Ο «ξύλινος λόγος» των προηγούμενων ήταν πομπώδεις λέξεις χωρίς ειρμό, ένας τρόπος για να κρύψουν την αγραμματοσύνη τους.
Είχαμε μπουχτίσει από τον λόγο των παλιών πολιτικών· όχι των προδικτατορικών, που γνώριζαν γραφή και ανάγνωση, αλλά εκείνων της ύστερης μεταπολίτευσης. Τον είχαμε βαφτίσει «ξύλινο», αλλά το επίθετο ήταν ευφημισμός. Το ξύλο έχει συνοχή και ο όρος «ξύλινος λόγος» είχε αποδοθεί αρχικώς στη ρητορική του ΚΚΕ που, αν και αενάως επαναλαμβανόμενη, έχει αρχή, μέση και τέλος.
Ο «ξύλινος λόγος» των υπόλοιπων ήταν πομπώδεις λέξεις χωρίς ειρμό, ένας τρόπος για να κρύψουν την αγραμματοσύνη τους. Οι ομιλίες τους θα μπορούσαν να παράγονται από εκείνες τις μηχανές (generators) του Διαδικτύου που ανακατεύουν τις λέξεις «λαός», «αίτημα», «έθνος», «ανάπτυξη», «μέτρα», «ευημερία», «αγώνες», συν καμιά δεκαριά ακόμη. Δεν καταλαβαίναμε τι έλεγαν, αλλά τους βαριόμασταν κιόλας. Γι’ αυτό κι ένα διάστημα εκλέγαμε τους παραδοξολόγους· όποιος έλεγε τη μεγαλύτερη μπούρδα με τις καλύτερες λέξεις είχε σίγουρο εισιτήριο στη Βουλή. Κι αυτούς δεν τους καταλαβαίναμε, αλλά τουλάχιστον μας διασκέδαζαν. Υπήρχαν οι σχετικώς άκακοι που εκστόμιζαν το «συναμφότερο», που έλεγε (σύμφωνα με τον προσφιλή χαρακτηρισμό του Στ. Κασιμάτη) «ένας ηλικιωμένος βουλευτής του, που έχει το μεράκι να παριστάνει τον λόγιο». Υπήρχαν και οι καταστροφικοί, σαν εκείνους που εισήγαγαν τη «δημιουργική ασάφεια» για να δικαιολογηθούν ότι τα έκαναν θάλασσα στη διαπραγμάτευση με τα πουκάμισα έξω. Υπήρχαν και οι άλλοι του «Ανδρός πεσούσης πας ανήρ ανδρεύεται» ή του «νεοποτισμού». Ηταν ένα Κοινοβούλιο περιβόλι, αλλά ίσως ήταν και το πιο αντιπροσωπευτικό της ελληνικής κοινωνίας, η οποία από την αρχή του ελληνικού κράτους και μέχρι την πρόσφατη κρίση εξέλεγε κατά κανόνα καλύτερους από τον μέσο Ελληνα.
Ο λόγος του νέου προέδρου της Βουλής Κώστα Τασούλα (18.7.2019) μας επιτρέπει να αισιοδοξούμε ότι μπορεί να περάσουμε σε μια εποχή εγγράμματης κανονικότητας. Μιας κανονικότητας που θα βασίζεται στο επιχείρημα και όχι στη χυδαιότητα («στα τέσσερα εσείς, στα τέσσερα»), στο ευφυολόγημα («Τώρα που γίναμε αυτό που θαυμάζαμε, πόσοι άραγε θαυμάζουν αυτό που γίναμε;») και όχι στην αργκό του καφενείου («ανεβείτε, ανεβείτε κι άλλο, δώστε πόνο»).
Μιλώντας στην κοινοβουλευτική του ομάδα, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είπε στους βουλευτές πως «οι δημόσιες παρεμβάσεις μας οφείλουν να είναι ουσιαστικές, να διατυπώνουν με σαφήνεια και τεκμηριωμένα επιχειρήματα τις θέσεις μας. Να προάγουν τον διάλογο, αλλά και να απαντούν πειστικά στις αντίθετες αιτιάσεις. Κυρίως, όμως –και θα επιμείνω σε αυτό– πρέπει να αποπνέουν πολιτικό ήθος» (19.7.2019). Αμήν, κι ας ελπίσουμε ότι θα αρχίσουν και να διαβάζουν, διότι, όπως έλεγε κάποιος Αμερικανός, «υπάρχουν βουλευτές που όχι μόνο δεν μπορούν να γράψουν μια ομιλία, αλλά είναι αμφίβολο και αν μπορούν να τη διαβάσουν».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 20.7.2019