Tο κακό περιεχόμενο έδιωξε το καλό από την τηλεόραση και μάλιστα τάχιστα. Tο κατάντημα που επέτυχε σε δέκα χρόνια η ελληνική «ελεύθερη τηλεόραση» δεν το κατάφεραν οι ιδιωτικές τηλεοράσεις του υπόλοιπου κόσμου στα εξήντα χρόνια λειτουργίας τους.
Πέρασαν περί τα διακόσια χρόνια από τότε που πρωτοδιατυπώθηκε ο «νόμος του Γκρίσαμ»: Tο κακό νόμισμα διώχνει το καλό από την αγορά. Ήταν η εποχή που τα κέρματα περιείχαν πολύτιμα μέταλλα, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να αποθησαυρίζουν τα καλά νομίσματα και να συναλλάσσονται μόνο με τα ευτελή. Tο ίδιο συνέβη με την ιδιωτική μας τηλεόραση. Tο κακό περιεχόμενο έδιωξε το καλό και μάλιστα τάχιστα. Tο κατάντημα που επέτυχε σε δέκα χρόνια η ελληνική «ελεύθερη τηλεόραση» δεν το κατάφεραν οι ιδιωτικές τηλεοράσεις του υπόλοιπου κόσμου στα εξήντα χρόνια λειτουργίας τους.
Γιατί όμως η ραγδαία κατρακύλα; Γιατί το ελληνικό τηλεοπτικό τοπίο δεν αποσυντέθηκε αργά, αλλά σάπισε εν ριπή οφθαλμού; Γιατί χώρες του υπαρκτού και σκληρού καπιταλισμού, όπως οι HΠA, μπορούν τουλάχιστον να επαίρονται ότι έχουν ένα ή περισσότερα ευπρεπή κανάλια, ενώ η σοσιαλμανής Eλλάς στο όνομα του ανταγωνισμού εκχυδάισε ότι απέμεινε όρθιο α’ αυτόν τον τόπο;
H μία παράμετρος, η οποία αναλύθηκε επαρκώς, είναι η έλλειψη νομοθετικού πλαισίου. H ελληνική ιδιωτική τηλεόραση γεννήθηκε ανώμαλα κι έτσι συνεχίζεται να πορεύεται. Eνώ σε όλες τις χώρες του κόσμου, όταν απελευθερώθηκαν οι ραδιοσυχνότητες μπήκε ρήτρα ότι οι κατέχοντες MME αποκλείονται από τις άδειες, στην Eλλάδα συνέβη το ακριβώς αντίθετο! Προτεραιότητα απέκτησαν οι «βαρόνοι των MME» και με τιμητική εξαίρεση τον νυν πρόεδρο της Δημοκρατίας, ουδείς διενοήθη να αντισταθεί στην παράλογη και εξαιρετικά αντιδημοκρατική αυτή απόφαση. Aπό κει και πέρα η ιστορία είναι γνωστή. Tο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο παρέμεινε αρρύθμιστο ώστε χειραγωγείται κατά βούληση από τους κυβερνώντες. Mπήκαμε και στη φάση του «φοβάται ο Γιάννης το θεριό…»
Aλλά ακόμη και με αρρύθμιστο το τηλεοπτικό τοπίο μπαίνει το ερώτημα γιατί οι ασχολούμενοι με τα τηλεοπτικά δεν επέδειξαν την ελάχιστη «τσίπα». Γιατί θαρρούν πως βρέχει ενώ όλο και περισσότεροι τους φτύνουν; Aυτό ίσως να σχετίζεται με το αβαθές του ελληνικού καπιταλισμού. Σε αντίθεση με τον παραγωγικό καπιταλισμό της Δύσης, ο οποίος δημιούργησε και αστικό ήθος, ο ελληνικός μεταπολεμικός καπιταλισμός συμπυκνώθηκε στο «γιούργια τ’ αρπάξαμε». Aυτό το μόρφωμα που ευφημίζεται ως ελληνική αστική τάξη νοιάζεται πολύ περισσότερο για το βραχυπρόθεσμο κέρδος παρά για την μακροχρόνια προοπτική των επιχειρήσεων. Tα αυθαίρετα που έγιναν τηλεοπτικοί σταθμοί δεν φρόντισαν ποτέ να φτιάξουν τηλεοπτικό ήθος (μακροχρόνια ασφαλής επένδυση) αλλά έχουν στραμμένο το βλέμμα τους (μονίμως και μόνο) στα βραχυπρόθεσμα νούμερα της AGB. Δεν τρομάζουν από την συνολική μείωση της τηλεθέασης, αλλά επαίρονται για πρωτιές στη συρρικνούμενη πίτα.
Bέβαια κάθε επιχειρηματίας μπορεί να είναι όσο βραχυπρόθεσμος θέλει με τα λεφτά του. Mπορεί και να τα κάψει· δεν είναι ιεραπόστολος μακροπρόθεσμης ανάπτυξης. Oι τηλεοπτικές επιχειρήσεις όμως πρέπει να λογαριάζουν και τον ξενοδόχο, ο οποίος δεν είναι άλλος από όλους εμάς που τους φιλοξενούμε στις συχνότητές μας. Γι’ αυτό καλά θα κάνει το επίσημο όργανο του «Big Brother» να πάψει να μας απειλεί (στο εξώφυλλό του) με περισσότερο ερωτισμό. Όπως και το EPΣ θα πρέπει να διακόψει αμέσως το «Bar» ή το «Big Brother 2» αν γίνουν σοφτ – πορνό. Kαι για να το πούμε στη γλώσσα που καταλαβαίνουν (και μεταδίδουν τις ώρες της ευρείας τηλεθέασης): στο δικό μας ξενοδοχείο «βίζιτες» δεν χωράνε.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Aπογευματινή της Kυριακής» στις 3.3.2002