Η διπλωματία είναι πάρε-δώσε και ο δικός μας φόβος από ‘δώ και πέρα πρέπει να είναι μήπως το ευρωπαϊκό «δώσε» στην Τουρκία αφορά την Κύπρο
«Διπλωματία» είχε πει ο Αμερικανός κωμικός Γουίλ Ρότζερς, «είναι η τέχνη να λες “τι ωραίο σκυλάκι” μέχρι να βρεις πέτρα». Το δικό μας πρόβλημα στις ευρωτουρκικές σχέσεις είναι πως η πέτρα- σε αυτή τη φάση- είναι η Κύπρος.
Όλοι (συμπεριλαμβανομένων και των εξ Ανατολών γειτόνων) γνωρίζουν πως η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας σκοντάφτει. Τα δύο δημοψηφίσματα σε Γαλλία και Ολλανδία έστειλαν πολλά μηνύματα, ένα εκ των οποίων είναι κατά της διεύρυνσης με υπογράμμιση στην τουρκική ένταξη. Από την άλλη, η διαφαινόμενη νίκη των Χριστιανοδημοκρατών στη Γερμανία , τον προσεχή Σεπτέμβριο, θα ορθώσει άλλο ένα τεράστιο εμπόδιο στην ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας. Οι δηλώσεις της επόμενης καγκελαρίου κ. Αγκέλα Μέρκελ είναι περισσότερο από σαφείς: «Ειδική σχέση, όχι πλήρη ένταξη».
Επίσης, όλοι (συμπεριλαμβανόμενων και των Τούρκων) γνωρίζουν ότι η όψιμη παρέμβαση του Γάλλου πρωθυπουργού κ. Ντομινίκ ντε Βιλπέν, περί του παραδόξου να διαπραγματεύεται η Τουρκία με ένα συνασπισμό 25 χωρών- μελών, από τις οποίες αναγνωρίζει μόνον τις 24, είναι απλώς το πρόσχημα. Ως γνωστόν, στη διπλωματία δεν υπάρχουν μόνιμοι εχθροί και φίλοι, υπάρχουν μόνιμα συμφέροντα, και το συμφέρον της γαλλικής πολιτικής τάξης (σε αυτή τη φάση τουλάχιστον) είναι να μπλοκαριστεί η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας. Ας μην ξεχνάμε ότι το διπλωματικό αυτό παράδοξο υπήρχε και τον περασμένο Δεκέμβριο στις Βρυξέλλες, αλλά οι «25» (εκ των οποίων η Τουρκία αναγνωρίζει τους «24») έδωσαν ημερομηνία έναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Μετά, βέβαια, ήρθαν τα δημοψηφίσματα…
Όλοι, επίσης – της Τουρκίας συμπεριλαμβανομένης – γνωρίζουν ότι η στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε σχέση με την Τουρκία διαμορφώνεται περίπου στο «από κοντά κι αγαπημένοι». Μπορεί να μη θέλουν τη γείτονα εντός Ε.Ε., αλλά τη θέλουν δίπλα. Αν αυτό βαπτισθεί «ειδική σχέση» ή «ειδικό καθεστώς» ή ότι άλλο κατεβάσει η ευφάνταστος κούτρα των διπλωματών, μικρή σχέση έχει. Γεγονός είναι ότι ουδείς στην Ευρώπη επιθυμεί συνολική ρήξη με την Τουρκία. Είναι μια μεγάλη αγορά, υπάρχει στους σχεδιασμούς ασφαλείας -οψέποτε αυτοί γίνουν πραγματικότητα- υπάρχουν και οι Αμερικανοί. Οπότε συνολικό ευρωτουρκικό μέτωπο δεν πρόκειται να δημιουργηθεί, και σίγουρα όχι λόγω του Κυπριακού.
Όλοι, επίσης, καταλαβαίνουν ότι το τουρκικό πολιτικό κατεστημένο δεν πρόκειται να ενδώσει στην απαίτηση Ντε Βιλπέν, αφού ξέρει ότι ακόμη κι αν αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία κάποιος άλλος λόγος θα προταχθεί για να φρενάρει η πολυπόθητη, για τη γείτονα, ένταξη. Οπότε δεν πρόκειται να απεμπολήσει τα δυσάρεστα για εμάς κεκτημένα στην Μεγαλόνησο, έχοντας απλώς μια ασαφή υπόσχεση.
Όλοι, επίσης, ξέρουν ότι η διπλωματία είναι πάρε-δώσε και ο δικός μας φόβος από ‘δώ και πέρα πρέπει να είναι μήπως το ευρωπαϊκό «δώσε» αφορά την Κύπρο. Ένα από τα πιθανά σενάρια είναι να αποδεχθεί, αργά ή γρήγορα, η Τουρκία τη μοίρα που της επιφυλάσσουν οι Ευρωπαίοι και εκτός από τη δική της «ειδική σχέση» να ζητήσει αντίστοιχη σχέση των Κατεχομένων με την Ε.Ε. ή και πλήρη, αλλά αυτόνομη ένταξη. Αυτό θα σημάνει «ντε φάκτο» διχοτόμηση και παγίωση της γραμμής Αττίλα.
Αλλά ακόμη και αν δεν γίνει αυτό, η Τουρκία, μη έχοντας ευρωπαϊκή προοπτική, δεν πρόκειται να δεχθεί λύση του Κυπριακού, έστω στη βάση του Σχεδίου Ανάν. Ας μην ξεχνάμε ότι για πολλούς Τούρκους το σχέδιο του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ είναι τόσο «επώδυνο», όσο είναι για εμάς.
Το ερώτημα είναι τι θα κάνουμε σε μια τέτοια εξέλιξη. Όσο υπάρχει αρνησικυρία στην Ε.Ε. πιθανώς μπορούμε να μπλοκάρουμε εξελίξεις. Μόνον που βέτο δεν θα υπάρχει για πάντα -δεν θα μπορεί να λειτουργήσει η Ε.Ε. με 25 μέλη. Καλά είναι, λοιπόν, να ελπίζουμε τα καλύτερα, ότι, δηλαδή, η Τουρκία θα αναγνωρίσει «ντε φάκτο» την Κυπριακή Δημοκρατία, αλλά ας προετοιμαζόμαστε για τα χειρότερα, μη τυχόν και η Ε.Ε. αναγνωρίσει «ντε φάκτο» την αποκαλούμενη «Τουρκοκυπριακή Δημοκρατία». Ο δρόμος για το Κυπριακό παραείναι μακρύς και οι διπλωματικές πιρουέτες των Ευρωπαίων μπορεί να γίνουν μπούμεραγκ. Όχι για τους ίδιους, αλλά για μας…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 8.8.2005