Ο χρωματισμός μιας κατά τεκμήριο κακής είδησης από τους δημοσιογράφους, ανάλογα με τις «εθνικο-αθλητικές» σκοπιμότητες, μαρτυρεί πολλά για το πώς είναι το φίλαθλο πνεύμα στη χώρα μας…
«Έχουμε καλά νέα στο θέμα του ντόπινγκ», ακούστηκε ασθμαίνων στα ερτζιανά ρεπόρτερ πανελλαδικής εμβέλειας ραδιοσταθμού. Πολλοί μάλλον χαμογέλασαν ελπίζοντας: μην απέδειξε την αθωότητά του ο κ. Λεωνίδας Σαμπάνης; Μήπως οι κ.κ. Κώστας Κεντέρης και Κατερίνα Θάνου αποφάσισαν να ρίξουν φως στο ελληνικό «ντόπινγκγκέιτ»; Μήπως οι αθλητές όλου του κόσμου ανέλαβαν πρωτοβουλία να αντιδράσουν συλλογικά στο άγος των αγώνων και στις ουσίες που τραυματίζουν τη νιότη τους; Τίποτε απ’ όλα αυτά. Τα «καλά νέα στο θέμα του ντόπινγκ» ήταν ότι ανακαλύφτηκε ακόμη ένα κρούσμα στους Αγώνες της Αθήνας. Φυσικά ο επιθετικός προσδιορισμός δεν είχε να κάνει ούτε με κατασταλτικές λογικές, του τύπου «κάθε αθλητής που συλλαμβάνεται είναι μια νίκη στη μάχη για καθαρούς αγώνες». Ο ενθουσιασμός των ρεπόρτερ είχε να κάνει με φήμες ότι η πρωταθλήτρια στο άλμα τριπλούν από το Καμερούν κ. Φρανσουά Μπακό βρέθηκε ντοπαρισμένη. Ο εθνικός οίστρος των ρεπόρτερ (δύο ραδιοσταθμών που έτυχε να ακούσω) έκανε ένα μια ιστορία ντόπινγκ «καλά νέα», διότι αυτό κάνει την ελληνίδα αθλήτρια κ. Χρυσοπηγή Δεβετζή χρυσή ολυμπιονίκη.
Η πρώτη ανάγνωση αυτού του δημοσιογραφικού ενθουσιασμού θυμίζει το ανέκδοτο που είχε πει προ ετών ο αρχιεπίσκοπος σε μια από τις επισκέψεις του στα σχολεία. Σύμφωνα με την διήγηση του κ. Χριστόδουλου ο Θεός επισκέφθηκε σε μια πολυεθνική γειτονιά ένα Γάλλο, ένα Γερμανό, ένα Ιταλό κι ένα Ρωμιό. Ρώτησε τον καθένα τι επιθυμία θέλει να του εκπληρώσει. Ο πρώτος ζήτησε μια αγελάδα, ο δεύτερος ένα άλογο, ο Ιταλός μια κατσίκα. Ο έλληνας ζήτησε «να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα».
Βέβαια, ο αρχιεπίσκοπος στην παραβολή του δεν διευκρίνισε τι έκανε τελικά ο Θεός για την κατσίκα του γείτονα, αλλά αν πιστέψουμε την κ. Χρυσοπηγή Δεβετζή και την προπονήτρια της κ. Σοφίας Μπακατσάκη το άτυχο ζώο πρέπει να μετοίκισε εν τόπω χλοερώ.
Η ολυμπιονίκης βρισκόταν σε εκδήλωσης της εταιρίας «Addidas» όταν έμαθε τα «καλά» νέα και δήλωσε χαρακτηριστικά: «Αν έχει συμβεί αυτό ο Θεός με βοήθησε!» (Σ.Σ.: πάει η κατσίκα της συναθλήτριάς της!), ενώ η προπονήτριά της είπε: «Δεν μπορώ να το πιστέψω. Ευχαριστώ τον Θεό, έχω παραληρήσει.»
Στα σοβαρά τώρα: ο Θεός δεν ασχολείται με αντιντόπινγκ κοντρόλ ούτε με τις επιδόσεις των αθλητών. Ούτε καν με τις κατσίκες των παραβολών του Αρχιεπισκόπου. Αυτό που πρέπει να προσέξουμε είναι οι πανηγυρισμοί που έγιναν με αφορμή ένα θετικό κρούσμα ντόπινγκ. Οι πανηγυρισμοί της αθλήτριας και της προπονήτριάς της είναι αιτιολογημένοι. Το χρυσό έχει υψηλότερα πριμ και καλύτερα γαλόνια στο στρατό. Aρα κάθε φυσιολογικός άνθρωπος θα χαιρόταν, άσχετα αν για ίδιους λόγους έβαφε την χαρά του με ολίγον από εθνικό μεγαλείο. Οι πανηγυρικοί των δημοσιογράφων που οφείλονται; Οι τελευταίοι είναι υποτίθεται ότι είναι φορείς αληθών πληροφοριών χωρίς φιοριτούρες και άσκοπους χρωματισμούς («Νεαρέ μου», είχε πει ο Μαρκ Τουέιν σε φέρελπι δημοσιογράφο. «Στην εφημερίδα μου μπορείς να γράφεις όσα ουσιαστικά θες, αλλά αν χρησιμοποιήσεις ένα επίθετο πρέπει να με ρωτήσεις πρώτα»). Πόθεν λοιπόν τα νέα χαρακτηρίζονται «καλά»; Κι αν όλοι οι ξένοι αθλητές πιανόταν «ντοπέ» και Έλληνες κέρδιζαν και τα 3.410 μετάλλια τα νέα θα ήταν «κάλλιστα»;
Κακά τα ψέματα! Δεν πάμε ως φίλαθλοι στο γήπεδο, ούτε χειροκροτούμε τη συμμετοχή και τα αθλητικά ιδεώδη. Το καταπιεσμένο εθνικό μας γινάτι θέλουμε να βγάλουμε μέσα από την προσπάθεια κάποιων αθλητών ή τη «χημεία» κάποιων προπονητών τους. Κι οι ρεπόρτερ μας αυτόν τον «φιλαθλητισμό» υπηρετούν, χωρίζοντας τα νέα σε «καλά» και «κακά». Έτσι χωρίζουν και τα τεστ ντόπινγκ σε «καθαρά» (όταν αφορούν τους ξένους) και «ύποπτα», όταν αφορούν τους έλληνες.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 26.8.2004