Είναι ευκαιρία τώρα (που… διορθώνονται οι προηγούμενες συνταγματικές αναθεωρήσεις) να συμπληρωθεί η αναθεώρηση του 1986 και η πρόταση του κ. Γιάννη Βαρβιτσιώτη για τη λειτουργία «Συμβουλίου της Δημοκρατίας» λειτουργεί προς αυτή την κατεύθυνση.
Κάποιοι ισχυρίζονται ότι οι συνταγματικές αλλαγές, και ειδικά εκείνες που αφορούν τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος, δεν ενδιαφέρουν τον περιώνυμο «μέσο πολίτη». Αυτό είναι σίγουρο, διότι «μέσος πολίτης» δεν υπάρχει, οπότε αδυνατεί να ενδιαφέρεται για οτιδήποτε, πολλώ δε μάλλον για τη συνταγματική αναθεώρηση. Πιθανότατα δε και η πλειονότητα των πολιτών να αδιαφορούν για την αναθεώρηση και δη των διατάξεων που αφορούν την εύρυθμη λειτουργία του πολιτεύματος. Σίγουρα ακούν με λιγότερο απ’ όσο αξίζει ενδιαφέρον τα περί τον αριθμό των βουλευτών επικρατείας, τις αρμοδιότητες της Βουλής και άλλα συνταγματικά.
Αν το καλοσκεφτούμε, είναι φυσικό να αδιαφορούν οι πολίτες για τις διαδικασίες της πολιτικής. Από την άλλη, όμως, αυτοί οι ίδιοι που αδιαφορούν για τις διαδικασίες λούζονται και συνεπώς ενδιαφέρονται για τα αποτελέσματα. Γι’ αυτό, παρά το γεγονός ότι η πλειονότητα των πολιτών προσπερνά αδιάφορα τη συνταγματική αναθεώρηση, η διαδικασία δεν είναι ασήμαντη. Αντιθέτως. Είναι βασικό πρόβλημα η αξιοπιστία των πολιτικών και η εμπιστοσύνη των πολιτών στις διεργασίες της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Η νομιμοποίηση των δημοκρατικών αποφάσεων προϋποθέτει την αξιοπιστία και την εμπιστοσύνη, δύο ιδιότητες που διαρκώς φθείρονται με ευθύνη πρωτίστως των πολιτικών και δευτερευόντως των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης.
Οι ασχολούμενοι λοιπόν με την πολιτική πρέπει να βρουν εκείνες τις διαδικασίες που θα παραγάγουν το κατά το δυνατόν καλύτερο αποτέλεσμα, θα δώσουν δυνατότητες συμμετοχής σε όσους (τέλος πάντων) πολίτες ενδιαφέρονται, θα αντιπροσωπεύσουν όσο καλύτερα γίνεται τις επιθυμίες και επιδιώξεις του εκλογικού σώματος.
Ένα βασικό πρόβλημα στη λειτουργία του πολιτικού συστήματος είναι οι υπερεξουσίες που η συνταγματική αναθεώρηση του 1986 έδωσε στον πρωθυπουργό. Ο αρχηγός της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας σήμερα στη χώρα λειτουργεί ως οιονεί μονάρχης. Η Βουλή τύποις ελέγχει την εκτελεστική εξουσία (είδατε ποτέ νομοσχέδιο να καταψηφίζεται;) και η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης χωλαίνει, αφού οι επικεφαλής των ανώτατων δικαστηρίων διορίζονται από την εκάστοτε κυβέρνηση.
Το Σύνταγμα του 1975 αντιστάθμιζε την πρωθυπουργική μοναρχία με κάποιες εξουσίες που είχε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ο τελευταίος μπορούσε να διαλύσει τη Βουλή, να αναπέμπει νόμους, να προκηρύσσει δημοψηφίσματα κ.ά. Η αλήθεια είναι πως αυτές ήταν υπερεξουσίες και μάλιστα σε ένα πρόσωπο που δεν είχε άμεση εκλογική νομιμοποίηση. Βέβαια, στα δέκα χρόνια που λειτούργησε το Σύνταγμα του 1975 ουδείς τις χρησιμοποίησε, αλλά αυτό μάλλον είχε να κάνει με τη σωφροσύνη των τότε προέδρων. Τίποτε όμως δεν εξασφάλιζε ότι θα είχαμε εσαεί σώφρονες Προέδρους της Δημοκρατίας και κάποια δεδομένη στιγμή δεν θα είχαμε κάποιου τύπου πολιτική ανωμαλία.
Το Σύνταγμα, λοιπόν, του 1986 καλώς πήρε τις υπερεξουσίες από τον Πρόεδρο, μόνο που τις έδωσε σε λάθος πολιτειακό παράγοντα. Ενίσχυσε υπερβολικά τον πρωθυπουργό σε βάρος της εύρυθμης πολιτικής διαδικασίας.
Είναι ευκαιρία λοιπόν τώρα (που… διορθώνονται οι προηγούμενες συνταγματικές αναθεωρήσεις) να συμπληρωθεί η αναθεώρηση του 1986 και η πρόταση του κ. Γιάννη Βαρβιτσιώτη για τη λειτουργία «Συμβουλίου της Δημοκρατίας» λειτουργεί προς αυτή την κατεύθυνση.
Ο ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας ζητεί να δοθούν οι αρμοδιότητες του «Συνταγματικού Δικαστηρίου» συν οι προηγούμενες υπερεξουσίες του Προέδρου σε ένα σώμα τριάντα εκλεγμένων ανά πενταετία στελεχών που θα διασφαλίζουν την ομαλή λειτουργία της Δημοκρατίας.
Σύμφωνα με τον κ. Βαρβιτσιώτη, «Το σώμα αυτό δεν θα μετέχει στη νομοθετική λειτουργία ούτε θα ελέγχει την κυβέρνηση στο έργο της ούτε θα εκπροσωπεί περιφερειακά συμφέροντα ούτε, τέλος, θα εμπλέκεται στην εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας…
Θα απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του για να μπορεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να προβαίνει στη διάλυση της Βουλής. Ομοίως, η σύμφωνη γνώμη του θα είναι απαραίτητη προκειμένου ο Πρόεδρος να προκηρύσσει δημοψήφισμα. Επίσης, θα γνωμοδοτεί στον Πρόεδρο για την αναπομπή νόμου ή προκειμένου αυτός να απευθύνει διάγγελμα. Ακόμη, θα παρέχει τη σχετική άδεια για την άρση της ασυλίας των βουλευτών και θα παραπέμπει τους υπουργούς στο Ειδικό Δικαστήριο. Τέλος, θα επιλέγει, ύστερα από πρόταση της κυβερνήσεως, τα πρόσωπα των ανεξάρτητων διοικητικών αρχών (όπως ενδεχομένως τον Ombudsman κ.λπ.)…
Στις αρμοδιότητες αυτές, οι οποίες είναι ενδεικτικές, θα ήταν δυνατόν να προστεθούν και άλλες, όπως π.χ. η εκλογή των προεδρείων των ανωτάτων δικαστηρίων, ο έλεγχος των οικονομικών των κομμάτων και των βουλευτών. Σε κάθε περίπτωση πρέπει, κατά τον προσδιορισμό των αρμοδιοτήτων, να λαμβάνεται πάντοτε υπόψη ο τρόπος συντάξεως της πολιτείας, όπως αυτός προσδιορίζεται από το άρθρο 26Σ, που δεν μπορεί να αναθεωρηθεί…» («Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» 22.1.2006)
Είναι μια καλή πρόταση, που θα ισοσταθμίσει τις υπερεξουσίες της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και μπορεί να ιάνει πολλές από τις δυσλειτουργίες του πολιτικού συστήματος. Τουλάχιστον, πρέπει να συζητηθεί…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 24.1.2006