Με κάθε γύρισμα του έτσι κι αλλιώς επιταχυνόμενου πολιτικού κύκλου θα αναπτύσσονται όλο και ισχυρότερες φυγόκεντρες δυνάμεις και το πολιτικό σύστημα θα βυθίζεται σπειροειδώς βαθύτερα στο λαϊκισμό και τις κοινωνικές εντάσεις.
Δεν είναι καλά τα νούμερα των δημοσκοπήσεων για τη Νέα Δημοκρατία. Δεν είναι καλά ούτε καν για το ΠΑΣΟΚ. Κι ας δείχνουν να χαίρονται τα επιτελεία των δύο κομμάτων. Το μεν γιατί «βαστάει» η δημοτικότητα του κ. Κώστα Καραμανλή και το δε γιατί η ψαλίδα μικραίνει. Το τι κάνει το ένα κόμμα σε σχέση με το άλλο είναι το δένδρο της πολιτικής. Απασχολεί εκείνους που επαγγελματικά ασχολούνται μ’ αυτήν, αφού ποιος θα κυβερνήσει θα κρίνει το (προσωπικό τους) μέλλον. Το δάσος βρίσκεται αλλού. Τι κάνουν και τα δύο κόμματα μαζί (ο, επάρατος κατά την Αριστερά, «δικομματισμός»), και κυρίως τι κάνουν τα άλλα, τα μικρά, κόμματα των άκρων. Από κει θα δούμε συνολικότερες κοινωνικές και πολιτικές τάσεις και θα πρέπει να ανησυχούμε…
Την επαύριον των εκλογών κάναμε απ’ αυτή εδώ τη στήλη ένα νοητικό πείραμα. Γράφαμε: «Ας υποθέσουμε ότι η νυν κυβέρνηση αποτυγχάνει στη διαχείριση αυτής της πολύπλοκης παθογένειας της ελληνικής οικονομίας και προβάλουμε γραμμικά το παρόν στο μέλλον -αλλάζοντας μόνο μια μεταβλητή στο σύστημα των εξισώσεων, ότι δηλαδή η Ν.Δ. αποτυγχάνει να ικανοποιήσει τις προσδοκίες που καλώς ή κακώς δημιουργήθηκαν. Έτσι ας φανταστούμε το 2008. Έχουμε μια Νέα Δημοκρατία που δεν ικανοποιεί αυτό που στο φαντασιακό της έχει η ελληνική κοινωνία: την αυξανόμενη ευημερία χωρίς κόπους και θυσίες. Έχουμε ένα ΠΑΣΟΚ που πελαγοδρομεί ανάμεσα στα οράματα του τριτοκοσμικού λαϊκισμού που του κληροδότησε ο Ανδρέας Παπανδρέου και του ευρωπαϊκού εκσυγχρονισμού που κληροδότησε ο κ. Κώστας Σημίτης -ένα κόμμα χωρίς ταυτότητα και πρόταση. Έχουμε τις προκλήσεις ενός παγκοσμιοποιημένου αλλά κι εξαιρετικά ασταθούς περιβάλλοντος. Έχουμε και ένα διάχυτο κράμα ιδεολογικών αγκυλώσεων, φοβιών για το μέλλον -που μεταφράζεται είτε φοβία προς το ξένο κεφάλαιο (επενδύσεις) είτε προς το ξένο εργατικό δυναμικό (μετανάστευση)- και ελλιπούς παιδείας του πληθυσμού. Τι μας δίνει αυτό το σύστημα των τεσσάρων εξισώσεων; Ανοδο των λαϊκιστικών κομμάτων ακροαριστερών και ακροδεξιών. Μπορεί δηλαδή το 2008 -άσχετα με ποιο κόμμα θα προηγείται- να δούμε το ΚΚΕ και το ΛΑΟΣ να πετυχαίνουν αξιοσημείωτα ποσοστά στις εθνικές εκλογές» («Αν αποτύχει η Ν.Δ.», Απογραφές 9.8.2004)
Η τελευταία δημοσκόπηση της «Metron Analysis» δυστυχώς επιβεβαιώνει αυτά που προβλέπαμε πέρυσι. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος εμφανίζεται στο 7,5% και Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός στο 4,2%. (Κάτι που σημαίνει με το νέο εκλογικό νόμο περί τους δέκα βουλευτές.) Αυτό θα αυξήσει τις λαϊκιστικές πιέσεις στο πολιτικό σύστημα, με αποτέλεσμα να τελματωθούν περαιτέρω οι μεγάλες τομές που είναι αναγκαίες για να βγούμε από το σημερινό φαύλο κύκλο της μιζέριας και της υπανάπτυξης.
Ένα πρέπει να καταλάβουν οι επιτελείς των κομμάτων: Ο πολιτικός κύκλος συρρικνώνεται επικίνδυνα. Υπό την πίεση των μεγάλων προβλημάτων και τη λαϊκιστική απεικόνιση αυτών των προβλημάτων από τα ΜΜΕ (κυρίως από την τηλεόραση), η ανοχή του πληθυσμού τείνει να γίνει μηδενική. Δεν υπάρχει περίοδος χάριτος για τα πολιτικά κόμματα. Και όσο αυτά επιμένουν να κολακεύουν τον πληθυσμό με υποσχέσεις για θεραπεία των συμπτωμάτων της ασθένειας τόσο πιο βραχεία κάνουν την περίοδο ανοχής εκ μέρους των πολιτών. Έτσι κι αλλιώς, στο παιχνίδι του λαϊκισμού τα μικρότερα κόμματα έχουν πλεονέκτημα. Μπορούν να υποσχεθούν τα πάντα στους πάντες, χωρίς να κινδυνεύουν να διαψευσθούν, διότι είναι απίθανο να κληθούν να κυβερνήσουν.
Ο ορατός κίνδυνος λοιπόν είναι ότι με κάθε γύρισμα του έτσι κι αλλιώς επιταχυνόμενου πολιτικού κύκλου θα αναπτύσσονται όλο και ισχυρότερες φυγόκεντρες δυνάμεις και το πολιτικό σύστημα θα βυθίζεται σπειροειδώς βαθύτερα στο λαϊκισμό και τις κοινωνικές εντάσεις. Το παράδειγμα της κρατικιστικής Γαλλίας είναι δίπλα μας και δεν αναφερόμαστε μόνο στις ταραχές των «αθλίων». Πριν απ’ αυτό υπήρχε και η εκρηκτική άνοδος του κ. Λεπέν, που ήταν η άλλη όψη των συμβάντων που ζει τώρα η πλημμυρισμένη από «κοινωνικές ευαισθησίες» φίλη χώρα…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 13.11.2005