Oι ανασχηματισμοί είναι το αγαπημένο θέμα των πολιτικών σελίδων των εφημερίδων κι εσχάτως των τηλεοπτικών παραθυριών.
Oι ανασχηματισμοί είναι το αγαπημένο θέμα των πολιτικών σελίδων των εφημερίδων κι εσχάτως των τηλεοπτικών παραθυριών. Μόνο τούτη η κυβέρνηση, στους δεκαπέντε μήνες ζωής της, μετρά ήδη καμιά εικοσαριά δημοσιογραφικούς ανασχηματισμούς. Όλοι δε θα γίνονταν «σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες που προέρχονται από έγκυρους κύκλους».
Είναι λογικό. Η εικοτολογία για έναν ανασχηματισμό είναι ένα «πιασάρικο» για τη δημοσιογραφική πιάτσα θέμα. Κατ’ αρχήν, έχει κάτι από το κουτσομπολιό που γινόταν στις παλιές γειτονιές. Μια μετακόμιση, ένας χωρισμός, κάποιοι νιόφερτοι αποτελούσαν αντικείμενο συζήτησης επί μακρόν. Έσπαγε την πλήξη της καθημερινότητας και ήταν μια συζήτηση στην οποία όλοι είχαν κάτι να προσθέσουν. Όλοι μπορούσαν να γίνουν κοινωνοί της μέθεξης που έφερνε μια αλλαγή στη μικρή κοινωνία της γειτονιάς.
Κάπως έτσι λειτουργεί και ο ανασχηματισμός στην πολιτικο-δημοσιογραφική γειτονιά -η οποία (αν θέλουμε να την ορίσουμε γεωγραφικά) περικλείεται από την πλατεία Κολωνακίου, την οδό Βαλαωρίτου, Σίνα, Ηρώδου Αττικού και εσχάτως περικλείει και την πλατεία Κοτζιά. Σ’ αυτόν το γεωγραφικό τόπο η φήμη περί ανασχηματισμού ξυπνά όλες τις αρετές της παλιάς γειτονιάς. Κυρίως την κοινωνικότητα. Υπουργοί τηλεφωνούν σε δημοσιογράφους, δημοσιογράφοι σε υπουργούς, πολιτικά στελέχη σε δημοσιογράφους κ.ο.κ. Τα αποτελέσματα αυτού του τηλεφωνικού οργίου κοινωνικότητας μας σερβίρονται το βράδυ στα τηλεοπτικά παράθυρα με το περιτύλιγμα των έγκυρων εκτιμήσεων και αποκλειστικών πληροφοριών. Οι ειδήσεις δηλαδή περί ανασχηματισμού είναι κατ’ ουσίαν η μεταφορά ενός τοπικού κουτσομπολιού σε εθνικό ακροατήριο.
Από την άλλη, η πρόβλεψη περί ανασχηματισμού έχει κάτι από τις προφητείες των χιλιαστών περί καταστροφής του κόσμου. Είναι από εκείνες τις «ειδήσεις» που αδυνατεί οποιοσδήποτε να τις διαψεύσει. Ακόμη κι αν δεν γίνει ανασχηματισμός τη χρονική στιγμή που προβλέφτηκε, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα γίνει σε «ευθετότερο χρόνο», όπως συνηθίζουμε να λέμε οι δημοσιογράφοι. Δηλαδή δεν υπάρχει ανασχηματισμός που δεν έγινε. Απλώς είναι πολλοί εκείνοι που αναβλήθηκαν. Αποτέλεσμα αυτού του φαινομένου είναι να επαίρονται πολλοί με το δημοσιογραφικό κλισέ «όπως πρώτοι είχαμε γράψει / πει σε ανύποπτο χρόνο, ο πρωθυπουργός προχώρησε χθες τελικά στον ανασχηματισμό της κυβέρνησής του…»
Το πρόβλημα με τις φημολογίες περί ανασχηματισμού δεν είναι ότι μεταφέρουν ένα τοπικό κουτσομπολιό σε εθνικό ακροατήριο. Το ίδιο εξάλλου κάνουν κι όλα τα life-style περιοδικά ή οι κουτσομπολίστικες εφημερίδες με τα ειδύλλια ή τους χωρισμούς των επωνύμων. Το πρόβλημα είναι ότι συνήθως το κάνουν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Πέρα από την ονοματολογία (η οποία έχει το βάθος του τραγουδιού του κ. Λουκιανού Κηλαηδόνη «τα ‘φτιαξε ο Μηνάς με τη Μαρίνα…» κ.λπ.) ελάχιστα εμβαθύνουμε στο τι σηματοδοτεί ένας ανασχηματισμός. Είναι ανασχηματισμός που διορθώνει αρρυθμίες στο κυβερνητικό σχήμα ή σηματοδοτεί αλλαγές στην κυβερνητική πολιτική; Είναι ανασχηματισμός αμηχανίας (να κάνουμε κάτι, ώστε για λίγο καιρό να κερδίσουμε επικοινωνιακά το παιγνίδι) ή ανασχηματισμός που θέλει να ρίξει το βάρος σε κάποιους τομείς της κυβερνητικής πολιτικής; Αυτά κι άλλα πολλά που απασχολούν τους πολίτες δυστυχώς θάβονται από φουρνιές ονομάτων, από μεταθέσεις κι αντιμεταθέσεις υπουργών, με αποτέλεσμα κανείς να μην κατανοεί το παραμικρό.
Η δυσκολία, λοιπόν, ενός ανασχηματισμού δεν είναι να γίνει. Έτσι κι αλλιώς, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε κάνει άπειρους. Είναι να σηματοδοτήσει κάτι. Είτε αλλαγή πορείας είτε μεγαλύτερη δυναμική στην υπάρχουσα πορεία. Πολλές φορές και το να μην καταφεύγει ένας πρωθυπουργός σε ανασχηματισμό κι αυτό είδηση αποτελεί. Κι ενθυμούμενοι τα πρώτα χρόνια του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία μπορεί να αποτελεί ακόμη μεγαλύτερη είδηση…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 31.7.2005