Δέκα χρόνια σε κρίση και όλοι αγωνίζονται να μην αλλάξει τίποτε στο παραγωγικό μοντέλο.
Δεν είναι ό,τι πιο λογικό να βρεθεί η χώρα με το 4ο ή 5ο μνημόνιο, οκτώ χρόνια μετά το πρώτο, αλλά δεδομένων των εναλλακτικών που έχει, μπορεί να είναι ό,τι καλύτερο. Και αυτό όχι μόνον εξαιτίας των χαμηλών επιτοκίων που μας χρεώνουν οι εταίροι όταν μας δανείζουν. Κυρίως, διότι οι αγορές εκ φύσεως είναι πιο ανηλεείς από κάθε ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα που αποφασίζει τη βοήθεια στην Ελλάδα. Δηλαδή ακόμη και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος στην Ελλάδα απεικονίζεται ως η λιτότητα… αυτοπροσώπως, δεν παύει να είναι πολιτικός. Δεν κοιτάζει μόνο τους αριθμούς. Παίρνει υπόψη του και άλλες παραμέτρους για τους όρους δανειοδότησης μιας υπερχρεωμένης χώρας· πολιτικές, γεωπολιτικές, ακόμη και τα συμφέροντα γερμανικών επιχειρήσεων που έχουν επενδύσει στην Ελλάδα.
Αντιθέτως, ο μάνατζερ ενός fund (ακόμη κι αν διαχειρίζεται «καλά κεφάλαια», όπως π.χ. αποταμιεύσεις ασφαλισμένων) κοιτάζει μόνο τα νούμερα και τις εναλλακτικές αποδόσεις. Πρωτίστως, βέβαια, κοιτάζει αν γίνονται οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις ώστε να αναπτύσσεται η χώρα, να πληρώνει τα χρωστούμενα και έτσι να διασφαλίζονται τα λεφτά εκείνων που του τα εμπιστεύτηκαν. Μια του ψεύτη, δυο του ψεύτη, τρίτη και κόβουν τα δανεικά. Και μετά, γαία πυρί μιχθήτω. Η χώρα γίνεται μαύρη τρύπα της Βαλκανικής, αλλά όσοι διαχειρίζονται τα funds –σε αντίθεση με τους πολιτικούς της Ευρώπης– δεν τους καίγεται καρφί. Δική τους δουλειά είναι να μεγιστοποιούν τα λεφτά, όσων τους τα εμπιστεύτηκαν.
Και φυσικά υπάρχει πάντα το θέμα των επιτοκίων. Χώρες υψηλού ρίσκου για χρεοκοπία, όπως είναι η Ελλάδα, «τιμωρούνται» με υψηλό κόστος χρήματος. Τα χαμηλά επιτόκια που δανείζουν οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης έχουν ενσωματωμένες και πολιτικές επιδιώξεις, από το να μη χρεοκοπήσει μια χώρα της ΟΝΕ μέχρι να μην έχουν να διαχειριστούν τα απόνερα μιας τέτοιας χρεοκοπίας.
Το πρόβλημα, που μπορεί να μας οδηγήσει σε ένα νέο μνημόνιο, δεν είναι ούτε στις αγορές ούτε στους εταίρους. Ούτε καν στ’ άστρα. Είναι μέσα στη χώρα. Δέκα χρόνια σε κρίση και όλοι αγωνίζονται να μην αλλάξει τίποτε στο παραγωγικό μοντέλο που την έφερε σε αυτήν. Ακόμη και η ΓΕΝΟΠ ανακάλυψε ότι το φαινόμενο του θερμοκηπίου είναι απάτη, προκειμένου να μην αλλάξει η ΔΕΗ. Ετσι η χώρα τρώει τις σάρκες της. Φορολογεί όλο και περισσότερο τον ισχνό πλούτο που απομένει, για να συντηρήσει αντιπαραγωγικές δημόσιες δομές· ληστεύει τον μόχθο των εργαζομένων για να συνεχίσει να βγάζει στη σύνταξη πενηντάρηδες. Οποιοσδήποτε έχει μια ιδέα για να αυξήσει τον πλούτο πρέπει να ξενιτευτεί. Ετσι, ενώ σε όλες τις χώρες οι επιχειρηματίες μελετούν τις συνθήκες στην αγορά για να ρισκάρουν, εδώ πρέπει να μελετούν διεξοδικά την πολιτική συγκυρία και πώς θα ξημερώσει στους κυβερνώντες: μένουν λεφτά για να συντηρηθεί το γραφείο του πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη ή θα πρέπει να βάλουν έναν επιπλέον φόρο για να μονιμοποιήσει τους συμβασιούχους ο κ. Πάνος Σκουρλέτης;
Λογικώς, μια χώρα που χρεοκόπησε από το κράτος της, το πρώτο πράγμα που έπρεπε να κάνει είναι να το αναμορφώσει. Και για να το κάνει πιο οικονομικά αποδοτικό, αλλά και για να μη γίνεται βραχνάς στα νέα παιδιά που θέλουν να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους εδώ. Δυστυχώς, όμως, ο ελληνικός λαός επέλεξε τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ να κυβερνήσουν, αυτούς που επέμεναν ότι όσο περισσότερο κάνουμε το ίδιο και το ίδιο, τόσο καλύτερα θα πάμε. Γι’ αυτό ένα νέο μνημόνιο ή η χρεοκοπία είναι οι μόνες εναλλακτικές που έχει.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 11.6.2017