Ο τόπος χρειάζεται μια καινούργια θεωρία μεταρρυθμίσεων. Ενα ιδεολογικό πλαίσιο πέρα από κούφιες ρητορείες και μεταμοντέρνα σχήματα.
Από τις χθεσινοβραδινές τοποθετήσεις των στελεχών της Νέας Δημοκρατίας προκύπτει μια κοινή εκτίμηση περί του εκλογικού αποτελέσματος: οι Ελληνες πολίτες υπερψήφισαν τη Νέα Δημοκρατία, διότι ο πρωθυπουργός σκέφτεται διαρκώς τις μεταρρυθμίσεις. Δεν τις κάνει, αλλά τις σκέφτεται… Και η νέα εντολή είναι να τις ολοκληρώσει.
Καλά είναι όλα αυτά, αλλά μήπως πρέπει να διαβάσουμε το εκλογικό αποτέλεσμα ως έχει, χωρίς να προβάλλουμε τις επιθυμίες ως πραγματικότητα;
Πέρα από τις τεχνικές λεπτομέρειες της πολιτικής (τις αδυναμίες του κ. Παπανδρέου, τη ρητορική δεινότητα του κ. Καραμανλή, την έλξη που ασκεί ο κ. Αλαβάνος στους νέους) υπάρχει και η ουσία της πολιτικής. Τι ψήφισε λοιπόν ο ελληνικός λαός; Κατ’ αρχήν υπερψήφισε μια κυβέρνηση που ρητορεύει διαρκώς για μεταρρυθμίσεις, αλλά δεν ενοχλεί κανένα εφαρμόζοντάς τες. Επληξε τον δικομματισμό υπερψηφίζοντας τους σχηματισμούς της άρνησης. ΚΚΕ, ΛΑΟΣ και ΣΥΡΙΖΑ. -πέρα από τα νεφελώδη «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός»- δεν προτείνουν κάτι. Απλώς αρνούνται κάθε αλλαγή, την οποία βαφτίζουν ανάλγητη και νεοφιλελεύθερη. Η ήττα του ΠΑΣΟΚ δεν οφείλεται στο ότι δεν χάραξε σαφή πορεία υπέρ των μεταρρυθμίσεων. Εχασε τη νεολαία του προς τον ΣΥΡΙΖΑ διότι ψέλλισε κάτι για αλλαγές στα ΑΕΙ και υπέρ της αλλαγής του άρθρου 16. Η συντριβή του οφείλεται στις παλινδρομήσεις, αλλά η ήττα του ξεκίνησε το 2002 όταν επιχείρησε να μεταρρυθμίσει το ασφαλιστικό.
Ο ελληνικός λαός ψήφισε συντηρητικά, και ας ψήφισε αριστερά. Εδωσε εντολή ακινησίας και αυτό είναι κατανοητό. Μετά τη θεωρία εκσυγχρονισμού του κ. Σημίτη -και της ιντελιγκέντσιας που τον πλαισίωσε- δεν δημιουργήθηκε ιδεολογία μεταρρυθμίσεων. Κανείς δεν εξήγησε πειστικά την ανάγκη τους. Αντιθέτως αφέθηκε άπλετος χώρος για να δημιουργηθούν παραμυθίες μεταρρυθμίσεων (το ασφαλιστικό θα λυθεί μαγικά, χωρίς θυσίες από κανένα) και ο μπαμπούλας των μεταρρυθμίσεων από τη λαϊκιστική αριστερά.
Το ζήτημα είναι ότι ο τόπος χρειάζεται μια καινούργια θεωρία μεταρρυθμίσεων. Ενα ιδεολογικό πλαίσιο πέρα από κούφιες ρητορείες και μεταμοντέρνα σχήματα το οποίο θα αναδείξει κάτι απλό: κόστος και όφελος ανά τομέα. Να εξηγηθεί τι κοστίζει σε κάποιους η μη αναθεώρηση του άρθρου 16 και ποιο το όφελος για τους υπόλοιπους. Να γίνει κατανοητό πως ο αποσυγχρονισμός που δημόσιου τομέα έχει ως αποτέλεσμα τραγωδίες σαν κι αυτές της Πελοποννήσου. Οτι το κόστος των μεταρρυθμίσεων δεν θα φορτωθεί στους ώμους των αδυνάτων, αλλά θα επιμεριστεί δίκαια. Ότι το ίδιο θα ισχύσει και για τα οφέλη.
Για να γίνουν όμως όλα αυτά χρειάζονται καινούργιες ηγεσίες. Οχι μόνο πολιτικές, αλλά και πνευματικές. Εξάλλου όλοι οι μεγάλοι μεταρρυθμιστές στην Ιστορία δεν στάθηκαν στα λογιστικά της πολιτικής -έδρες, επικοινωνιακά τρικ κ.λπ. Ενέπνευσαν έναν ευρύτερο χώρο για να πετύχουν.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 17.9.2007