Μακάρι να ήταν τα πράγματα τόσο απλά όσο τα παρουσίασε ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου επί τιμή (ε.τ.) κ. Ισίδωρος Ντογιάκος στο άρθρο του «Οι νόμοι και το “κοινό περί δικαίου αίσθημα”» («Καθημερινή», 30.6.2024). Αν η απονομή της δικαιοσύνης ήταν απλώς «η εφαρμογή των νόμων και του Συντάγματος της χώρας», δεν θα χρειαζόμασταν δικαστές. Θα έκαναν τη δουλειά «τα κομπιούτερ και οι αλγόριθμοι» με τεράστια εξοικονόμηση χρόνου. Ομως παρεμβάλλονται άνθρωποι. Θέλουμε τους δικαστές επειδή, ως κοινωνικά όντα, «επηρεάζονται» με τρόπο που δεν «επηρεάζεται» η τεχνητή νοημοσύνη.
Υπάρχουν, ωστόσο, δύο λογιών επιρροές στην απονομή δικαίου: Η μία είναι καταδικαστέα απ’ όλους. Αφορά την άμεση παρέμβαση (πρωτίστως) πολιτικών και (σπανιοτέρως) οικονομικών παραγόντων στους δικαστές. Η παρέμβαση γίνεται είτε με δωροδοκία (ελάχιστες περιπτώσεις έχουν δει το φως της δημοσιότητας) είτε με την υπόσχεση προαγωγών και διορισμών δικαστών μετά τη συνταξιοδότησή τους και άλλα ωφελήματα, από τα πολλά που μπορεί να μοιράσει μια συγκεντρωτική κυβέρνηση ενός αχανούς κράτους. Το τελευταίο, δυστυχώς, πιστοποιείται από πολλά συμβάντα, τόσα που δημιούργησαν την κοινή περί συνδιαλλαγής αίσθηση.
Ο δεύτερος τρόπος επιρροής, διά του «κοινού περί δικαίου αισθήματος», είναι σπάνιος. Από τις χιλιάδες υποθέσεις που δικάζονται κάθε μέρα, ελάχιστες μόνον «ευρίσκονται εις στενωτέραν επαφήν με την λαϊκήν ψυχήν και την λαϊκήν συνείδησιν, καθότι προκαλεί το άμεσον ενδιαφέρον παντός κοινωνού», όπως έγραψε ο αείμνηστος καθηγητής Νικόλαος Ανδρουλάκης και παρέθεσε ο κ. Ντογιάκος.
Η επιρροή διά του «κοινού περί δικαίου αισθήματος» δεν μπαίνει στον ίδιο τορβά με την παρέμβαση πολιτικών ή οικονομικών παραγόντων. Πρώτον, η επιρροή του λαϊκού παράγοντα προβλέπεται θεσμικώς, με τα μεικτά ορκωτά δικαστήρια. Σε πιο φιλελεύθερες χώρες, μόνο οι ένορκοι αποφασίζουν και ας μην είναι τόσο «ανεπηρέαστοι», όσο οι τακτικοί δικαστές. Δεύτερον, το σχήμα που προκρίνει ο κ. Ντογιάκος, ότι μόνο «η ίδια η Δικαιοσύνη έχει θεσπίσει αξιόπιστες και αποτελεσματικές διαδικασίες επανελέγχου τους από ανώτερα δικαστήρια και ανώτερους δικαστικούς λειτουργούς σε περίπτωση νομικού ή ουσιαστικού σφάλματος», κλείνει την τρίτη εξουσία σε έναν φαύλο κι ανέλεγκτο κύκλο.
Ας μην ξεχνάμε ότι η εκτελεστική και η νομοθετική εξουσία αλληλοελέγχονται (στην Ελλάδα μόνο θεωρητικώς), ενώ η δικαστική ελέγχει τις άλλες δύο. Η δικαστική δεν ελέγχεται –και ορθώς– από καμία. Πέρα από την αγαθή προαίρεση των δικαστών (όταν αυτή υφίσταται) δεν υπάρχει άλλη εξασφάλιση για την ορθή απονομή δικαιοσύνης.
Θα συνεχίσουμε αύριο…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 2.7.2024