Ο εκλιπών Αρχιεπίσκοπος ήταν τέκνο της εποχής του. Κατανόησε την κληρονομιά του λαϊκισμού σ’ αυτή τη χώρα και του φόρεσε άμφια.
Οι περισσότεροι -φίλοι και αντίπαλοι- τού αναγνώρισαν πως ήταν πρώτα λαϊκός ηγέτης και μετά εκκλησιαστικός. Οτι μίλησε στην καρδιά των ανθρώπων. Αλλοι είπαν ότι εξέφρασε τον λαό και ιδιαίτερα τους νέους και κέρδισε ένα μεγάλο μέρος τους. Ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ανθιμος ένιωσε την ανάγκη να του πιστώσει στα θετικά της πορείας ενός αρχιεπισκόπου, το γεγονός ότι έβαλε την Εκκλησία στα δελτία των οκτώ. Και η κ. Παπαρήγα φόρεσε μαύρα και έπιασε στασίδι στην εκκλησία για να τον αποχαιρετίσει.
Ολοι είναι ειλικρινείς. Ο Χριστόδουλος ήταν λαϊκός ηγέτης, δεν υπήρξε πνευματικός ταγός. Μίλησε στην καρδιά και όχι στο μυαλό των ανθρώπων. Ηταν από τη στόφα εκείνων των ηγετών που εκλείπουν. Μάγευε το ακροατήριό του με την ευγλωττία του και χρησιμοποιούσε κορώνες σαν εκείνες του Ανδρέα Παπανδρέου. Με μια διαφορά: ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ εξέφρασε (ορθώς ή λάθος) τις ελπίδες ενός λαού. Ο Αρχιεπίσκοπος τους φόβους του.
Είχε έτοιμο ακροατήριο. Το τελευταίο ευρωβαρόμετρο αποδεικνύει του λόγου το αληθές: οι Ελληνες πολίτες δηλώνουν οι πλέον απαισιόδοξοι και οι πλέον φοβικοί στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Το χωράφι που έριξε τον σπόρο του καλλιεργήθηκε νωρίς και από άλλους: από τη λαϊκιστική δεξιά και από την κομμουνιστογενή αριστερά. Στην αυγή του 21ου αιώνα, ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού φοβάται τους πάντες: Τούρκους και Φυρομιανούς κ.ά. για τα εθνικά, Δυτικούς και Κινέζους κ.ά. για τα οικονομικά. Τρέμουν για τα πάντα: την παγκοσμιοποίηση και την αγορά, τη φτώχεια και την καινοτομία.
Το επικοινωνιακό περιβάλλον που χρησιμοποίησε και τον ανέδειξε, ταίριαζε απόλυτα στο λόγο του. Τα δελτία των οκτώ δεν έχουν πια ειδήσεις. Είναι σειρά θρίλερ για τα δεινά που περνάμε και τα δεινά που θα έρθουν. Προτιμούν μάλιστα τα ανέκδοτα, παρά τον συνεκτικό και αναλυτικό λόγο.
Ο εκλιπών Αρχιεπίσκοπος ήταν τέκνο της εποχής του. Μελέτησε πολύ (όπως εξάλλου δήλωσε και ο ίδιος) και καλά τις ανάγκες των καιρών. Δεν γνωρίζουμε πόσο τις διαμόρφωσε, αλλά σίγουρα ταίριαξε τον λόγο του ώστε να παίζει στα δελτία των οκτώ. Κατανόησε την κληρονομιά του λαϊκισμού σ’ αυτή τη χώρα και του φόρεσε άμφια. Δεν ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε το μπαλκόνι, ήταν ο πρώτος ιεράρχης που βγήκε στο μπαλκόνι. Δεν ήταν ο μόνος που ζήτησε για χάρη του λαού του «να κοιμηθούν οι νόμοι». Προηγήθηκε το «κανένας θεσμός, μόνο ο λαός» του Ανδρέα Παπανδρέου. Δεν ήταν ο πρώτος που διατύπωσε τη θεωρία περί των ισχυρών της γης που επιβουλεύονται τη συνείδηση του έθνους και του λαού. Υπήρξε ολόκληρη φιλολογία πολλών: από την ακροδεξιά μέχρι το ΚΚΕ.
Ο Χριστόδουλος συναντήθηκε με υπόγεια, αλλά ισχυρά ρεύματα της ελληνικής κοινωνίας και έπλευσε μ’ αυτά. Κυρίως ανέδειξε τον συντηρητισμό της. Επαιξε μ’ αυτόν και δικαιώθηκε σε ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού.
Η χειρότερη κληρονομιά του συντηρητισμού είναι ο φόβος. Αυτός που έχει φωλιάσει στην ελληνική κοινωνία και την παραλύει. Γίνεται δε αυτοεκπληρούμενη προσδοκία. Σε περιόδους ραγδαίων αλλαγών, η στασιμότητα του συντηρητισμού χειροτερεύει τη θέση μιας κοινωνίας, με αποτέλεσμα το «όπισθεν ολοταχώς» να φαντάζει λογική θέση. Αυτό το εικονικό καταφύγιο ενός «ιδανικού παρελθόντος» μπορούσε να το προσφέρει καλύτερα απ’ όλους ένας εύγλωττος ιεράρχης.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 3.2.2008