Μνήμη Πάνου Α. Τσιανάκα (1962-2008)
O Πάνος ήταν ποιητής. Ασχολήθηκε μεν με όλα τα είδη του γραπτού λόγου, εντρύφησε και σε άλλες μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης, μα πάνω απ’ όλα θα ήθελε να τον θυμούνται ως ποιητή. Ότι κι αν έκανε το έκανε με περισσή ευαισθησία. Όπως κάθε καλός ποιητής.
Η μικρή, μοναδική, ποιητική του συλλογή κυκλοφόρησε ιδίοις εξόδοις σε ένα στενό κύκλο φίλων και γνωστών. Το «Λύκειο Θηλέων» ήταν δουλεμένο και ζηλευτό. Αποτύπωσε την αγωνία μιας γενιάς που μεγάλωσε σε καιρούς μετάβασης. Εκείνης που αποχαιρέτησε την «βόλτα», τα Λύκεια Αρρένων και Θηλέων, την κοζανίτικη ντοπιολαλιά, τις δισκοτέκ και την σαγήνη της ερωτικής ματιάς. Εκείνης της γενιάς που πνιγόταν στην Κοζάνη, και συνάμα την λάτρευε.
…
Δύσκολα βγαίνουν οι λέξεις τέτοιες στιγμές. Όλες φαντάζουν λίγες για το παιδί με τη μπεζ καμπαρντίνα και το τσιγάρο στα χείλη, που πάντα κάποιο σχέδιο είχε στα σκαριά. Πιθανώς να είναι περιττές. Ο ίδιος σκιαγράφησε εαυτόν καλύτερα απ’ όλους:
«τα χειρόγραφα του
ευαίσθητα
χλωμά
γαλήνια
Αγάπης κι άσκησης
νυχτέρια άφωνα»
ΕΙΣΒΟΛΗ
«Λεηλάτησαν το ρεμβασμό μου
Τάραξαν της ενατένισής μου το νηφάλιο
Αμαχητί ρημάξανε
τα θαμπά μου όμορφα φανάρια
Κι έκλαψα μόνος
στις άδειες νυσταγμένες κουκέτες
Κείνα που με κλείνανε
τόσο απέραντα
τόσο αγαπημένα»
«Αυτοπυρπολείσαι άδικα
Κανείς δεν προσέχει
(Ολόψυχα
ξοδεύτηκα σαν πυροτέχνημα)»
Αντίο φίλε Πάνο…
Για τον τοπικό Τύπο της Κοζάνης 6.1.2008