Οι δημοσιογράφοι έχουν το ίδιο πρόβλημα με τους κοινωνικούς επιστήμονες και εσχάτως (τα τελευταία εκατό χρόνια δηλαδή) με τους φυσικούς. Η παρατήρησή τους, η καταγραφή της πραγματικότητας μεταβάλει την πραγματικότητα. Είναι γνωστή η θεωρία της αβεβαιότητας του Χάιζενμπεργκ που μας λέει ότι για να παρατηρήσουμε την θέση και την ορμή ενός ηλεκτρονίου πρέπει να το «φωτίσουμε» με ένα φωτόνιο. Το φωτόνιο όμως αυτό θα αλλάξει ή την θέση ή την ορμή του ηλεκτρονίου οπότε η μόνη αλήθεια που μπορούμε να έχουμε στην κβαντική φυσική είναι η πιθανολόγηση της πραγματικότητας. Δεν μπορούμε επ’ ουδενί να έχουμε την Αλήθεια (με Άλφα κεφαλαίο) ούτε καν στην κορωνίδα των επιστημών, που είναι η φυσική. Πόσω μάλλον σε διαδικασίες παρατήρησης (των πιο ευμετάβλητων) κοινωνικών υποκειμένων, όπως είναι οι κοινωνικές επιστήμες ή η δημοσιογραφία.
Αυτές οι ανακαλύψεις μαζί με τις νέες επιστημολογικές προσεγγίσεις [κυρίως των Karl Popper: «Η Λογική των επιστημονικών ανακαλύψεων» και Thomas Kuhn: «Η δομή των επιστημονικών επαναστάσεων»], μαζί με τις γλωσσολογικές προσεγγίσεις της επιστήμης (που ξεκινούς από τον Λούνβιχ Βίτγκεντάιν) και μαζί με νεομαρξιστικές αναλύσεις που προτάσσουν ως καθήκον της φιλοσοφίας να αλλάξει τον κόσμο αντί να τον ερμηνεύει («Η φιλοσοφία της αθλιότητας και η αθλιότητα της φιλοσοφίας») η οποία τείνει να υπονομεύσει αυτά καθαυτά τα θεμέλια του Δυτικού πολιτισμού. Η μετανεωτερική προσέγγιση (που συμπεριλαμβάνει τον πολιτιστικό σχετικισμό, πλευρές του φεμινισμού, μεγάλο κομμάτι της νεομαρξιστικής φιλολογίας) θέλει την Αλήθεια (με «Α» κεφαλαίο) ανύπαρκτη και αυτό που σήμερα εμείς αποκαλούμε «αλήθεια» ένα κοινωνικά διαμορφωμένο προϊόν. Κάποιοι έφτασαν να ισχυρίζονται ότι ακόμη και οι νόμοι της φυσικής θα ήταν διαφορετικοί αν ζούσαμε σε άλλη κοινωνία.
Δύο παραδείγματα:
Η φιλόσοφος Andrea Nye έγραψε στο πολυδιαβασμένο της βιβλίο [Δεν μπορεί να χαρακτηριστεί κλασσικό διότι η ίδια απορρίπτει την έννοια] «Words of Power: A Feminist Reading of the History of Logic»: «Οι θεμελιωτές της τυπικής λογικής ήταν άνδρες. Ως άνδρες μιλούσαν από ανδρική σκοπιά… Το πεδίο της λογικής διαμορφώθηκε από τους άνδρες για τους άνδρες. Θεμελιώθηκε ρητά πάνω σε αποκλεισμό οτιδήποτε δεν ήταν ανδρικό, όπως και σε οτιδήποτε δεν ήταν αρχαιοελληνικό, Χριστιανικό, Δυτικό, ή φυλετικά λευκό.»
[Τώρα είναι λογικό αυτό; Ή μήπως δεν δικαιούμαι να κάνω την ερώτηση, επειδή είναι λευκός, δυτικός κι έχω εν σπέρματι την αρχαιοελληνική παιδεία;]
Ο καθηγητής Αφρικανικών σπουδών Molefi Kete Asante ζητά σκληρή κριτική στους «κυρίαρχους ευρωπαϊκούς μύθους της παγκοσμιότητας (της λογικής και της επιστήμης), της αντικειμενικότητας, των κλασσικών παραδόσεων… και η έρευνα που βασίζεται σ’ αυτή την παράδοση στερείται και της αναγκαίας ιστορικότητας και της εννοιολογικής αυθεντικότητας».
Υπάρχουν χιλιάδες άλλα παραδείγματα και δεν είναι αστεία. Είναι ένα τεράστιο ρεύμα πλέον στην δυτική παράδοση που ξεκίνησε στην Ευρώπη (ειδικά στη Γαλλία) και ρίζωσε στα αμερικανικά πανεπιστήμια. Βγαίνουν γενιές ανθρώπων που πιστεύουν ότι η δική μου αλήθεια γι’ αυτόν τον ορθογώνιο χώρο είναι υποκειμενική και ισάξια με την αλήθεια κάποιου άλλου που πιστεύει ότι αυτός ο χώρος είναι σφαιρικός.
Αν λοιπόν οι επιστημονικές αλήθειες είναι υποκειμενικές και παράγωγο της κοινωνίας που ο καθένας ζει, τι γίνεται με την δημοσιογραφική αλήθεια; Εμείς οι Έλληνες δημοσιογράφοι υπηρετούμε άλλη αλήθεια από τους Τούρκους συναδέλφους μας; Τέμνονται πουθενά αυτές οι αλήθειες ή είμαστε καταδικασμένοι να αναπαράγουμε διαρκώς καθείς το δικό του «πολιτιστικά σχετικό» παραμύθι στις δύο πλευρές του Αιγαίου;
Κατ’ αρχήν πρέπει να τονίσουμε ότι «δίχως την αλήθεια όλα επιτρέπονται». Και όχι μόνο να ονομάζουμε εμείς τις βραχονησίδες «Ίμια» και οι Τούρκοι «Καρντάκ». Μπορούμε για παράδειγμα να πούμε ότι το 1996 είχαμε πόλεμο μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας ή ότι δεν έγινε τίποτε, όποτε δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Μπορούμε να πούμε ότι η «Κύπρος είναι Ελληνική» ή η «Κύπρος είναι Τουρκική». Ένας μετανεωτεριστής θα μπορούσε να πει ότι η «Κύπρος δεν υπάρχει ή ότι είναι κονγκολέζικη». Δίχως την έννοια της αλήθειας τα πάντα μπορούν να ειπωθούν.
Το πρώτο λοιπόν καθήκον ημών των δημοσιογράφων -όχι στο μέλλον, αλλά άμεσα- είναι να ανακαλύψουμε εκ νέου την αλήθεια. Να ξαναθυμηθούμε εκείνες τις παλιές δημοσιογραφικές συνταγές που θέλουν την είδηση να διασταυρώνεται, που θέλουν τα επίθετα (δηλαδή τον υποκειμενισμό) να λείπουν από το ρεπορτάζ, που θέλουν τους δημοσιογράφους αδέκαστους παρατηρητές. Εδώ σ’ αυτή την περιοχή εμείς οι δημοσιογράφοι πρέπει να κατακτήσουμε τον ρόλο μας, ο οποίος δεν είναι τίποτε άλλο από την μεταφορά της αλήθειας από τον τόπο του γεγονότος στο κοινό μας. Χρησιμοποιώ την λέξη «κατακτήσουμε» διότι η απλή δημοσιογραφία και στις δύο χώρες δεν αυτονόητη. Ούτε στις εξουσίες των χωρών ούτε στους κατοίκους της. Έχουμε εθίσει τις χώρες μας στην εθνικώς ορθή δημοσιογραφία. Τις αρχές στο «εθνικώς ορθό ρεπορτάζ» και τους πολίτες στην «εθνικώς ορθή άποψη». Πρέπει να πείσουμε πολίτες και πολιτικούς ότι η αλήθεια χωρίς φτιασίδια και σκοπιμότητες είναι προς το συμφέρον του τόπου μας, διότι μόνο έτσι οι αποφάσεις θα είναι ορθολογικές.
Πρέπει να προσέξουμε κάτι όμως. Οι δημοσιογράφοι δεν πρέπει να ηγούνται στρατιωτικών παρελάσεων δεν πρέπει όμως να είναι ούτε διπλωμάτες ούτε επαγγελματίες ειρηνιστές. Μια είδηση δεν παύει να αποτελεί είδηση είτε εμείς προεκτιμούμε ότι είναι προς το συμφέρον της ειρήνης είτε όχι.
Εισήγηση που τελικά δεν προκρίθηκε να εκφωνηθεί στο 3ο Ελληνοτουρκικό συνέδριο Δημοσιογράφων. Αθήνα 19.2.2005