Ο μόνος τρόπος εξόδου από τη διαρκή κρίση του ασφαλιστικού είναι να το χωρίσουμε στο προνοιακό του κομμάτι που ανήκει στο κράτος και σε ένα κεφαλαιοποιητικό σύστημα που θα πρέπει είναι στην ελεύθερη επιλογή καθενός.
Διαμαρτύρονται -και εν πολλοίς δικαίως- οι εργαζόμενοι για τη διαχείριση των αποθεματικών τους που έκανε μέχρι σήμερα το κράτος. Καταγγέλλουν τα μύρια όσα: Οτι τα δικά τους χρήματα χρηματοδοτούσαν την ανάπτυξη (όταν ήταν αναγκασμένοι να τα καταθέτουν άτοκα στις τράπεζες), ότι δικά τους λεφτά παίχτηκαν στη Σοφοκλέους κατά τη διάρκεια του χρηματιστηριακού πυρετού, ότι λεηλατήθηκαν διά των δομημένων ομολόγων, ότι έγιναν καλώδια της ΔΕΗ ότι, ότι, ότι…
Δεδομένων αυτών των καταγγελιών είναι προφανές πως οι εργαζόμενοι μισόν αιώνα τώρα εμπιστεύονται τις οικονομίες των σε ένα κράτος-μπαταχτσή. Αυτό που δεν διστάζει να κλέβει από τους γέροντες (δίνοντάς τους πενιχρές συντάξεις) για να τα δίνει είτε σε αεριτζήδες επιχειρηματίες (με χαμηλότοκα δάνεια) είτε σε κομματικά λαμόγια διά των δομημένων ομολόγων. Το ερώτημα, λοιπόν, είναι γιατί επιμένουν να διαχειρίζεται τα λεφτά τους ένας μπαταχτσής; Γιατί δεν ζητούν κάποιου τύπου διαζύγιο ώστε να υπάρχουν καλοί λογαριασμοί και τελικά καλοί φίλοι;
Κάποιοι ισχυρίζονται ότι διά της αναμπουμπούλας που δημιουργεί η κρατική διαχείριση εξασφαλίζεται ο αναδιανεμητικός χαρακτήρας του συστήματος. Αυτό είναι αληθές, αλλά αντιστρόφως απ’ ό,τι ελπίζουμε ή πιστεύουμε. Η αναδιανομή γίνεται, αλλά -όπως καταγγέλλουν και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι- γίνεται εις βάρος των ασθενέστερων και σε όφελος των πάσης φύσεως «ατσίδων» (επιχειρηματιών ή πολιτικών). Εξάλλου, οι συντάξεις της πλειονότητας των Ελλήνων αυτό δείχνουν: Δηλαδή, αν δεν ήταν αναδιανεμητικό το σύστημα τι λιγότερο θα έπαιρνε ένας συνταξιούχος του ΙΚΑ;
Στο «συμπούρμπουλο» της αναδιανομής, όμως, πολλοί εξασφαλίζουν πολλά και μικρά πλεονεκτήματα. Είναι εκείνοι που μπορούν να πιέσουν πολιτικά, την έτσι κι αλλιώς αδιάφορη για τα αποθεματικά των εργαζομένων πολιτική τάξη. Ετσι δημιουργείται ένα ασφαλιστικό πολλών ταχυτήτων και κυρίως ένα πολύπλοκο σύστημα, που κανείς δεν ξέρει τι πληρώνει και τι παίρνει. Διατάξεις επί διατάξεων, ρυθμίσεις επί ρυθμίσεων και στο τέλος οι πολλοί γερνούν φτωχότεροι και κάποιοι γίνονται πλουσιότεροι. Ετσι κι αλλιώς, εκ της φύσεώς του ένα αναδιανεμητικό σύστημα παράγει γραφειοκρατία, σπατάλες και μικρές ή μεγαλύτερες εύνοιες.
Να μην παρεξηγηθούμε: Αναδιανομή πρέπει να υπάρχει. Μια κοινωνία δεν μπορεί να αφήνει κάποια μέλη της στην απόλυτη ένδεια, ακόμη κι αν δεν προνόησαν στα νιάτα τους. Αυτή είναι μια δουλειά που διά του κοινωνικού συμβολαίου την αναθέσαμε στο κράτος. Φορολογούμαστε όλοι (και καλώς), για να βοηθηθούν οι πιο αδύναμοι (επίσης καλώς). Το θέμα είναι οι δεύτεροι και τρίτοι μηχανισμοί που κάνουν την ίδια δουλειά. Αυτοί, εκ των πραγμάτων, δεν βελτιώνουν τη συνολική αποτελεσματικότητα του κράτους πρόνοιας. Απλώς πολλαπλασιάζουν τη γραφειοκρατία, τις σπατάλες και τις σκανδαλώδεις εύνοιες.
Η δημογραφική βόμβα έτσι κι αλλιώς θα κάνει παρωχημένες οποιεσδήποτε ρυθμίσεις κι αν αποφασίσουμε σήμερα. Ο μόνος τρόπος εξόδου από τη διαρκή κρίση του ασφαλιστικού είναι να το χωρίσουμε στο προνοιακό του κομμάτι που ανήκει στο κράτος και σε ένα κεφαλαιοποιητικό σύστημα που θα πρέπει είναι στην ελεύθερη επιλογή καθενός. Διότι η αναδιανομή μέσω πολλών παράλληλων συστημάτων διασφαλίζει μόνο τους επιτήδειους και όχι τους πολλούς.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 19.3.2008