Το πρόβλημα με τον Τζορτζ Μπους Τζούνιορ δεν είναι η εγκυκλοπαιδική άγνοιά του. Είναι η επιμονή του σ’ αυτή. Δεν γνωρίζει, αλλά δεν θέλει και να μάθει. Δεν έχει τεκμηριωμένη άποψη και εμμένει σ’ αυτή.
Ήταν Δεκέμβριος του 2002 όταν κάποιοι γερουσιαστές και βουλευτές των δύο κομμάτων συναντήθηκαν με τον Αμερικανό Πρόεδρο Τζορτζ Μπους. Το καυτό θέμα εκείνης της εβδομάδας ήταν ο «οδικός χάρτης» για την ειρήνευση της Παλαιστίνης που είχαν προτείνει οι ΗΠΑ. Το πρόβλημα για να προχωρήσει το σχέδιο ήταν ποιες χώρες θα διέθεταν ειρηνευτικές δυνάμεις. Οι Παλαιστίνιοι δεν εμπιστευόταν τους Αμερικανούς και οι Ισραηλινοί τους Ευρωπαίους. Ένας γερουσιαστής Ονόματι Τομ Λάντος είπε ότι οι Σκανδιναβικές χώρες θα μπορούσαν να αναλάβουν αυτή την αποστολή. Ανέφερε ως παράδειγμα τον Σουηδικό στρατό, ο οποίος είναι μικρός, αλλά καλά οργανωμένος κι έχει εμπειρία σε ειρηνευτικές αποστολές.
«Δεν ξέρω γιατί αναφέρεσαι στη Σουηδία (Sweden)», επιτίμησε τον σεβάσμιο Γερουσιαστή ο Τζορτζ Μπους. «Αυτοί είναι ουδέτεροι. Δεν έχουν στρατό».
Ο Λάντος σταμάτησε και πρόσφερε δίοδο διαφυγής στην άγνοια του Προέδρτου του: «Κύριε πρόεδρο μάλλον παρακούσατε. Δεν αναφέρθηκα στην Ελβετία (Switzerland). Αυτοί ιστορικά υπήρξαν ουδέτεροι και δεν έχουν στρατό, αλλά έχουν μια ισχυρή Εθνική Φρουρά για να αμύνονται σε περίπτωση εισβολής». «Όχι, κάνεις λάθος ανταπάντησε ο νυν πλανητάρχης. Η Σουηδία δεν έχει στρατό». Όλοι σιώπησαν μέχρι που κάποιος άλλαξε θέμα συζήτησης.
Το πρόβλημα με τον Τζορτζ Μπους Τζούνιορ δεν είναι η εγκυκλοπαιδική άγνοιά του. Είναι η επιμονή του σ’ αυτή. Δεν γνωρίζει, αλλά δεν θέλει και να μάθει. Δεν έχει τεκμηριωμένη άποψη και εμμένει σ’ αυτή. «Διώχνει από κοντά του ανθρώπους που του παρουσιάζουν στοιχεία και γεγονότα που αποδεικνύουν ότι η άποψή το είναι λανθασμένη», δήλωσε πρόσφατα στους New York Times, ο Μπρους Μπάρλετ σύμβουλος του πρώην Προέδρου των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρείγκαν. «Πραγματικά πιστεύει ότι η αποστολή του είναι ιερή. Απόλυτη πίστη σαν κι αυτή που έχει ο Τζορτζ Μπους δεν χρειάζεται την ανάλυση. Εξ’ άλλου πίστη είναι ακριβώς αυτό το πράγμα: να μην χρειάζεσαι εμπειρικές αποδείξεις. Αλλά δεν μπορείς να κυβερνήσεις τον κόσμο μόνο με την πίστη».
Μαζί του συμφωνεί και ο Δημοκρατικός Γερουσιαστής Τζο Μπίντεν, ο οποίος θυμήθηκε μια συνάντηση που είχε με τον Τζούνιορ λίγο μετά την εισβολή στο Ιράκ. «Ήμουν στο Οβάλ Γραφείο κι ανέφερα στον πρόεδρο τις ανησυχίες μου για την κατάσταση, πως θα μπορούσαν οι ΗΠΑ να κερδίσουν την ειρήνη σε μια χώρα που υπήρχε ένα εκρηκτικό μίγμα Σιιτών και Σουνιτών μουσουλμάνων, το πρόβλημα με τη διάλυση του Ιρακινού Στρατού, το γεγονός ότι οι πετρελαιαγωγοί μένουν κατ’ ουσία αφύλακτοι. Ο Πρόεδρος με κοίταξε και μου ‘πε πως οι ΗΠΑ βρίσκονται στο σωστό δρόμο και πως όλα θα πάνε καλά. “Κύριε Πρόεδρε”, του είπα, “πως μπορείτε να είστε τόσο σίγουρος αφού δεν γνωρίζετε όλα τα δεδομένα;” “Το ένστικτο μου το λέει. Το ένστικτό μου”. Σταμάτησα, κούνησα το κεφάλι μου και του είπα: “Κύριε Πρόεδρο το ένστικτός σας δεν αρκεί”».
Ο Μπίντεν φυσικά είναι ένα από τα εξέχοντα μέλη της Γερουσίας και ουδείς μπορεί να τον πειράξει. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με αρκετά μέλη της κυβέρνησης που είτε απομακρύνθηκαν, είτε αποχώρησαν, είτε μπήκαν στην κατάψυξη, επειδή τεκμηρίωσαν αντίθετες απόψεις από εκείνα που το «ιερό ένστικτο του Τζούνιορ» λέει. Ο Κόλιν Πάουελ είναι η πιο χαρακτηριστική περίπτωση: μπήκε στην κατάψυξη, αλλά διασώθηκε επειδή και ο πατήρ Μπους και το ρεπουμπλικανικό κατεστημένο τον στηρίζει. Το ζήτημα είναι ότι σήμερα στο Λευκό Οίκο έχει σχηματιστεί μια πολύ σφιχτή ομάδα ανθρώπων γύρω από τον Αμερικανό Πρόεδρο που στην ουσία ερμηνεύει τον κόσμο κατά το «ιερό ένστικτο του Μπους». «Ο Λευκός Οίκος σήμερα αποτελείται από ένα τυφλό που τον περιτριγυρίζει μια ομάδα κουφών», είχε δηλώσει ο παραιτηθείς υπουργός Οικονομικών Πολ Ο’Νιλ.
Όλοι στην Ουάσιγκτον -Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικάνοι- γνωρίζουν ότι το βασικότερο πρόβλημα αυτής της διακυβέρνησης είναι ο αναγεννημένος Χριστιανός Μπους. Βαθιά μέσα του πιστεύει ότι είναι εργαλείο στα χέρια του Θεού για να φέρει την υφήλιο στο δρόμο της αρετής. Ο ίδιος το ψιθυρίζει με κάθε ευκαιρία. «Πιστεύω ότι ο Θεός μιλά μέσω εμού είπε σε μια οικογένεια Aμις» που τους επισκέφθηκε στην Πενσιλβάνια. «Ξεκινώντας τον πόλεμο στο Ιράκ», δήλωσε στον Μπομπ Γούντγορντ, «προσευχόμουν στο Θεό να μου δώσει δύναμη για να φέρω σε πέρας το θέλημά Του… Προσεύχομαι να είμαι όσο καλύτερος άγγελος του θελήματός Του».
Αυτή η πίστη ότι είναι εργαλείο στα χέρια του Θεού είναι που του απαγορεύει να ακούσει κάθε άποψη που έρχεται σε αντίθεση με το «ένστικτό» του. Έτσι δεν άκουσε όλο τον κόσμο, αλλά και τον δικό του υπουργό των Εξωτερικών, να αποφύγει την εισβολή στο Ιράκ κι έτσι θα πορευθεί αν επανεκλεγεί. Θα ζει στον κόσμο του, αλλά ταυτόχρονα θα διαμορφώνει τον πραγματικό κόσμο σύμφωνα με τις φονταμενταλιστικές του ιδεοληψίες. Αυτό δεν είναι συμπέρασμα, είναι επεξεργασμένη άποψη που κυριαρχεί στον Λευκό Οίκο. Ο δημοσιογράφος της «Γουόλ Στριτ Τζόρναλ» και συγγραφέας Ρον Σάσκιντ θυμάται μια συνομιλία που είχε με ένα κορυφαίο σύμβουλο του Αμερικανού Προέδρου το 2002. «Εσείς πιστεύετε ότι οι λύσεις στα προβλήματα προέρχονται από την νουνεχή εξέταση της πραγματικότητας», είπε ο προεδρικός σύμβουλος. «Ο κόσμος δεν δουλεύει έτσι πλέον. Αυτή τη στιγμή είμαστε αυτοκρατορία και όταν δρούμε δημιουργούμε την δική μας πραγματικότητα. Κι ενώ εσείς μελετάτε την πραγματικότητα -νουνεχώς όπως γράφεις- εμείς ενεργούμε και πάλι ξαναλλάζοντας την πραγματικότητα την οποία πάλι εσείς θα μελετάτε. Εμείς είμαστε πρωταγωνιστές της ιστορίας …κι εσείς έχετε απομείνει να μελετάτε αυτό που εμείς κάνουμε». Το αστείο είναι ότι πέρα από την υπεροψία που κυριαρχεί στο Λευκό Οίκο, το δόγμα που παρουσιάστηκε πιο πάνω έχει μαρξιστικές ρίζες, όπως το είχε διατυπώσει ο γερο-Κάρολος στην «Αθλιότητα της Φιλοσοφίας».
Μια πολιτική που βασίζεται σε πίστη -οποιαδήποτε πίστη- και όχι στο στέρεο εμπειρισμό δεν μπορεί να πάει μακριά. Μπορεί όμως στο σύντομο δρόμο της να αφήσει πολλά ερείπια πίσω της. Και τα τέσσερα χρόνια του «ιερού ενστίκτου Μπους» ήδη έχει καταστρέψει πολλά. Ας ελπίσουμε ότι οι Αμερικανοί ψηφοφόροι θα έχουν τη σοφία να το αντιληφθούν…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 31.10.2004