ΤΑ στοιχήματα της επόμενης μέρας των 30ων γεννεθλίων της Ν.Δ.
«Η Νέα Δημοκρατία είναι η κίνηση που επιλέγει και συντηρεί από την παράδοση μόνον όσα ο χρόνος απέδειξε σωστά και χρήσιμα. Και προχωρεί διαρκώς με μεγάλα, τολμηρά αλλά και ασφαλή βήματα στις νέες διαρκώς εξελισσόμενες συνθήκες.»
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ
4 Οκτωβρίου 1974
Τριάντα χρόνια και μερικές μέρες πριν, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έθετε τις βάσεις ενός νέου κόμματος που έμελλε να σημαδέψει βαθιά τη χώρα. Σε μια σύσκεψη τον Αύγουστο του 1974 παρόντων των Κωνσταντίνου Τσάτσου, Γεωργίου Ράλλη και Κωνσταντίνου Παπακωνσταντίνου) έθεσε επιγραμματικά το σχέδιο του για την δημοκρατική πορεία της χώρας και την οργανωτική βάση του νέου κόμματος που θα ίδρυε στις 4 Οκτωβρίου του ίδιου έτους. «Πιστεύω», είπε στους συνεργάτες του, «ότι πρέπει να προχωρήσουμε το ταχύτερο σε εκλογές μόλις αποκατασταθεί η ηρεμία. Να ιδρύσουμε ένα καινούργιο κόμμα, γιατί η ΕΡΕ δεν μπορεί πλέον να ανανεωθεί, να συμπτύξουμε μια ευρύτερη παράταξη και να συμπεριλάβουμε σ’ αυτή και ικανούς ανθρώπους που δεν ανήκουν στην ΕΡΕ. Έτσι θα προχωρήσουμε σε εκλογές και αμέσως κατόπιν να λύσουμε το Πολιτειακό».
Το νέο κόμμα ιδρύεται την 4η Οκτωβρίου, έχει το όνομα «Νέα Δημοκρατία» και πρώτος στόχος τους είναι το ρίζωμα της Δημοκρατίας, σε ένα τόπο που μόλις έβγαινε από μια επταετή δικτατορία. «Το μέγα θέμα της εποχής μας», είπε ο Κ. Καραμανλής, «είναι η δημοκρατία. Όλοι ομιλούν περί δημοκρατίας, ολίγοι όμως την καταλαβαίνουν και ολιγότεροι έχουν τη θέληση και την ικανότητα να την εφαρμόζουν».
Το νέο κόμμα κυβέρνησε υπό τη σκληρή πυγμή του Κωνσταντίνου Καραμανλή επτά χρόνια, επιτυγχάνοντας να κερδίσει δύο θεμελιώδη στοιχήματα για την πορεία της χώρας. Εδραίωσε τη Δημοκρατία -μέσα από συμπληγάδες σταγονιδίων, νοσταλγών του παρελθόντος κ.λ.π.- και μας έβαλε στην τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Ένωση (ΕΟΚ νυν Ε.Ε.) παρά την αντίδραση της αντιπολίτευσης και πιθανώς της πλειοψηφίας του Ελληνικού λαού -αφού τα δύο κόμματα ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ που ήταν ενάντια στην είσοδό μας στην ΕΟΚ πέτυχαν ένα χρόνο μετά την υπογραφή της προσχώρησης ποσοστό 60% του εκλογικού σώματος.
Το σοκ της ήττας του 1981 αποδείχθηκε μεγάλο για τη Νέα Δημοκρατία. Κατ’ αρχήν η παράταξη βρίσκεται στην αντιπολίτευση χωρίς κατ’ ουσία να έχει κόμμα. Ο μηχανισμός παραγωγής στελεχών της ήταν το κράτος κι αυτό δεν μπορούσε πλέον να παίξει αυτό το ρόλο. Ο Ευάγγελος Αβέρωφ αντελήφθη αυτό το έλλειμμα. Φτιάχνει μεν τους μηχανισμούς, αλλά δεν δημιουργεί μια συνεκτική ιδεολογία που να αντλεί επιχειρήματα από την μεγάλη αστικού τύπου φιλελεύθερη παράδοση. Στην ουσία τότε η «Νέα Δημοκρατία» γίνεται «αντι-ΠΑΣΟΚ». (Αποκορύφωμα αυτής της αντίληψης είναι η εκλογή του κ. Μητσοτάκη στην προεδρία του κόμματος, όχι ως εκφραστή κάποιας ιδεολογικής πλατφόρμας, αλλά ως «αντι-Ανδρέας»).
Στην δεκαετία του ‘80 παρουσιάζεται η εξής αντιστροφή. Ενώ την πρώτη περίοδο της μεταπολίτευσης οι επιλογές της Ν.Δ. ορίζουν την σε μεγάλη κλίμακα πολιτική ατζέντα (εδραίωση της αστικής Δημοκρατίας, ένταξη στην ΕΟΚ κ.λ.π.) στις επόμενες δύο δεκαετίες η Ν.Δ. έπεται μονίμως των αντιπάλων της με λόγο «αντί». Αποτέλεσμα αυτού του ιδεολογικού ελλείμματος ήταν και το βραχυχρόνιο της παραμονής της στην εξουσία στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Ναι, το ΠΑΣΟΚ έκανε τότε σκληρή και λαϊκιστική αντιπολίτευση, και ναι, πολεμήθηκε άγρια κάθε πρωτοβουλία αυτής της κυβέρνησης. Το βαθύτερο αίτιο όμως για την ολιγοημέρευση αυτής της κυβέρνησης ήταν ότι αναγκάστηκε να εφαρμόσει πολιτικές για τις οποίες δεν είχε προετοιμάσει ιδεολογικά την κοινωνία -και σε κάποιες περιπτώσεις ούτε καν το κόμμα. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξελέγη ως κυβέρνηση «αντι-ΠΑΣΟΚ», όχι ως κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.
Το ιδεολογικό αυτό έλλειμμα είναι εμφανές σε μύριες όσες εκδηλώσεις στελεχών του κόμματος -και τον καιρό που βρισκόταν στην αντιπολίτευση και τώρα που είναι στην κυβέρνηση. Έτσι βλέπουμε τώρα τα νέα μέλη του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου να εξοστρακίζουν τον συντηρητικό συγγραφέα, αγωνιστή και στοχαστή Ηλία Βενέζη από τα σχολικά βιβλία, ενώ πολλοί εκ Δεξιών υιοθετούν τις αριστερές ιδεοληψίες περί παγκοσμιοποίησης, ελεύθερων αγορών, ρόλου των ΗΠΑ κ.λ.π. Αντί να προβάλλουν το σπουδαίο έργο του Κωνσταντίνου Τσάτσου, Παναγιώτη Κανελλοπούλου αναπαράγουν Αριστερά φληναφήματα δευτέρας διαλογής -ούτε καν τα σημαντικά εξ ευωνύμων έργα τα οποία είναι επίσης πολλά.
Ο νυν αρχηγός του κόμματος φαίνεται ότι θέλει να πιάσει το νήμα από εκεί που το άφησε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Κάνει κατ’ αρχήν πράξη σε όλα τα επίπεδα αυτό που διεμήνυσε ο εθνάρχης στους συνεργάτες του στη σύσκεψη τον Αυγούστου του 1974: «να συμπτύξουμε μια ευρύτερη παράταξη και να συμπεριλάβουμε σ’ αυτή και ικανούς ανθρώπους που δεν ανήκουν στην ΕΡΕ.» Ο λόγος του στα μεγάλα ιδεολογικά θέματα είναι συνέχεια του ιδρυτή της παράταξης: «Η Νέα Δημοκρατία είναι η κίνηση που επιλέγει και συντηρεί από την παράδοση μόνον όσα ο χρόνος απέδειξε σωστά και χρήσιμα», είχε γράψει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, «[Θέλουμε] μια μητρόπολη που δεν αρκείται στη συντηρητική διαχείριση της πλούσιας κληρονομιάς του παρελθόντος, αλλά αντλεί από αυτήν έμπνευση για να προχωρήσει, με τολμηρά και σίγουρα βήματα μπροστά.» είχε πει για την Θεσσαλονίκη ο νεώτερος Καραμανλής.
Μόνο που τα προβλήματά τους είναι αντίστροφα. Ο πρώτος είχε να ξεπεράσει ιδεοληψίες και φοβίες της μεταπολιτευτικής κοινωνίας, αλλά δεν είχε κόμμα ενώ ο δεύτερος προσπαθεί να ξεπεράσει τις αγκυλώσεις του δικού του κόμματος για να ανταποκριθεί στα αιτήματα της κοινωνίας για την δημιουργία μιας δυτικού τύπου κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης.
Το γράφαμε και παλιότερα: Η «Νέα Δημοκρατία» θα πρέπει να φωνάξει πιο δυνατά την πραμάτεια της. Να μιλήσει για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, όχι ως «εθνικό ευεργέτη» που μας έβαλε στην ΕΟΚ, αλλά ως τον πολιτικό με σαφή δυτικό προσανατολισμό. Να ασκεί σφοδρή κριτική στις πολιτικές επιλογές των συμμάχων της χώρας, αλλά να πάψει να συμπορεύεται με εκείνους που απορρίπτουν ιδεολογικά και συνολικά τη Δύση. Να δώσει στο εκλογικό σώμα να καταλάβει γιατί ο φιλελευθερισμός (που είναι η ιστορική της κληρονομιά) θα βοηθήσει τη χώρα και τον απλό πολίτη. Να συγκρουσθεί με αριστερίστικες μεν κατεστημένες δε νοοτροπίες (άλλο ελληνικό παράδοξο κι αυτό: κατεστημένος αριστερισμός!)
Να μπει και να βάλει τα στελέχη της στη λογική ότι το κράτος δεν είναι η λύση «δια πάσαν νόσον» αλλά κυρίως αποτελεί το δεύτερο μέρος της ευαγγελικής ρήσης. Να εξηγήσει στα στελέχη της ότι είναι άλλο πράγμα ο σεβασμός των απόψεων του λαού και άλλο ο λαϊκισμός. Ότι υπάρχουν θεσμοί και όχι μόνο ο λαός, για να αντιστρέψουμε την αλήστου μνήμης παπανδρεϊκή ρήση «κανένας θεσμός, μόνο ο λαός».
Αυτά είναι τα στοιχήματα της επόμενης μέρας των 30ων γενεθλίων της…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 4.10.2004