Με το «έπος του ασυμβίβαστου» διαπιστώθηκε ότι οι βουλευτές μας δεν ξέρουν τι ψηφίζουν. Με την ασυλία μάλλον δεν ξέρουν και γιατί ψηφίζουν, αυτό που ψηφίζουν…
«Οι πολίτες πρέπει να διακρίνουν και να αξιολογούν την πολιτική στάση, χωρίς να γενικεύουν και να ισοπεδώνουν», είπε ο βουλευτής του Συνασπισμού κ. Φώτης Κουβέλης και ίσως να έχει δίκιο. Πρέπει όμως να τον συμπληρώσουμε με την ρήση του κ. Χένρι Κίσιγκερ ότι «το 90% των πολιτικών βγάζουν το κακό όνομα στο υπόλοιπο 10%». (Περισσότερες ρήσεις στο βιβλίο «Είπαν», εκδόσεις Καστανιώτη)
Δεν αναφερόμαστε μόνο στο ασυμβίβαστο που ταλανίζει το πολιτικό σύστημα. Αναφερόμαστε και στο άγος της βουλευτικής ασυλίας που χρόνια παίζεται στο Ελληνικό Κοινοβούλιο. Από τις 750 περίπου αιτήσεις άρσης ασυλίας που κατατέθηκαν μετά το 1975, μόνο τρεις υιοθετήθηκαν!
Προχθές καταψηφίστηκε από τη Βουλή η αίτηση άρσης ασυλίας των κ.κ. Αθ. Κατσίγιαννη (ΝΔ) και Παν. Κοσιώνη (ΚΚΕ). Ο πρώτος κατηγορείται ως επιβλέπων μηχανικός μιας οικοδομής που κατέρρευσε και σκότωσε ένα πεντάχρονο κοριτσάκι και ο δεύτερος για τροχαία παράβαση.
Πιθανώς να μην αποτελούσε είδηση το γεγονός της μη άρσης της ασυλίας, αν σκεφθούμε ότι το ίδιο συνέβη σε πέντε περιπτώσεις τροχαίων με ισάριθμους νεκρούς, ή στην περίπτωση των κ.κ. Δ. Κοσυβάκη και Στ. Παπαδόπουλου οι οποίοι το 2001 κατηγορήθηκαν για ξυλοδαρμούς πολιτών. Εντύπωση προκαλεί η συνέντευξη του βουλευτή Θ. Βασιλείου ο οποίος μιλώντας στην «Ελευθεροτυπία» δήλωσε ότι ψήφισε κατά της άρσης ασυλίας του κ. Κατσίγιαννη επειδή: «από την παρουσίαση των παραστατικών της υπόθεσης που έκανε πείσθηκα ότι δεν εμπλέκεται καθόλου σ’ αυτά που τον κατηγορούν.»
Πιθανότατα ο κ. Βασιλείου να έχει δίκιο και ο κ. Κατσίγιαννης να είναι αθώος. Μόνο που αν ο κ. Βασιλείου πιστεύει πραγματικά στην αθωότητα του συναδέλφου του, πρέπει να πάει μάρτυρας υπεράσπισης στο δικαστήριο και όχι να κρίνει ως δικαστής. Η δουλειά των βουλευτών στα θέματα ασυλίας, είναι να κρίνουν αν τα αδικήματα για τα οποία κατηγορούνται οι παραπεμπόμενοι είναι πολιτικά. Αν είναι πολιτικά δεν αίρεται η ασυλία. Αν είναι του κοινού ποινικού δικαίου, τότε η ασυλία αίρεται και το δικαστήριο αποφασίζει περί της ενοχής ή μη του κατηγορουμένου.
Εκ της στάσης των βουλευτών συνάγεται ότι οι εθνοπατέρες μας δεν έχουν ακούσει τίποτε για την διάκριση των εξουσιών που διατύπωσε εδώ και διακόσια χρόνια ο Μοντεσκιέ. Αλλά αυτό δεν είναι το μέγιστο πρόβλημα. Με το «έπος του ασυμβίβαστου» διαπιστώθηκε ότι οι βουλευτές μας δεν ξέρουν τι ψηφίζουν. Με την ασυλία μάλλον δεν ξέρουν και γιατί ψηφίζουν, αυτό που ψηφίζουν…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 31.1.2003