιάφορα για τους πολίτες. Γι’ αυτό κάθε λίγο και λιγάκι κάποιος θα σημάνει το εγερτήριο σάλπισμα: «Οι πολιτικοί πρέπει να επιστρέψουν στην πολιτική. Πρέπει να ασχοληθούν με τα πραγματικά προβλήματα του τόπου».
Το συμπέρασμα είναι ορθό, αλλά μπαίνει κι ένα ερώτημα: Αν οι πολιτικοί επιστρέψουν στην πολιτική, ποιους θα βρουν εκεί; Σίγουρα όχι τους δημοσιογράφους οι οποίοι με άλλα ασχολούνται. Για την ακρίβεια με όσα ασχολούνται και οι πολιτικοί: Με δηλώσεις που έχουν αιχμές ή ιδιαίτερο νόημα, ψιθύρους, παραπολιτικά, life style κ.λπ.
Την Κυριακή που μας πέρασε ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών έδωσε μια συνέντευξη στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία». Σ’ αυτή είπε αλήθειες και ψέματα. Η αλήθεια είναι ότι η οικονομία μας πάει από το κακό στο χειρότερο. Η ανταγωνιστικότητα κατρακυλάει, τα ελλείμματα διογκώνονται, οι οικονομικοί δείκτες στο σύνολό τους προοιωνίζονται τα χειρότερα. Τα ψέματα ήταν ότι η ελληνική οικονομία βγαίνει λιγότερο τραυματισμένη από τη διεθνή κρίση επειδή έγιναν οι μεταρρυθμίσεις. (Η αλήθεια εδώ είναι ότι η ελληνική οικονομία παρουσιάζει τη χειρότερη επίδοση στην Ευρώπη των «15» -και οσονούπω των «25»- επειδή ακριβώς σε περιόδους πολιτικής και οικονομικής ευφορίας δεν έγιναν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις).
Κι όμως ουδείς ασχολήθηκε ούτε με τις δύσκολες αλήθειες ούτε με τα τραγικά ψέματα του κ. Αλογοσκούφη. Το πολιτικό-δημοσιογραφικό σκηνικό συνταράχτηκε από μια δευτερεύουσα πρόταση σε μια δευτερεύουσα ερώτηση προς τον κ. Αλογοσκούφη. Εγιναν ερωτήσεις στο «πρες-ρουμ» και βαθυστόχαστες αναλύσεις για το αν η ΝΔ θα συμπράξει μετεκλογικώς με το ΠΑΣΟΚ στην περίπτωση μη αυτοδυναμίας. Η οικονομία, τα ελλείμματα, η χαμένη ανταγωνιστικότητα έφτασαν να μοιάζουν με ένα δισέλιδο γαρνίρισμα σε μια και μόνο πιθανολόγηση.
Αυτή η ενασχόληση των Μέσων με τα δευτερεύοντα μοιάζει να έφερε σε δύσκολη θέση τον υπουργό Οικονομίας αλλά κατ’ ουσίαν τον διευκόλυνε. Ετσι, ο κ. Αλογοσκούφης αντί να απολογείται για όσα έκανε ή απέφυγε να πράξει -πως για παράδειγμα με την ευνοϊκότερη φορολόγηση του κεφαλαίου που θέσπισε κατάφερε και να διευρύνει τις ανισότητες αλλά και να μην γίνονται επενδύσεις- άρχισε να εξηγεί τα αυτονόητα: Τι δεν εννοούσε μιλώντας για το μετεκλογικό τοπίο.
Η επιστροφή στην πολιτική λοιπόν είναι ένα λογικό αίτημα. Μόνο που αυτή πρέπει να είναι καθολική. Αλλιώς εκείνοι που επιστρέφουν θα νιώθουν πολλή μοναξιά. Ειδικά οι πολιτικοί για τους οποίους η δημοσιότητα είναι όρος επιβίωσης.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 30.7.2008