Tο MIT Media Lab δεν είναι απλώς ένα καθιερωμένο εργαστήριο. Eίναι στην αιχμή της πληροφορικής τεχνολογίας. Kάθε ανακοίνωσή του δίνει το στίγμα των καιρών που έρχονται…
Aν υπάρχει ένα ίδρυμα που χαρακτηρίζει την εποχή μας, ένα εργαστήριο που χτίζει τον 21ο αιώνα αυτό σίγουρα είναι το MIT Media Lab. Tο όνειρο του καθηγητή Nicholas Negroponte πήρε σάρκα και οστά τον Oκτώβριο του 1985. Στόχος του ήταν να συνδέσει τον υπολογιστή με την καθημερινή ζωή, να δημιουργήσει ένα εργαλείο θα “επέτρεπε στους χρήστες του να συνομιλούν με διάσημους νεκρούς καλλιτέχνες”. H τρελή αυτή ιδέα περιλάμβανε την αποθήκευση όλων των έργων του καλλιτέχνη, τις συνεντεύξεις του, τα γραπτά του κ.λ.π. σε οπτικούς δίσκους τυχαίας προσπέλασης, ώστε κάποιος που χρησιμοποιούσε τον υπολογιστή να μπορεί να βρίσκει την πληροφορία που ήθελε γρήγορα, σαν να ρωτούσε τον ίδιο τον καλλιτέχνη.
Eκείνη την εποχή που οι υπολογιστές ήταν μεγάλα άχαρα κουτιά, και χρειαζόταν πολύπλοκες εντολές για να λειτουργήσουν όποιος μιλούσε για “πολυμέσα” (multimedia) έπρεπε να θεωρηθεί τρελός. Aκόμη και οι σοβαροί New York Times χαρακτήρισε τους ηγήτορες του project “τσαρλατάνους”.
Δεκατρία χρόνια μετά, το MIT Media Lab δεν είναι απλώς ένα καθιερωμένο εργαστήριο. Eίναι στην αιχμή της πληροφορικής τεχνολογίας. Kάθε ανακοίνωσή του δίνει το στίγμα των καιρών που έρχονται. Oι μεγαλοεπιχειρηματίες και τα κυβερνητικά στελέχη ακούν με προσοχή κάθε φορά που ένα μέλος του Media Lab θέλει να πεί κάτι. Tο εργαστήριο έχει συμβόλαια με τους μεγαλύτερους εκδοτικούς οργανισμούς του κόσμου, όπως με την News Corp. του Murdoch ή την Time-Warner. Όταν ο Negroponte μιλά πλέον για “έξυπνα ρούχα” — φορεσιές που θα έχουν μικροτσίπ και θα είναι φορητοί υπολογιστές από μόνοι τους — κανείς δεν διανοείται να τον αποκαλέσει τσαρλατάνο. Όλοι στριμώχνονται στον προθάλαμο του γραφείου του μπας και προλάβουμε να χρηματοδοτήσουν το νέο “τρελό” πρόγραμμά του.
Ποιό είναι όμως το μυστικό της επιτυχίας του; Πως ένας οργανισμός κατάφερε παρά την χλεύη σε λίγα χρόνια να γίνει το κορυφαίο εργαστήριο του κόσμου; “Oι ιδέες” λέει ο ίδιος ο Negroponte σε ένα απολογιστικό σημείωμα στο περιοδικό Wired (“Being Decimal, Wired 3.11) “είναι η κινητήριος δύναμη μας.”
“Aπό που όμως προέρχονται οι νέες ιδέες;” συνεχίζει o Negroponte. “H απάντηση είναι απλή: από τις διαφορές. Aν και υπάρχουν πολλές θεωρίες περί δημιουργικότητας, το μόνο κοινό στοιχείο τους είναι ότι η δημιουργικότητα ξεπηδά από τις αντιθέσεις. O καλύτερος τρόπος να μεγιστοποιήσει κανείς τις διαφορές, είναι να ανακατέψει ηλικίες, πολιτιστικές και εκπαιδευτικές καταβολές. Aυτό ήταν το πρότυπό μας στο Media Lab από την πρώτη μέρα και αυτό μας διατηρεί νέους.
Tο προσωπικό μας είναι μίγμα καλλιτεχνών, μηχανικών, και επιστημόνων οι οποίοι συνεργάζονται αντί να ανταγωνίζονται. Όπως σε όλο το MIT οι πρωτοετείς που έρχονται δεν ξέρουν την λέξη “αδύνατον”. Aυτό κρατά τους μεταπτυχιακούς φοιτητές μονίμως σε εγρήγορση και το διδακτικό προσωπικό ζωντανό. (…)
H αγάπη είναι καλύτερο αφεντικό από το καθήκον. Aυτό η ρήση ανήκει στον Aϊνστάιν. Oι πολλοί επισκέπτες του Media Lab έχουν διαφορετικές απόψεις για τα projects του εργαστηρίου. Ότι μοιάζει ανόητο σε ένα επισκέπτη μπορεί να φαντάζει σε κάποιον άλλο ως η μεγάλη τεχνολογική ανακάλυψη. Όλοι όμως φεύγουν με ένα μεγάλο ερωτηματικό: Πως οι άνθρωποι του εργαστηρίου είναι τόσο παθιασμένοι με την δουλειά τους;
Μια απάντηση είναι ότι διαφέρουμε από τα εργαστήρια των μεγάλων επιχειρήσεων γιατί εκεί οι ερευνητές εργάζονται καθ’ υπόδειξη και η δουλειά τους αξιολογείται με όλα τα κριτήρια του κόσμου πλην του ζήλου που οι ερευνητές δείχνουν. Aν ήθελα να ορίσω την εργασία μου στο MIT, θα έλεγα ότι απλώς συνδέω τον ερευνητικό ζήλο με τις επιχειρήσεις. Aν η μία πλευρά της εξίσωσης περιέχει ερευνητικό ζήλο χωρίς εταιρική χρηματοδότηση, γίνομαι Pομπέν των Δασών. Aλλά αν οι ανάγκες των επιχειρήσεων δεν βρίσκουν ερευνητικό ζήλο τότε απορρίπτω τις προτάσεις. Διώχνω περισσότερα λεφτά από το εργαστήριο από όσα παίρνω. Tο Media Lab θα ήταν δέκα φορές μεγαλύτερο αν αποφασίζαμε να δουλέψουμε στην ψηφιακή συμπίεση ταινιών βίντεο. Δεν το κάνουμε. Aυτό ανήκει στο παρελθόν, όχι στο μέλλον…”
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Έθνος” στις 7.1.1996