Στην Ελλάδα η βία διαχύθηκε πρώτα στον λόγο και μετά στους δρόμους. Κάθε κακό ή κάθε θεωρούμενο κακό χαρακτηρίζεται βία.
Kάποιοι θα μπορούσαν να πουν ότι η εισβολή των «επαναστατημένων» στο «Από Μηχανής Θέατρο» του Κεραμεικού είχε μια πολύ καλή δικαιολογία. Για την ακρίβεια, οι εισβολείς την ανέφεραν. Διέκοψαν την παράσταση «Το Κίτρινο Σκυλί» (που είχε ως θέμα τη δολοφονική απόπειρα κατά της κ. Κούνεβα) και προπηλάκισαν τον συγγραφέα κ. Μισέλ Φάις, διότι περιέπεσε στο αμάρτημα να μην περιγράψει επαρκώς στο έργο του τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής που κατέληξαν στην αποτρόπαια πράξη κατά της συνδικαλίστριας.
Η προκήρυξη των «επαναστατημένων» είχε το πνεύμα και το γράμμα αντίστοιχων κειμένων μετά τα νεοδεκεμβριανά: «στο θεατρικό έργο», έγραψαν, «η Κωνσταντίνα Κούνεβα αποκόβεται από την καθημερινότητά της, από τον αγώνα της, από την κοινωνική της τάξη και τα βιώματά της, από τον κόσμο της… Περιφρονούν και απαξιώνουν τον κόσμο της, που θέλουν να παραμείνει αόρατος». Δεν ξέρουμε αν και κατά πόσο το έργο που βίαια διακόπηκε τα κάνει όλα αυτά, αλλά ακόμη και αν υποθέσουμε ότι τα κάνει, είναι αυτός λόγος βίαιης διακοπής του; Μπορεί η απάντηση στον λόγο -έστω τον κακό λόγο- να είναι η βίαιη αντίδραση ή απαιτείται αντίθετος λόγος που τον ακυρώνει;
Μπορεί να ακουστεί περίεργο, αλλά η απάντηση της ελληνικής κοινωνίας συνολικά είναι η βίαιη παρεμπόδιση του ενοχλητικού λόγου. Αν ψάξουμε το νομικό μας πλαίσιο -από το άρθρο 14 του Συντάγματος, μέχρι τους νόμους περί Τύπου- θα προσέξουμε ότι βρίθει διατάξεων ποινικοποίησης του λόγου.
Σύμφωνοι! Τις περισσότερες φορές οι διατάξεις αυτές μένουν ανενεργές, αλλά το γεγονός ότι έχουν θεσπιστεί δείχνουν τη δυσανεξία μιας κοινωνίας προς τον «ενοχλητικό λόγο». Η ποινή φυλάκισης, για παράδειγμα, σε όσους εκφέρουν ρατσιστικό λόγο είναι η βίαιη απάντηση της κοινωνίας στον ακραίο (και ηλίθιο) λόγο. Μιλάμε για νόμιμη βία, αλλά η στέρηση της ελευθερίας δεν παύει να είναι βία.
Στην Ελλάδα η βία διαχύθηκε πρώτα στον λόγο και μετά στους δρόμους. Κάθε κακό ή κάθε θεωρούμενο κακό χαρακτηρίζεται βία. Οι αγορές θεωρούνται «βία σε βάρος των αδύναμων», τα αυτοκίνητα «βιάζουν την καθημερινή μας ζωή», τα σχολεία «βιάζουν τον ψυχισμό των παιδιών», οι καθηγητές «βιάζουν τα όνειρα των νέων» κ. λπ. Οταν η έννοια της βίας γίνει καθημερινή καραμέλα, τότε αρχίζει η δικαιολόγηση της πραγματικής βίας. Οταν εμπεδωθεί η άποψη ότι η αγορά είναι βία, τότε πολλοί και δη κάποιοι νέοι θα πιστέψουν ότι το κάψιμο των καταστημάτων είναι αυτοάμυνα. Οταν ο λόγος θεωρηθεί «βίαιος», τότε η βίαιη διακοπή του (είτε με σύλληψη, είτε με γιαούρτωμα, είτε με προπηλακισμό και χειροδικία) λογίζεται νόμιμη.
Στη ρηχή περί βίας ρητορική διακινούνται πολλές σοφιστείες που μασκαρεύονται σαν επιχειρήματα. Πολλοί δεν θέλουν να διακρίνουν τη διαφορά μεταξύ τρομοκρατίας και αντίστασης σε μια δικτατορία. Επειδή οι δικτάτορες βάφτιζαν τους αντιστασιακούς, «τρομοκράτες», αυτοί -αντιστρέφοντας τη φανταστική εξίσωση- βαφτίζουν τους τρομοκράτες «αντιστασιακούς». Μόνο που η αντιστροφή μιας ψευδούς εξίσωσης δεν παράγει μια αληθή εξίσωση. Επιπλέον, υπάρχει μια σημαντική διαφορά: η επιβολή μιας δικτατορίας είναι μια βίαιη σε βάρος όλων των πολιτών πράξη και συνεπώς η βία της αντίστασης λογίζεται αυτοάμυνα και όχι τρομοκρατία. Η βία σε μια δημοκρατική κοινωνία -ακόμη και αν χρησιμοποιείται για να υποστηριχθεί το θέσφατο- έχει στόχο να τρομοκρατήσει την πλειοψηφία, να βιάσει τη θέλησή της. Είναι τρομοκρατία.
Αυτήν τη διαφορά περιέγραψε εξαιρετικά εύστοχα ο μεγάλος Βρετανός φιλόσοφος Τζον Λοκ. Στη «Δεύτερη Πραγματεία περί Κυβερνήσεως» ο μεγάλος Βρετανός φιλόσοφος έγραψε ότι οι άνθρωποι σύμφωνα με τον φυσικό νόμο γεννιούνται τελείως ελεύθεροι. Συναινούν να θυσιάσουν μέρος της ελευθερίας τους για να σχηματίσουν οργανωμένες κοινωνίες, αλλά αυτή η θυσία υπόκειται στους κανόνες ενός άρρητου κοινωνικού συμβολαίου. Τα άτομα υπόκεινται τη διακυβέρνηση με αντάλλαγμα την ασφάλεια και από εξωτερικές απειλές, αλλά και από απειλές στη ζωή, την ελευθερία και την ιδιοκτησία που προέρχονται από άλλα μέλη της κοινότητας. Διακυβέρνηση, όμως, χωρίς τη συναίνεση των κυβερνωμένων δεν είναι μόνο τυραννία. Αποτελεί απειλή στην ασφάλεια των ατόμων, αυτή την ασφάλεια που το κράτος πρέπει να παρέχει. Ετσι θεμελιώνεται το δικαίωμα στην επανάσταση. Ο λαός οφείλει να εξεγερθεί αμυνόμενος στην απειλή που αποτελεί μια απολυταρχική κυβέρνηση.
«Συμβολική βία» δεν υπάρχει. Ο όρος είναι κλασικό οξύμωρο. Ο συμβολισμός, όσο ακραίος και αν θεωρηθεί (π. χ. το κάψιμο μια σημαίας), δεν έχει φυσικά αποτελέσματα στους άλλους. Απλώς μεταδίδει το μήνυμα της απαρέσκειας κάποιου στο εθνικό σύμβολο ή στην έννοια του έθνους.
Αντιθέτως, η βίαιη πράξη -ακόμη και η πλέον ήπια- γίνεται στη σφαίρα του πραγματικού. Το γιαούρτωμα κάποιου, η παρεμπόδιση μιας θεατρικής παράστασης, η κατάληψη ενός δημόσιου χώρου έχει πραγματικά αποτελέσματα στη ζωή των άλλων. Παραβιάζει πραγματικά δικαιώματα και δεν είναι ένας απλός συμβολισμός.
Από την άλλη, το κρέμασμα ενός πανό στην Ακρόπολη, είναι μεν παράνομη πράξη -διότι αυτό πιστεύει και νομοθέτησε η πλειοψηφία- αλλά δεν αποτελεί βίαιη πράξη. Η κατάληψη ενός δημόσιου κτιρίου παρεμποδίζει την πρόσβαση κάποιων πολιτών σ’ αυτό και είναι βίαιη πράξη, άσχετα αν κάποιοι τη βαφτίζουν συμβολική. Εξάλλου, σε ένα δημοκρατικό καθεστώς υπάρχουν εκατομμύρια τρόποι συμβολισμού, που δεν παραβιάζουν τα δικαιώματα των άλλων. Αντιθέτως σε μια δικτατορία, όπου το δικαίωμα έκφρασης δεν υπάρχει, η κατάληψη ενός κτιρίου είναι αυτοάμυνα στην παραβίαση αυτού και άλλων δικαιωμάτων.
Το θέμα της βίας σε μια κοινωνία είναι μεγάλο και βαθύ και έχει πολλές πτυχές. Τα τελευταία χρόνια όμως έγινε και εξαιρετικά θολό. Υπήρξε μια υπερβολή στον μεταφορικό λόγο, υπερβολή που σιγά σιγά γίνεται πεποίθηση και αυτή η πεποίθηση μετατρέπεται σε δικαιολόγηση και κίνητρο για όλο και πιο βίαιες πράξεις. Η νόμιμη βία της δημοκρατίας εξισώνεται με την παράνομη βία των έκνομων και δικτατόρων, οι συμβολισμοί στροβιλίζονται μαζί με τους προπηλακισμούς, οι καταλήψεις με το δικαίωμα έκφρασης και στο τέλος καταλήγουμε σε έναν εννοιολογικό χυλό που δυστυχώς έχει όλο και χειρότερα αποτελέσματα.
Ιnfo
– Τζον Λοκ, «Η Δεύτερη Πραγματεία περί Κυβερνήσεως. Δοκίμιο με θέμα την αληθινή αρχή, έκταση και σκοπό της πολιτικής εξουσίας», εκδ. Γνώση
– Αλμπέρ Καμύ, «Σκέψεις για την τρομοκρατία», εκδ. Καστανιώτης
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 17.5.2009