Το μεγάλο σκάνδαλο, που αναδεικνύει η υπόθεση Ζαχόπουλου, είναι οι υπόγειες σχέσεις στελεχών της κυβέρνησης με τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, εκδότες και δημοσιογράφους.
Δύο πράγματα αναδεικνύει η υπόθεση Ζαχόπουλου. Πρώτον: τον μιθριδατισμό της ελληνικής κοινωνίας στα σκάνδαλα. Αυτά πλέον χωρίζονται στα μεγάλα και στα «έλα μωρέ, τι έγινε τώρα;». Οι χρηματοδοτήσεις του υπουργείου Πολιτισμού, ένα διαρκές και διακομματικό σκάνδαλο, εμπίπτουν στη δεύτερη κατηγορία. Το γεγονός ότι ο εκάστοτε ισχυρός του υπουργείου μοιράζει το δημόσιο χρήμα κατά πώς του καπνίσει και όπως τον συμφέρει, δεν ενοχλεί πλέον κανένα. Εχουμε συνηθίσει στη διασπάθιση, με αποτέλεσμα ποσά μέχρι ενός εκατομμυρίου να κατευθύνονται σε αγνώστου ταυτότητας και έργου «πολιτιστικούς» συλλόγους και ναούς και όλοι απλώς να αδιαφορούμε. «Δεν βγαίνει κάτι μεγάλο» από την υπόθεση Ζαχόπουλου ομολογούν πολλοί. Ασχετα αν τα πολλά μικρά τελικά αθροίζονται σ’ ένα τεράστιο ποσό που κατ’ έτος σκορπίζεται στους πέντε ανέμους και καμιά εκατοστή συλλόγους.
Το δεύτερο και μεγάλο σκάνδαλο, που αναδεικνύει η υπόθεση Ζαχόπουλου, είναι οι υπόγειες σχέσεις στελεχών της κυβέρνησης με τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, εκδότες και δημοσιογράφους. Αν -ως εχέφρονες πολίτες- δεν πιστέψουμε τον κ. Ανδριανό ότι ο βιντεοκομιστής ήταν απλώς ένας καλόκαρδος εκδότης, που ανακάλυψε κάτι κι έτρεξε να του το δώσει αφιλοκερδώς, πρέπει να αναρωτηθούμε: ποια ανταλλάγματα ζήτησε ή του παρασχέθηκαν; Πρέπει επίσης να αναρωτηθούμε: πόσα ακόμη ραντεβού τύπου «Βυζαντινόν» έχουν γίνει, κι επειδή δεν σημαδεύτηκαν από μια απόπειρα δεν ήρθαν ποτέ στο φως;
Αν -ως υποψιασμένοι φορολογούμενοι- δεν πιστέψουμε ότι η κρατική διαφήμιση μοιράζεται τυχαία, τότε: ποιοι εξαγοράζουν και τι με τους παραλογισμούς που βλέπουμε στους καταλόγους κατανομής της; Αν -επίσης ως υποψιασμένοι φορολογούμενοι- δεν πιστέψουμε ότι αποτελεί προσωπικό δεδομένο η σύμβαση που υπογράφει κάποιος με το Δημόσιο, τότε πρέπει να αναρωτηθούμε: Πόσοι δημοσιογράφοι εργάζονται σε κρατικούς φορείς, πόσοι εργάζονταν κατά το παρελθόν, με τι συμβάσεις και γιατί αυτό παραμένει επτασφράγιστο μυστικό;
Δεν γνωρίζουμε αν όλα τα παραπάνω, ή πτυχές τους, εμπίπτουν στον Ποινικό Κώδικα, αλλά είναι κοινή αίσθηση πως το ραντεβού στο «Βυζαντινό» είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου ενός υπογείου πλέγματος πολλαπλών σχέσεων που η κυβέρνηση έχει στήσει -εξόδοις ημών των φορολογουμένων- με τα ΜΜΕ. Αυτό είναι το μεγάλο πολιτικό σκάνδαλο, αλλά δυστυχώς είναι και δημοσιογραφικό. Ετσι, ενώ ο κόσμος βοά για «δημοσιογράφους που τα παίρνουν» τα συνδικαλιστικά σωματεία σφυρίζουν αδιάφορα, αν διά παραλείψεων δεν συγκαλύπτουν παρανομίες. Κι αυτό θα το πληρώσει όλος ο κλάδος…
Η μόνη λύση είναι η διαφάνεια. Παντού και για τα πάντα. Δεν χρειάζεται πλέον να υπάρχει η διάταξη για το 2% του τζίρου των εκδοτικών επιχειρήσεων που ξοδεύεται χωρίς παραστατικά. Οι συμβάσεις των δημοσιογράφων που εργάζονται στο Δημόσιο δεν πρέπει να αποτελούν κρατικό μυστικό. Η κατανομή των διαφημίσεων στον Τύπο πρέπει να ελέγχεται διά της σύγκρισης του τζίρου που κάνει κάθε ΜΜΕ από ιδιωτικές και από κρατικές πηγές. Κυρίως: κυβέρνηση και δημοσιογραφικά σωματεία πρέπει να καταλάβουν ότι υπάρχουν κανόνες δεοντολογίας στις επαφές κυβερνητικών αξιωματούχων με δημοσιογράφους. Και αυτές πρέπει να εφαρμόζονται.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 17.2.2008