Η οικονομική κρίση έδωσε ένα επιπλέον επιχείρημα στους επικριτές των «εξωτικών θεσμών διαβούλευσης».
Η οικονομική κρίση έδωσε ένα επιπλέον επιχείρημα στους επικριτές των «εξωτικών θεσμών διαβούλευσης». Το εκπληκτικό είναι ότι αυτή η κριτική δεν έγινε μόνο από τους γνήσιους λαϊκιστές, οι οποίοι έτσι κι αλλιώς θεωρούν τη δημοκρατία περιττό παραφερνάλιο της πολιτικής, αλλά η αίσθηση του επείγοντος έκανε πολλούς εκσυγχρονιστές να φλερτάρουν με την ιδέα της παράκαμψης των χρονοβόρων διαδικασιών προς όφελος της ουσίας· ασχέτως αν εξ ορισμού η «ουσία» προκύπτει από την απόφαση των πολιτών, δηλαδή απαιτεί τη διαδικασία.
Σε πρώτο επίπεδο η κριτική είναι εύλογη και δεν είναι μόνο εγχώρια. Με το ίδιο επιχείρημα επικρίνονται και τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η οποία κατηγορείται διαρκώς ότι διαβουλεύεται τόσο πολύ, ώστε βρίσκεται διαρκώς ένα βήμα πίσω από τις ανάγκες αντιμετώπισης της κρίσης.
Αυτό είναι ένα διογκούμενο πρόβλημα της σύγχρονης δημοκρατίας. Γράφαμε παλαιότερα ότι «η οικονομία δεν είναι ένας απλός ισολογισμός εσόδων και δαπανών. Εμπεριέχει κι ένα πράγμα που λέγεται κοινωνία. Αυτή αντιδρά με ποικίλους τρόπους και μπορεί να ακυρώσει ακόμη και τις καλύτερες προθέσεις. Μπορεί, δηλαδή, όσα ξέρει ο κυβερνήτης να μην τα ξέρει ο κόσμος όλος, αλλά ένα πρόγραμμα σταθεροποίησης της οικονομίας προαπαιτεί να το καταλάβει ο κόσμος όλος. Διότι μπορεί οι αγορές να κινούνται πλέον με τις ταχύτητες του φωτός, οι κοινωνίες, όμως, έχουν τους δικούς τους ρυθμούς. Δεν αντιδρούν με το πάτημα ενός κουμπιού, όπως γίνεται με τη μεταφορά μερικών δισ. από τη Σιγκαπούρη στη Νέα Υόρκη σε κλάσματα δευτερολέπτου. Οι κοινωνίες έχουν διαδικασίες, συζητήσεις, διαπραγματεύσεις. Αυτήν τη χασομέρια την ονομάζουμε δημοκρατία. Και όπως πάνε τα πράγματα αναδεικνύεται ένα επιπλέον ερώτημα. Συμφωνήσαμε ότι οι αγορές υπαγορεύουν αποφάσεις. Τώρα συζητάμε αν θα πρέπει να ορίζουν και τη διαδικασία λήψης των αποφάσεων, δηλαδή την ίδια τη δημοκρατία;» («Το κόστος της καθυστέρησης» «Καθημερινή», 7.3.2010).
Ο τρόπος διακυβέρνησης του κ. Σαμαρά ήταν στον αντίποδα από εκείνο του κ. Παπανδρέου. Πρώτον, υπήρξε πολύ συγκεντρωτικός· συμμετείχε ακόμη και στις διαπραγματεύσεις για τις αποκρατικοποιήσεις και ομολογουμένως χωρίς μεγάλη επιτυχία. Δεύτερον πορεύτηκε με το ελάχιστο της διαβούλευσης, ήτοι μόνο με τους άλλους δύο πολιτικούς αρχηγούς. Δεν κατήργησε μόνο τη δεύτερη ανάγνωση των νομοσχεδίων στο υπουργικό συμβούλιο, αλλά και την πρώτη. Δεν έκανε υπουργικά συμβούλια, πέρασε πολλά μέτρα διά Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου, και σπανίως πήγε στη Βουλή. Βεβαίως, με αυτόν τον συγκεντρωτικό και «αντιδιαβουλευτικό» τρόπο διακυβέρνησης δεν είδαμε και μεγάλη προκοπή. Αντιθέτως· είδαμε αντιμεταρρυθμίσεις και αποτυχίες στις αποκρατικοποιήσεις. Βλέπουμε επίσης μια τεράστια κρίση με αφορμή την ΕΡΤ, η οποία οδηγεί σε απρόβλεπτες κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις.
Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, και ο άλλος, ο «αποτελεσματικός» τρόπος διακυβέρνησης συναντά τον τοίχο της αναποτελεσματικότητας. Μπορεί να λειτουργεί για ένα διάστημα, αλλά, όπως αποδείχθηκε στην Τουρκία με τον πολιτικά πανίσχυρο Ερντογάν, σωρεύει δυσαρέσκειες που μπορεί να προκαλέσουν έκρηξη, εκεί που δεν το περιμένει κανείς…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 20.6.2013