Διαμορφώθηκε ένα επικοινωνιακό τοπίο, που ασχολείται περισσότερο με την παράσταση της πολιτικής παρά με την πολιτική καθαυτή.
Mετά τη Νέα Δημοκρατία ήρθε τώρα και η σειρά του ΠΑΣΟΚ να ασπαστεί το «δόγμα Τζορτζ Στεφανόπουλου»: «αν όλα πάνε στραβά, ρίξε το φταίξιμο στον Τύπο». Ετσι, η μεμψιμοιρία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης βρήκε στόχο και εχθρό: τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης που το υπονομεύουν. Στη θεώρηση αυτή υπάρχει ένα μεγάλο δίκιο κι ένα μεγάλο άδικο. Πραγματικά: τα ΜΜΕ υπονόμευσαν πρωτοβουλίες του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αποσιωπώντας θέσεις του. Το άδικο εδράζεται στα κίνητρα. Δεν υπάρχει μια «γκράντε συνωμοσία» κατά του ΠΑΣΟΚ σήμερα, όπως δεν υπήρξε και κατά της Ν. Δ. στο παρελθόν. Υπάρχουν βέβαια μικρές ή λίγο μεγαλύτερες συναλλαγές, αλλά κυρίως υπάρχει η αποπολιτικοποίηση των ελληνικών ΜΜΕ.
Το πρώτο είναι φυσικό. Οταν ένα κράτος ελέγχει περί το 55% της εθνικής οικονομίας, όταν είναι ο μεγαλύτερος εργοδότης και επενδυτής σε μια χώρα, κάθε κυβέρνηση «κάνει παιγνίδι» με μικρές ή μεγαλύτερες «χάρες» προς κάποια ΜΜΕ και τους ανθρώπους των. Οπως γινόταν και στο παρελθόν, έτσι και τώρα, διορισμοί πάνε κι έρχονται, πιέσεις ασκούνται κ. λπ. Παρ’ όλα αυτά όμως το σύστημα δεν είναι ολοκληρωτικά ελεγχόμενο. Αν ήταν δεν θα υπήρχε εναλλαγή κυβερνήσεων. Οι συναλλαγές της «πρώτης» με μέρος της αποκαλούμενης «τέταρτη» εξουσία έχουν γίνει (δυστυχώς για τα ΜΜΕ) μέρος του πολιτικού παίγνιου. Ορίζουν κάποια πράγματα βραχυπρόθεσμα, αλλά δεν διαμορφώνουν τα πάντα μακροπρόθεσμα. Στρεβλώνουν την πολιτική δυναμική, αλλά δεν την καθορίζουν. Διαμορφώνουν κλίμα αλλά δεν φτιάχνουν τα τελικά αποτελέσματα.
Μεγαλύτερο πρόβλημα για ένα κόμμα που θέλει να αρθρώσει εναλλακτική πρόταση στα σημερινά αδιέξοδα είναι η απολιτικοποίηση των ΜΜΕ. Είναι ο ρηχός δημόσιος διάλογος που κινείται με τις μόδες. Ενα επικοινωνιακό σύστημα που έφτιαξε τη «Βαγδάτη-Στάλινγκραντ» φυσικά θα αδιαφορήσει για την πρόταση του ΠΑΣΟΚ να περάσει η διαχείριση του ΟΑΕΔ στα χέρια της ΓΣΕΕ και των εργοδοτικών οργανώσεων. Χειρότερα: ένα επικοινωνιακό σύστημα που κλείνει τα μάτια στις νέες πραγματικότητες θα χλευάσει ως «νεοφιλελεύθερη» την πρόταση περί διετούς ανασφάλιστης εργασίας των νέων. Αυτό το σύστημα που λατρεύει τα κομουνιστικά στερεότυπα δεν μπορεί να ξεχωρίσει τα «ιδιωτικά» από τα «μη-κρατικά πανεπιστήμια».
Οχι πως το ΠΑΣΟΚ ή ο αρχηγός του είναι άμοιροι ευθυνών για τη ρηχότητα του δημοσίου διαλόγου. Κάθε άλλο, αν θυμηθούμε πως το «σουηδικό μοντέλο» έληξε σε δύο συνεδρίες. Στην πρώτη (που μας άρεσε) μάθαμε ότι στον Βορρά παίρνουν μεγάλες συντάξεις. Στη δεύτερη που αποπέμφθηκε ?και το μοντέλο και ο κ. Φλωρίδης? πληροφορηθήκαμε ότι πληρώνουν και υψηλούς φόρους.
Το πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ με τα ΜΜΕ είναι σε κάποια σημεία ταυτόσημο με εκείνο που έχει και η Ν. Δ. Διαμορφώθηκε ένα επικοινωνιακό τοπίο, που ασχολείται περισσότερο με την παράσταση της πολιτικής παρά με την πολιτική καθαυτή. Εκεί σκοντάφτουν και οι ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης. Η στερεοτυπική αντίδραση των ΜΜΕ αμαυρώνει κάθε ουσιαστική μεταρρύθμιση εν τη γενέσει της (για να αποφανθούν τα ίδια ΜΜΕ ότι «το πρόβλημα της κυβέρνησης είναι η απουσία μεταρρυθμίσεων»), η ίδια στερεοτυπία αποσιωπά τις θέσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης (για να αποφανθούν επίσης τα ίδια ΜΜΕ, ότι «το πρόβλημα του ΠΑΣΟΚ είναι η έλλειψη θέσεων»).
Το μεγάλο πρόβλημα με τα ΜΜΕ δεν είναι αυτό που παλαιότερα φανταζόταν η Νέα Δημοκρατία και τώρα ελεεινολογεί το ΠΑΣΟΚ. Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι δεν ασχολούνται με την πολιτική, αλλά με τους τσακωμούς των πολιτικών, δεν νοιάζονται για θέσεις, αλλά για τακτικές κινήσεις αδιαφορούν για το περιεχόμενο κι αναλύουν την εικόνα.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 6.10.2006