Μια δημοκρατία χρειάζεται συναινέσεις, αλλά πρωτίστως χρειάζεται την έκφραση των αντιθέσεων. Αυτό είναι το μεγαλείο της: κατάφερε τη συμφωνία όλων στους κανόνες της πολιτικής ώστε να εκφράζονται και να επιλύονται διά του κανόνα της πλειοψηφίας οι αντιθέσεις.
Τρεις δείκτες ανεμίζει η κυβέρνηση προσπαθώντας να αποδείξει την επιτυχία της οικονομικής της πολιτικής. Είναι η μείωση της ανεργίας από το 11% στο 7%, τη μείωση του ελλείμματος από το 8% στο 3-3,5% και τη μείωση του δημόσιου χρέους από το 102% στο 95% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος.
Η αντίδραση σ’ αυτά τα νούμερα είναι ο καγχασμός και το αντεπιχείρημα αληθές. Ολοι γνωρίζουν ότι οι τρεις αυτοί δείκτες εμφανίζονται καλύτεροι, διότι άλλαξε ο τρόπος υπολογισμού των. Στην εποχή της μιντιακής της παντοδυναμίας η κυβέρνηση ανακάτευε ανενόχλητη τα νούμερα, με μόνο στόχο τον επικοινωνιακό καλλωπισμό της οικονομικής της πολιτικής. Ο υπολογισμός της ανεργίας άλλαξε σε βαθμό που κατήντησε ανέκδοτο: «η οικονομία επιβραδύνεται, αλλά η ανεργία πέφτει». Η αύξηση του ελλείμματος στο 8% έγινε το 2005 με την προσθήκη των αμυντικών δαπανών, για να μειωθεί μετά ένα χρόνο αφαιρώντας τις ίδιες δαπάνες. Οσο για το χρέος, αν και διογκώθηκε κατά 80 δισ. ευρώ, μειώθηκε ως ποσοστό του ΑΕΠ διότι εν μία νυκτί αυξήθηκε το ΑΕΠ, εντάσσοντας σ’ αυτό μέρος της παραοικονομίας.
Το χειρότερο όμως είναι ότι οι αλλαγές του τρόπου υπολογισμού των διάφορων οικονομικών μεγεθών έγιναν χωρίς τη συναίνεση της αντιπολίτευσης, των κοινωνικών φορέων, αλλά και της συντριπτικής μερίδας των οικονομολόγων. Το αποτέλεσμα είναι να κυριαρχεί η δυσπιστία.
Κι εδώ έχουμε ένα άλλο ανέκδοτο: η κυβέρνηση ζητεί συναίνεση για την οικονομική της πολιτική, ενώ έχει γκρεμίσει την πολύχρονη συναίνεση στους δείκτες με τους οποίους χαράσσεται και μετριέται η οικονομική πολιτική. Δηλαδή ακόμη κι αν υπήρχε περιθώριο συνεννόησης στο δύσκολο πεδίο της οικονομίας, αυτή είναι αδύνατον να επιτευχθεί αφού δεν υπάρχει η κοινή βάση. Πώς να χαραχθεί κοινή πολιτική π.χ. για την καταπολέμηση της ανεργίας, όταν δεν ξέρουμε καν πόση είναι αυτή, ή ακόμη χειρότερα, όταν δεν έχουμε συμφωνήσει για το ποιος θεωρείται άνεργος;
Μια δημοκρατία χρειάζεται συναινέσεις, αλλά πρωτίστως χρειάζεται την έκφραση των αντιθέσεων. Αυτό είναι το μεγαλείο της: κατάφερε τη συμφωνία όλων στους κανόνες της πολιτικής ώστε να εκφράζονται και να επιλύονται διά του κανόνα της πλειοψηφίας οι αντιθέσεις. Η λογική ότι τα κόμματα πρέπει να συμφωνούν στην πολιτική της κυβέρνησης είναι εκ του πονηρού. Αν είναι έτσι, τότε γιατί χρειαζόμαστε πολυκομματικό σύστημα; Τα κόμματα, ακόμη και όταν συγκλίνουν ως προς τους στόχους, μπορεί να προτείνουν διαφορετικό τρόπο επίλυσης των ίδιων προβλημάτων. Κάποιοι θα θέλουν διεύρυνση των ελλειμμάτων και άλλοι συρρίκνωσή τους, για να επιτευχθούν οι ίδιοι αναπτυξιακοί στόχοι. Κι αυτό είναι το επωφελές της δημοκρατίας. Πολλοί προτείνουν διαφορετικά πράγματα και στο τέλος η πλειοψηφία αποφασίζει ποια πρόταση θα εφαρμοστεί .
Η συναίνεση, λοιπόν, χρειάζεται για τους κανόνες της πολιτικής, και για τον τρόπο που μετράμε τα διάφορα οικονομικά μεγέθη. Γι’ αυτό η πρόταση του κ. Γιώργου Παπανδρέου να γίνει Ανεξάρτητη Αρχή η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία κινείται στην κατεύθυνση της επωφελούς συναίνεσης. Ετσι αν μη τι άλλο θα ξέρουμε ποια προβλήματα θέλουμε να επιλύσουμε κι ας τσακωθούμε, μετά, για τον τρόπο επίλυσής των. Από τις θέσεις και αντιθέσεις προκύπτει η επωφελής για τη χώρα σύνθεση.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 22.2.2009