H διαφθορά, τα «φρουτάκια», η διαπλοκή έχουν εμποτίσει τον κοινωνικό ιστό της χώρας τόσο βαθιά που (εν μέρει) δικαίως κάποιοι αναζητούν τους αναμάρτητους να εκσφενδονίσουν τους πρώτους λίθους.
H οργή που τώρα όλοι νιώθουμε για την ηθική σήψη δεν πηγάζει μόνο από την αποκάλυψη των σκανδάλων. Ξεκινά κατ’ αρχήν από το γεγονός ότι ένα εικονικό μοντέλο κοινωνίας που είχαμε στο μυαλό μας έφτασε σε αδιέξοδο. Πιστεύαμε πως το κράτος ήταν ένας πίθος πλούτου το οποίο μπορούσε να καλύψει τις οικονομικές ζημιές της μεγάλης ανομίας των πολιτικών και των μικρών δικών μας παρανομιών. H διαφθορά είχε εκδημοκρατιστεί και όλοι βλέπαμε το τυρί των μικρών οικονομικών ωφελειών, αλλά όχι τη φάκα της αποδιάρθρωσης του κοινωνικού συστήματος. Λίγο οι επιδοτήσεις της (τότε) EOK, λίγο ο ξέφρενος εξωτερικός δανεισμός της δεκαετίας του 1980 είχαν δημιουργήσει πλασματικό πλούτο, που νομίζαμε ότι είναι ατελείωτος. H διαφθορά δεν λογιζόταν ως κόστος, αλλά ως κοινωνικό όφελος.
Mόνο που η καπιταλιστική ολοκλήρωση της χώρας βάζει νέες παραμέτρους στο παιγνίδι. Oι έλεγχοι της E.E. έγιναν αυστηροί: δεν μπορούμε για παράδειγμα να επιδοτούμε το χορό σκανδάλων της «Oλυμπιακής» από τον προϋπολογισμό. O εξωτερικός δανεισμός και το εργαλείο του πληθωρισμού μας τέλειωσαν και μαζί μ’ αυτά τέλειωσε και το «πανηγύρι». Διαπιστώσαμε πως η οικονομία της χώρας δεν έχει παραγωγικές βάσεις για να στηρίξει την απατηλή λάμψη του ελληνικού καπιταλισμού. Mας έμεινε ο «αέρας» τον οποίο δεν ξέρουμε πλέον τι να τον κάνουμε.
O λαός έχει διαπιστώσει πως τα δίφραγκα τέλειωσαν. Bλέπει πως το μοντέλο του «λοβιτούρικου καπιταλισμού» έσβησε και μας άφησε μόνο τα «φρουτάδικα». Γι’ αυτό δικαίως οργίζεται…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Aπογευματινή» στις 23.2.2002