Το μεγάλο υπερθέαμα της τελετής έναρξης ήταν ένας μεγάλος κόλαφος στην Ελλάδα των καφενέδων και των μεγάλων ανησυχιών. Ήταν ένα χαστούκι στην κοινοτυπία της μιζέριας. Ήταν ένα μάθημα για όλους μας.
Είναι πολλοί εκείνοι που μεμψιμοιρούν και καταριόνται. Είναι πολλοί εκείνοι που ταχαμού θλίβονται για το τέλος του ελληνικού πολιτισμού μέσα στην «σούπα της παγκοσμιοποίησης», καθώς λέει και ο αρχιεπίσκοπος. Είναι πολλοί εκείνοι που ‘χουν μικρό ανάστημα να δουν τις νέες προκλήσεις, πολύ τεμπέληδες να εργαστούν στη νέα πραγματικότητα. Είναι πολλοί εκείνοι που ιδεολογικοποιούν την δική τους ανικανότητα. Την ντύνουν με φόβους και ψεύτικους κλαυθμούς και μας σκιάζουν πως τάχτατες η Ελλάδα πεθαίνει, πως χάνεται ο πολιτισμός μας, πως ένα μίξερ συνθλίβει τις ιδιαιτερότητές μας. Είναι πολλοί εκείνοι που δεν μπορούν να κανουν προκοπή και θέλουν ανεπρόκοπο τον τόπο. Είναι πολλοί εκείνοι που πέθαναν νωρίς κι απλώς δεν τους θάψαμε ακόμη.
Κάποιοι λένε πως χτες διδάξαμε στους ξένους την ελληνική ιστορία. Αυτή είναι η μισή αλήθεια. Προχθές βράδυ ένας νέος άνθρωπος -από κείνους που δεν κάνουν μεγάλο θόρυβο, που δεν φιλοσοφούν από μικροφώνου μετ’ ευτελείας, που δεν πίνουν καφέδες ανησυχώντας, που παρατηρούν τον κόσμο και δουλεύουν- έδωσε στην Ελλάδα ένα μάθημα. Κυρίως έδωσε ένα μάθημα στην αποκαλούμενη «πνευματική μας ηγεσία» που έπαψε καιρό τώρα να παράγει και θέλει να μας πείσει πως το σύμπαν συνωμοτεί εναντίον της χώρας.
Ο κ. Δημήτρης Παπαϊωάννου έδωσε ένα μάθημα παγκοσμικότητας στους Έλληνες. Μας έδειξε καθαρά πως η ελληνική ιδιαιτερότητα έχει θέση κι απήχηση στο παγκόσμιο σκηνικό. Έδειξε καθαρά στους κατ’ επάγγελμα ανησυχούντες και καθ’ έξη μεμψίμοιρους πως μπορεί να διηγηθείς με πολλούς, και κυρίως με ενδιαφέροντες τρόπους την παράδοση, την ιστορία, την Ελλάδα. Έδειξε πως δεν υπάρχει η εξίσωση «Έλληνας= μεγάλος δημιουργός», αλλά «Έλληνας + δουλειά = μεγάλος δημιουργός».
Τι έκανε χθες ο κ. Παπαϊωάννου (κι όχι όλοι μας, κατά πως θέλουμε να βαυκαλιζόμαστε); Πήρε την παράδοσή μας, τα βιώματά μας τα έντυσε με τη σύγχρονη τεχνολογία και με τους κανόνες του θεάματος και παρουσίασε με μια νέα γραφή αυτό που όλοι ξέραμε. Πήρε το μοναδικό θησαυρό που έχει αυτός ο τόπος και τον μετέγγραψε σε μια παγκόσμια γλώσσα. Έβαλε την Ελλάδα στο χάρτη του παγκοσμιοποιημένου θεάματος, αυτόν που πολλοί καταριόνται επειδή ακριβώς τεμπελιάζουν ή είναι ανίκανοι να φτάσουν. Οι ξένοι -καθώς γράφει ο Τύπος- τον αποθέωσαν. Δεν μισούν την Ελλάδα. Για την κοινοτυπία και τη μιζέρια κάποιων προβεβλήμενων Ελλήνων αδιαφορούν.
Έχει ξαναγίνει στην Ελλάδα αυτό. Τότε που ο Μάνος Χατζηδάκης πήρε το ανατολίτικο ρεμπέτικο και το ‘κανε οικουμενική μελωδία. Τότε που ο Μίκης Θεοδωράκης βούτηξε στις αγωνίες και τις χαρές του λαού και τις έκανε παγκόσμιο ρυθμό. Τότε που ο Νίκος Καζαντζάκης μάγεψε τον κόσμο με τον Ζορμπά του. Ο Κάρολος Κουν μετέγγραψε το αρχαίο θέατρο. Τότε, στη δεκαετία του ’60 που ο Γιώργος Σεφέρης, ο Οδυσσέας Ελύτης, η Μελίνα Μερκούρη, ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Μιχάλης Κακογιάννης ανέδειξαν την Ελλάδα της δημιουργίας στο παγκόσμιο σκηνικό…
Αυτό το νήμα έπιασε ο κ. Δημήτρης Παπαϊωάννου και οι συνεργάτες του. Δεν ντράπηκαν για την παράδοσή μας γι’ αυτή και δεν πέταξαν τίποτε απ’ αυτή. Την πήραν, την βίωσαν, την μπόλιασαν με νέα στοιχεία κι έδωσαν ένα καινούργιο στίγμα.
Το προχθεσινό μεγάλο υπερθέαμα ήταν ένας μεγάλος κόλαφος στην Ελλάδα των καφενέδων και των μεγάλων ανησυχιών. Ήταν ένα χαστούκι στην κοινοτυπία της μιζέριας. Ήταν ένα μάθημα για όλους μας. Ο κ. Δημήτρης Παπαϊωάννου και οι συνεργάτες του μας είπαν το πολύ απλό. «Δουλέψτε και ο κόσμος θα σας επιβραβεύσει. Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι απειλή, είναι μεγάλη ευκαιρία. Έχουμε ιστορία, έχουμε παράδοση, έχουμε ομορφιά που μπορούμε να αναδείξουμε. Η Ελλάδα έχει θέση στο παγκόσμιο σκηνικό. Οι μίζεροι, οι τεμπέληδες και διαρκώς ανησυχούντες όχι. Αυτοί είναι που τελειώνουν από τις σύγχρονες προκλήσεις. Η Ελλάδα όχι…»
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 15.8.2004