Το αίτημα στον 20ο αιώνα ήταν λιγότερο κράτος, γράφει ο γκουρού της φιλελεύθερης σκέψης κ. Φράνσις Φουκογιάμα. Στον 21ο αιώνα πρέπει να ζητάμε περισσότερο κράτος!
Όσοι ψάχνουν για κάποιον σοσιαλιστή έχασαν. Δεν είναι ούτε ο κ. Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ούτε καν ο κ. Κώστας Βεργόπουλος. Αυτός που ζητάει περισσότερο κράτος είναι ένας (πρώην;) γκουρού της Φιλελεύθερης σκέψης ο κ. Φράνσις Φουκογιάμα. Είναι ο ίδιος άνθρωπος που πριν δώδεκα χρόνια είχε εξοργίσει τους σοσιαλιστές όλου του κόσμου γράφοντας ότι η Ιστορία είχε τελειώσει, πως ο καπιταλισμός και η φιλελεύθερη κοινωνία ήταν το ανώτερο στάδιο της κοινωνικής εξέλιξης. Ο κ. Φουκογιάμα, όπως και πολλοί άλλοι στοχαστές του δυτικού κόσμου, τρόμαξαν από την δολοφονική επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου κι άρχισαν να επανεξετάζουν όλη τη θεωρία τους κοινωνία. Ο αμερικανός φιλόσοφος-σταρ προχώρησε ένα βήμα παραπέρα. Στο τελευταίο του βιβλίο (State-Building: Governance and World Order in the 21st Century), που μόλις βγήκε από τις «Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κορνέλ», ζητά να ανακαλύψουμε εκ νέου την έννοια του κρατισμού. Η επιχειρηματολογία του έχει ενδιαφέρον:
«Ενώ τα μεγάλα προβλήματα του 20ού αιώνα προκλήθηκαν από υπερβολικά ισχυρά έθνη-κράτη, όπως τη Γερμανία, την Ιαπωνία και τη Σοβιετική Ένωση, σήμερα πολλά από τα προβλήματά μας, από τη φτώχεια μέχρι τους πρόσφυγες και από τα ανθρώπινα δικαιώματα και το AIDS έως την τρομοκρατία, προκαλούνται από υπερβολικά αδύναμα κράτη στον αναπτυσσόμενο κόσμο», έγραψε σε πρόσφατο άρθρο του στην (Αριστερή) εφημερίδα «The Observer».
«Η αδυναμία του κράτους βρίσκεται στη ρίζα του αναπτυξιακού προβλήματος στην Αφρική, ενώ μία σειρά από αδύναμα ή καταρρέοντα κράτη, στη Βόρειο Αφρική, τα Βαλκάνια, τη Μέση Ανατολή και τη Νότιο Ασία, προσφέρουν το έδαφος όπου αναπτύσσεται ο ριζοσπαστικός ισλαμισμός και η τρομοκρατία…»
»Η επανάσταση των Ρέιγκαν-Θάτσερ καταπολέμησε σωστά τις υπερβολικές αρμοδιότητες του κράτους, περιορίζοντας το ρυθμιστικό του ρόλο και την κυβερνητική ανάμειξη στην ιδιωτική οικονομική δραστηριότητα. Όταν όμως εφαρμόστηκε και στα αναπτυσσόμενα κράτη, είχε δραματικά αποτελέσματα. Όλες οι πολιτικές που είναι γνωστές σαν «η συναίνεση της Ουάσινγκτον», που προωθήθηκαν από διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) και η Παγκόσμια Τράπεζα, και περιλάμβαναν ιδιωτικοποιήσεις, απελευθέρωση και απορύθμιση του εμπορίου κ.λπ, λησμόνησαν να λάβουν υπόψη τους τη μειωμένη θεσμική ικανότητα πολλών υπό ανάπτυξη χωρών.
»Ο υπερβολικός ζήλος στην επιδίωξη “νεοφιλελεύθερων” προγραμμάτων υπέσκαψε την ισχύ των κρατών να φέρουν εις πέρας ακόμα και συνήθεις και αναγκαίες κυβερνητικές λειτουργίες. Από κράτος που ήλεγχε κάθε πλευρά της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, η Ρωσία κατέληξε να μην μπορεί ούτε καν να συλλέξει φόρους ή να προστατεύσει τους πολίτες της από το έγκλημα. Φαίνεται πια πως, προκειμένου να ολοκληρωθούν με επιτυχία οι ιδιωτικοποιήσεις, που μειώνουν τις αρμοδιότητες του κράτους, χρειάζεται ταυτόχρονα σημαντική κρατική παρουσία. Η Ρωσία, που δε διέθετε κάτι παρόμοιο, ξεπούλησε τηλεπικοινωνίες και εταιρίες ενέργειας σε καλά δικτυωμένους οικονομικούς μεγιστάνες.
»Η Ταϊλάνδη από τη μεριά της απελευθέρωσε την κεφαλαιαγορά της πριν αναπτύξει ένα ευπρεπές σύστημα τραπεζικού ελέγχου: το αποτέλεσμα ήταν να καταρρεύσει το νόμισμά της κατά την ασιατική κρίση του 1997. Οι ελίτ της υποσαχάριας Αφρικής εκμεταλλεύτηκαν τις εντολές του ΔΝΤ για διαρθρωτικές αλλαγές για να περικόψουν ζωτικά κυβερνητικά προγράμματα και να αυξήσουν τις περιουσίες τους. Οι περικοπές στις κρατικές αρμοδιότητες, στις οποίες είχαν προβεί τα περισσότερα αφρικανικά κράτη τις προηγούμενες δεκαετίες, δυσκόλεψε πολύ την αντιμετώπιση της έξαρσης του AIDS.
»Οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου έδειξαν πως η απουσία κυβερνήσεων σε φτωχές και ταραγμένες μεριές του πλανήτη, όπως το Αφγανιστάν, μπορούν να έχουν καταστροφικές επιπτώσεις στην ασφάλεια του αναπτυγμένου κόσμου.»
Το άρθρο που σίγουρα θα ξεκινήσει μια παθιασμένη συζήτηση σε όλο τον κόσμο έχει τίτλο: «Φέρτε πίσω το κράτος»!…
Ολόκληρο το άρθρο (μεταφρασμένο στα ελληνικά) βρίσκεται στην διεύθυνση http://www.ppol.gr/fullarticle.php?id=446
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 20.7.2004