Το πρόβλημα, βέβαια με την προπαγάνδα της συγκίνησης, την οποία υπηρετεί η ενημέρωση της συγκινησηθηρίας, δεν είναι μόνο οι εκπλήξεις των πελατών των ΜΜΕ.
Μετά τα παιδιά που λιποθυμούν από ασιτία στις τάξεις βρέθηκε και παιδί «σκελετωμένο… που έπειτα από απουσία πολλών ημερών εμφανίστηκε στο Νηπιαγωγείο σε άθλια κατάσταση. Αδυνατισμένο, καχεκτικό, με τρέμουλο σε όλο του το σώμα». Το νέο γαϊτανάκι ξεκίνησε από την (κατά τα άλλα) επαινετή προσπάθεια μιας δασκάλας των Τρικάλων να κινητοποιήσει τους συναδέλφους της για το πραγματικό πρόβλημα της φτώχειας που ταλανίζει πολλές ελληνικές οικογένειες και να τους παροτρύνει να βοηθήσουν όπως μπορούν. Αυτή η επιστολή προκάλεσε μόνο οιμωγές. Κανείς δεν ενδιαφέρθηκε για το παιδί: Ζει; Τρώει; Πήγε σε κάποιο νοσοκομείο; Ανέλαβε κάποια υπηρεσία πρόνοιας την οικογένεια; Ο Δήμος Τρικκαίων τι έκανε;
Η δημοσιογραφία της συγκινησηθηρίας στάθηκε μόνο στις 30 λέξεις της καταγγελίας. Δεν συγκινήθηκε καν από τις υπόλοιπες 530 λέξεις του κειμένου της δασκάλας που καλούσε τους δασκάλους να οργανωθούν για να βοηθήσουν τις οικογένειες που πένονται. Αναγνώστες και τηλεθεατές δάκρυσαν, η προπαγάνδα της συγκίνησης πέτυχε τον σκοπό της, αλλά όχι και η δημοσιογραφία, που πρώτο στόχο έχει την ενημέρωση.
Δυστυχώς, τα ελληνικά ΜΜΕ διαχρονικά προσφέρουν μεγάλες συγκινήσεις στον ελληνικό λαό. Στη σωστή ενημέρωση απέτυχαν. Το 2003, επί παραδείγματι, για είκοσι δύο μέρες όλοι ήμασταν πεπεισμένοι ότι η Βαγδάτη θα γίνει Στάλινγκραντ. Λογικά δεν έστεκε η εικονική πραγματικότητα που δημιουργήθηκε. Η μεγαλύτερη πολεμική μηχανή του κόσμου δεν μπορούσε να ηττηθεί σε ανοιχτό πεδίο μάχης (και ουχί αντάρτικο) από τον στρατό του Σαντάμ, ο οποίος, μάλιστα, είχε αποδεκατιστεί 12 χρόνια νωρίτερα. Αλλά τα νέα που μας έφερναν τα ΜΜΕ ήταν μια χαρά κι ακούγοντάς τα ησύχαζαν οι προκαταλήψεις μας. Γι’ αυτό μαζί με τη Βαγδάτη πέσαμε κι εμείς από τα σύννεφα.
Το πρόβλημα, βέβαια με την προπαγάνδα της συγκίνησης, την οποία υπηρετεί η ενημέρωση της συγκινησηθηρίας, δεν είναι μόνον οι εκπλήξεις των πελατών των ΜΜΕ. Δεν είναι, δηλαδή, το γεγονός ότι οι Ελληνες μετά τις απανωτές «νίκες» των Ιρακινών είδαν ξαφνικά το άγαλμα του Σαντάμ να πέφτει. Το πρόβλημα είναι ότι, στη σημερινή κρίση, η καλή ενημέρωση καταλήγει σε ορθά συμπεράσματα έτσι ώστε να υπάρχουν άμεσες δράσεις. Αν δηλαδή υπάρχει κάπου ένα παιδί σκελετωμένο, υπάρχουν τεράστια ελλείμματα κοινωνικής αλληλεγγύης και αβελτηρίας των αρχών. Σύμφωνοι! Το κοινωνικό κράτος δεν είναι στα καλύτερά του, αλλά, τέλος πάντων, ένα πιάτο φαΐ μπορούν ο δήμος ή οι κοινωνικές υπηρεσίες του κράτους να προσφέρουν. Δεν θα σωθεί η οικογένεια από τη φτώχεια, αλλά θα σωθεί το παιδί από την ασιτία. Στον βαθμό που ισχύουν τα περί Μπιάφρας στα Τρίκαλα (η δασκάλα μεταφέρει στην επιστολή της εντυπώσεις τρίτων) δεν πρέπει να γίνει κάτι γι’ αυτό το κρούσμα; Δεν πρέπει να ελεγχθούν οι αρμόδιοι της περιοχής γι’ αυτήν τη φρικτή παράλειψη;
Ισως πάλι οι συγκινησηθήρες να μην ενδιαφέρονται για τη λύση των προβλημάτων ή, έστω, για την απάλυνσή τους στο πλαίσιο των δυνατοτήτων που έχουμε. Μπορεί το γινάτι τους για το Μνημόνιο να είναι μεγαλύτερο από την αγάπη τους για τον συνάνθρωπο και τα παιδιά για τα οποία κλαίνε. Η δασκάλα των Τρικάλων τουλάχιστον πρότεινε κάτι: «Να δημιουργηθεί μια ομάδα εκπαιδευτικών, η οποία να μπορεί να έρθει σε επαφή με διαφόρους φορείς και οργανισμούς για τη συνεχή βοήθεια αυτών των παιδιών». Οι υπόλοιποι, πέρα από τη συγκίνηση και τις κατάρες για το Μνημόνιο, προτείνουν κάτι; Ή αρκούν τα δάκρυα;
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 16.3.2013