Ο κ. Βενιζέλος ανέβασε τον πήχη του ηθικολογικού νομικισμού του. Προφανώς πλειοδοτώντας στις προτάσεις κατά της διαφθοράς που διατύπωσε ο κ. Παπανδρέου ζήτησε να απαγορευτεί πλήρως η χρηματοδότηση των κομμάτων από ιδιώτες, ακόμη και οι μικρές εισφορές από φίλους και μέλη.
Μια αμερικανική παροιμία λέει ότι «αν είσαι σφυρί βλέπεις όλο τον κόσμο σαν καρφιά». Πόσο μάλλον αν είσαι νομικός. Τότε βλέπεις ολόκληρη την πραγματικότητα κανονιστικά. Νομίζεις, ότι η κοινωνική διαδικασία μπορεί να υποταχθεί σε αραδιασμένες λέξεις που θα τιτλοφορούνται «άρθρο τάδε» και «άρθρο δείνα». Θαρρείς, ότι φτιάχνοντας νόμους λύνεις προβλήματα -ασχέτως της κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής πραγματικότητας.
Ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος είναι ο ιδεότυπος του «νομικού δασκάλου (και κατόπιν) πολιτικού ανδρός». Ο λόγος του είναι πάντα διδασκαλικός, έχοντας ως υπόστρωμα μια ανερμάτιστη ηθικολογία. Μπορεί κάθε διδασκαλία να προαπαιτεί την ηθικολογία, αλλά ο κ. Βενιζέλος πάει μακρύτερα. Για όλα τα προβλήματα δεν προτείνει λύσεις, αλλά έχει νόμους…
Αυτή η κανονιστική αντίληψη για τις κοινωνικές διαδικασίες κυριάρχησε στην προηγούμενη διακυβέρνηση. Ήταν πιθανώς ένα από τα λίγα στοιχεία σύγκλισης του πρώην πρωθυπουργού με το κόμμα του. Ο κ. Σημίτης έχοντας γερμανική Παιδεία θεωρούσε ότι αρκούν οι νόμοι για να λύσουν προβλήματα, το ΠΑΣΟΚ πίστευε ότι χρειάζονται νόμοι για να λυθούν τα προβλήματα. Σ’ αυτό το πολιτικό τοπίο ο νομομαθής κ. Βενιζέλος ένιωσε προφανώς σαν παιδί σε ζαχαροπλαστείο. Βρήκε πεδίο να ασκήσει τη νομομάθειά του. Και την άσκησε. Εισηγήθηκε ένα Σύνταγμα-κουρελού το οποίο ήδη χρειάζεται αναθεώρηση, πέρασε ένα ογκώδη νόμο για τη ραδιοτηλεόραση που επί δεκαετία παραμένει ανεφάρμοστος, και συνέταξε το νόμο περί αγωγών στον Τύπο που δυστυχώς εφαρμόζεται.
Έτσι ουσιαστικά πολιτικά προβλήματα (π.χ. η εργασία των βουλευτών, η μονιμοποίηση των συμβασιούχων, η καταπολέμηση της διαπλοκής κ.λ.π.) έγιναν συνταγματικές ρυθμίσεις εκ των οποίων άλλες εφαρμόζονται κι άλλες όχι και κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά τι είναι προτιμότερο: να ευτελίζεται το Σύνταγμα έχοντας ανεφάρμοστες διατάξεις, ή να ευτελίζεται η πολιτική εφαρμόζοντας το Σύνταγμα.
Χθες ο κ. Βενιζέλος ανέβασε τον πήχη του ηθικολογικού νομικισμού του. Προφανώς πλειοδοτώντας στις προτάσεις κατά της διαφθοράς που διατύπωσε ο αρχηγός του κόμματός του ζήτησε να απαγορευτεί πλήρως η χρηματοδότηση των κομμάτων από ιδιώτες, ακόμη και οι μικρές εισφορές από φίλους και μέλη. Μιλώντας στον συνάδελφο κ. Βασίλη Σκουρή δήλωσε: «Πρέπει νομίζω να είμαστε ακόμη πιο ρηξικέλευθοι και ριζοσπαστικοί (Σ.Σ.: προφανώς από τον πρόεδρό του). Για παράδειγμα ως προς τη χρηματοδότηση των κομμάτων πιστεύω ότι πρέπει τώρα να κάνουμε το βήμα προς την πλήρη απαγόρευση της ιδιωτικής χρηματοδότησης, γιατί υπό το πρόσχημα μικρών εισφορών μελών και φίλων μπορούν να διοχετεύονται κεφάλαια και ενισχύσεις από μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Απαιτείται συνεπώς να επιλέξουμε την απλή και καθαρή λύση της αποκλειστικά και πλήρως κρατικής χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων, έτσι ώστε να κοπεί ο ομφάλιος λώρος με τα οικονομικά συμφέροντα.» («Έθνος» 20.12.2004) Τέτοιου τύπου ηθικολογικά φληναφήματα, θα προκαλούσαν μειδίαμα αν δεν ήταν κι επικίνδυνα. Κυρίως διότι αναπαράγουν τον λαϊκισμό με νομικό μανδύα που θέλει να κόβεται το κεφάλι όποτε πονάει. Έτσι καταντήσαμε το Σύνταγμα να ασχολείται αν ο βουλευτής Ξάνθης μπορεί να έχει φαρμακείο, ή αν ο Δήμος Σερρών μπορεί να μονιμοποιήσει ένα συμβασιούχο.
Η λογική αυτή του διατάσσουμε κι απαγορεύουμε μπορεί να ακούγεται καλά στα αυτιά των ψηφοφόρων του κ. Βενιζέλου δημιουργεί όμως μείζονα προβλήματα στην κοινωνική και πολιτική διαδικασία. Αν δεν μας πιστεύετε ρωτήστε και τους συμβασιούχους…
Υ.Γ.: Το αστείο είναι ότι στην ίδια συνέντευξη ο κ. Βενιζέλος δηλώνει: «Στην Ελλάδα δεν έχουμε έλλειψη νομοθετικών ρυθμίσεων για τα θέματα αυτά, αλλά έλλειψη στη βούληση εφαρμογής των ισχυόντων κανόνων. Αυτό χρειάζεται να καλυφθεί και όχι να οργανωθεί ένα νέο κύμα νομοθετικού πληθωρισμού που δημιουργεί φευγαλέες εντυπώσεις χωρίς ουσιαστικά αποτελέσματα.» Μας δουλεύει, ή ο λεκτικός του ναρκισσισμός τον οδηγεί σε τόσο κραυγαλέες αντιφάσεις;
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 21.12.2004