Ο υπαρκτός λαϊκισμός είναι ιστορικά ο πιο ύπουλος φίλος της αντιπολίτευσης. Η άκριτη (ρητή ή άρρητη) υιοθέτηση όλων των κοινωνικών αιτημάτων μπορεί να κάνει ένα κόμμα κυβέρνηση, δεν του επιτρέπει όμως να κυβερνήσει.
Μέχρι να ανασυγκροτηθεί το ΠΑΣΟΚ από την μεγάλη ήττα της 7ης Μαρτίου και μέχρι τα στελέχη του να καταλάβουν ότι δεν βρίσκονται στα έδρανα της κυβέρνησης πολιτικά δομημένη αντιπολίτευση δεν πρόκειται να υπάρξει προς την νέα κυβέρνηση. Αν μάλιστα συνυπολογίσουμε το γεγονός ότι ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ δέχθηκε χωρίς περιττές τσιριμόνιες την απόφαση της κυβέρνησης για αίτηση συνδρομής του ΝΑΤΟ στη φύλαξη των «Ολυμπιακών Αγώνων», μπορούμε να εικάσουμε ότι πιθανόν η αντιπολίτευση να είναι σοβαρή. Χωρίς πολλές κραυγές και περιττούς εντυπωσιασμούς.
Αυτά ισχύουν σε πολιτικό επίπεδο. Σε κοινωνικό όμως επίπεδο υπάρχει ένα αντιπολιτευτικό ρεύμα το οποίο σύντομα θα κάνει την εμφάνιση του και θα δημιουργήσει πολλαπλούς πονοκεφάλους στην κυβέρνηση. Είναι ο υπαρκτός λαϊκισμός που έχει διαποτίσει ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, ένα φαινόμενο που κατ’ ευφημισμόν ονομάζεται «υψηλές προσδοκίες από τη νέα κυβέρνηση».
Ο υπαρκτός λαϊκισμός παίρνει πάρα πολλές μορφές. Εμφανίζεται κατ’ αρχήν με το ματσούκι στη λαϊκή: «τα φασολάκια έχουν φτάσει τα 3 ευρώ» (στο καταχείμωνο βέβαια). Διογκώνεται από τους ρηχούς σχολιασμούς των ΜΜΕ: «Ξέρετε πόσο έχουν πάει τα μούσμουλα;» ήταν η (πραγματική) ερώτηση δημοσιογράφου στον πρώην υπουργό Ανάπτυξης κ. Τσοχατζόπουλο.
Ο υπαρκτός λαϊκισμός φορά πάντα Αριστερή μουτσούνα. Έχει προστατευόμενο του τον «αδύνατο», είτε ο τελευταίος έχει δίκιο, είτε άδικο. Θα εμφανιστεί και πάλι στις διαδηλώσεις των αγροτών. Κανείς δεν θα ρωτήσει αν δικαιούνται επιδοτήσεων οι διαμαρτυρόμενοι. Απλώς με παλλόμενη φωνή κάποιοι ρεπόρτερ θα μεταφέρουν στο πανελλήνιο τα «δίκαια αιτήματα της αγροτιάς». Θα εμφανιστεί να συντρέχει το δράμα του «άτυχου οδηγού» ο οποίος βγήκε χωρίς αλυσίδες στο χιονιά και θα ωρύεται για την απουσία του κράτους. Θα εμφανιστεί δίπλα στον κάτοικο του ορεινού χωριού ο οποίος δεν έχει αξονικό τομογράφο σε απόσταση 5 χιλιομέτρων. Θα είναι δίπλα στον ψιλικατζή της γειτονιάς ο οποίος απαιτεί τη συνδρομή του κράτους επειδή είχε αναδουλειές φέτος, και τον μικρομαγαζάτορα που απειλείται από τις αλυσίδες καταστημάτων επειδή πουλά σε τριπλάσια τιμή το ίδιο προϊόν. Θα σταθεί βέβαια και δίπλα στον ταλαίπωρο οδηγό που επιμένει να παίρνει το αυτοκίνητό του στο κέντρο της Αθήνας και θα διαμαρτύρεται για την παρουσία των άλλων αυτοκινήτων.
Ο υπαρκτός λαϊκισμός σίγουρα θα πάρει και οικολογική μορφή. Κάθε επένδυση σ’ αυτή τη χώρα θα βλάπτει το περιβάλλον (λες και στις άλλες χώρες όπου γίνονται επενδύσεις ωφελείται το περιβάλλον). Αφού επιτύχει την επενδυτική άπνοια ο υπαρκτός λαϊκισμός θα γίνει κατήγορος για την απουσία επενδύσεων και την συνακόλουθη ανεργία.
Ο υπαρκτός λαϊκισμός είναι ιστορικά ο πιο ύπουλος φίλος της αντιπολίτευσης. Δημιουργεί υψηλές -και συνήθως αντικρουόμενες προσδοκίες- για την μέλλουσα κυβέρνηση. Κάπως έτσι είναι αιχμάλωτη -κι ας μην το ξέρει ακόμη- η νέα κυβέρνηση της Ν.Δ. Η άκριτη (ρητή ή άρρητη) υιοθέτηση όλων των κοινωνικών αιτημάτων μπορεί να κάνει ένα κόμμα κυβέρνηση, δεν του επιτρέπει όμως να κυβερνήσει.
Οι έλληνες πολιτικοί έχουν μπροστά τους ένα μεγάλο στοίχημα. Να κάνουν κυρίαρχη στη χώρα την κοινή λογική. Να εξηγήσουν ότι δεν γίνεται να υπάρχουν ταυτόχρονα υψηλές δημόσιες δαπάνες με χαμηλή φορολογία και υψηλή φοροδιαφυγή. Δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν «ευπρεπείς συντάξεις» με χαμηλά όρια ηλικίας και χαμηλές εισφορές. Ότι η αγορά είμαστε όλοι εμείς και ότι οι επιλογές μας διαμορφώνουν τις τιμές. Ότι ο πολίτης έχει και προσωπικές ευθύνες για ότι του συμβαίνει.
Αυτό είναι έργο και των δύο μεγάλων κομμάτων, διότι το ΠΑΣΟΚ δεν πρόκειται να ωφεληθεί από την φθορά της κυβέρνησης που θα προκαλέσει ο υπαρκτός λαϊκισμός. Αυτή τη φορά τα κέρδη θα πάνε σε γνήσια μικρά λαϊκιστικά κόμματα, είτε ακροδεξιά, είτε στα ακροαριστερά. Ας κοιτάξουν λίγο την πρόσφατη εμπειρία της (επίσης) κρατικιστικής Γαλλίας…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 20.3.2004