Το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) είναι κάτι σαν το Supreme Court. Λέμε «κάτι σαν», διότι στην Ελλάδα έχουμε πολλά ανώτατα δικαστήρια. Ομως το ΣτΕ, όπως και το αμερικανικό Ανώτατο Δικαστήριο, υπήρξε μοχλός του εκσυγχρονισμού της χώρας. Σε κάποιες περιπτώσεις –μέχρις εκεί που έφτανε το πάπλωμα των αρμοδιοτήτων του– υπήρξε προστάτης του δίκιου των πολιτών απέναντι σε ένα συγκεντρωτικό και, ως εκ τούτου, αδηφάγο για τα δικαιώματά μας κράτος.
Ο αείμνηστος καθηγητής Σταύρος Τσακυράκης έτρεφε μεγάλη εκτίμηση στο εν λόγω δικαστήριο, και ίσως γι’ αυτό διατύπωνε (ανεπισήμως) μια σχεδόν μεταφυσική θεωρία. Οπως η παράδοση του Supreme Court μεταμόρφωνε ακόμη και τους συντηρητικούς δικαστές σε προοδευτικούς, έτσι και η ιστορία του ΣτΕ το απέτρεπε από αντιδραστικές κακοτοπιές. Η πεποίθησή του αυτή δεν κλονίστηκε ούτε το 2013, όταν δικαστές νομολόγησαν ότι ο συνταγματικός νομοθέτης «εμερίμνησε να διαφυλάξει την εθνική ομοιογένεια του κράτους και διά της θεσπίσεως δικαίου ιθαγένειας, του οποίου οι ρυθμίσεις εβασίζοντο, κατ’ αρχήν, στο σταθερό κριτήριο του “δικαίου του αίματος” (jus sanguinis), δηλαδή την καταγωγή από Ελληνες γονείς».
Ο Σταύρος Τσακυράκης δεν έζησε για να δει το αγαπημένο του Supreme Court να ανατρέπει τη «Roe v. Wade» για τις αμβλώσεις. Ούτε απάντησε ποτέ με σαφήνεια στο εύλογο ερώτημα: αν ένας δικαστής επηρεάζεται από την παράδοση ενός δικαστηρίου, δεν μπορεί ένα δικαστήριο να επηρεάζεται από το κλίμα που επικρατεί στην κοινωνία; Πάντως, όταν ο πρώην πρόεδρος του ΣτΕ κ. Νίκος Σακελλαρίου δήλωσε ότι «το καθήκον μας ως δικαστών είναι να πιάσουμε τον σφυγμό της ελληνικής κοινωνίας», ο Τσακυράκης τού απάντησε ότι «το “αφουγκράζομαι την κοινωνία” δείχνει πλήρη παρανόηση του ρόλου του» (6.10.2016).
Η απόφαση του ΣτΕ για τους ανεμβολίαστους υγειονομικούς δεν έχει καθαρογραφεί και δεν γνωρίζουμε το σκεπτικό της. Σίγουρα δεν συνάδει με το πνεύμα των καιρών, την ανάγκη θωράκισης κατά της πανδημίας. Από την άλλη, όμως, δεν θέλουμε να πιστέψουμε ότι μορφωμένοι άνθρωποι, όπως οι δικαστές, αμφιβάλλουν για «την αξία, την αποτελεσματικότητα και τις συνέπειες των εμβολίων» και θα συμφωνήσουμε με τον Μιχάλη Μητσό ότι είναι «ανυπόστατες κάποιες φήμες που θέλουν ένα ή και περισσότερα μέλη του Γ΄ τμήματος να είναι ανεμβολίαστοι». Ας ελπίσουμε ότι είχαμε μια αβλεψία του κ. Θάνου Πλεύρη, που δεν προσκόμισε στο ΣτΕ στοιχεία που να «δικαιολογούν την παράταση της υποχρεώσεως προς εμβολιασμό». Ή, έστω, ότι ήταν μια «βολική παράλειψη» ώστε να διατάξουν οι δικαστές (και όχι η κυβέρνηση) τον συγχρωτισμό των ανεμβολίαστων με τους ευπαθείς.