H τηλεόραση έχει γίνει ο κύκλωπας που τρώει βιβλία.
Tου Michael Medved*
Ένα πρόσφατο γκάλοπ αποκαλύπτει ότι ο Larry Flynt, εκδότης του Hustler τυγχάνει υψηλότερης προσωπικής αναγνώρισης (42%) απ’ ότι ο Henry Hyde (30%), πρόεδρος του της Eπιτροπής δικαιοσύνης του Kογκρέσου. Δεν μπορώ να σκεφτώ καλύτερο ή πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα της τρομακτικής δύναμης των τηλεοπτικών νέων.
Οι ρεπόρτερ και ανταποκριτές σπάνια έως καθόλου ταυτίζουν τον Larry Flynt με σκληρό πορνογράφο. Αντίθετα, ευγενικά αναφέρεται σαν “επίμαχος υποστηρικτής” της Πρώτης Τροποποίησης και της ελευθερίας του τύπου. Ακόμη κι όταν ο Λευκός Οίκος με αναίδεια χαρακτήρισε τον Larry Flynt σαν εκδότη ενός “νέου περιοδικού”, προκάλεσε γέλιο παρά αγανάκτηση.Είναι επειδή ο Tom Brokaw και ο Peter Jennings (μεγάλοι πολιτικοί συντάκτες των HΠA) θεωρούν τον Larry Flynt συνάδελφο; Ακόμη κι αν ο Larry Flynt κατείχε μια σειρά από τιμητικά βραβεία τύπου Πούλιτζερ, αμφιβάλλω αν θα ήθελαν επαγγελματικά να συνδεθούν με το όνομά του.
Δεν τον ονομάζουν με το αληθινό του όνομα (“Διευθυντή της Πορνογραφίας” όπως επονομάστηκε από τον Wes Pruden, στην εφημερίδα Washington Times) επειδή “η γραμμή μεταξύ των ειδήσεων και της ψυχαγωγίας έχει καταργηθεί στην τηλεοπτική κουλτούρα”. Ο Flynt δεν αποτελεί πλέον άρρωστη φιγούρα θεάματος- είναι ένας newsmaker. Και δεν είναι ο μοναδικός που έχει κερδίσει λόγω της ατυχής του κατάστασης. Το 1997 για παράδειγμα, ο Geraldo Rivera, χτύπησε μια συμφωνία 40 εκατομμυρίων δολαρίων με το NBC News. Θέλησε να περάσει την εικόνα ενος άνετου οικοδεσπότη των talk show.
Δεν είναι μόνο ότι τα νέα στρέφονται προς την ψυχαγωγία και τους ψυχαγωγούς. Η ψυχαγωγία είναι τα νέα. Η ετήσια τελετή απονομής των βραβείων Όσκαρ του Χόλλυγουντ λαμβάνει κάλυψη των μέσων όμοια με αυτή του προέδρου των ΗΠΑ.
Στην εποχή των μεγάλων συγχωνεύσεων, ένας αριθμός απο δίκτυα ανήκουν και λειτουργούν από τα στούντιο των φιλμ, αλλά δεν υπάρχει μεγάλη συνωμοσία των μέσων. Υπάρχουν άφθονες ανεξάρτητες πηγές των νέων που παρέχουν ανταγωνισμό. Ποιος είναι λοιπόν υπεύθυνος για τον θρίαμβο της “πληροφοψυχαγωγίας” (infotainment) σε σχέση με την πληροφόρηση; Eίμαστε εμείς, οι καταναλωτές των μέσων. Επιτρέπουμε στην τηλεόραση να είναι η κύρια πηγή πληροφόρησής μας, κι αυτό οδηγεί σε τρεις διαστροφές στη ζωή μας.
Μεμψιμοιρία: Τα νέα της τηλεόρασης ενθαρρύνουν την μεμψιμοιρία. Οι τηλεπαρουσιαστές μιλούν αρκετά για την σημασία της “επιχείρησης των νέων”, αλλά αυτό που πραγματικά εννοούν είναι η “κακή επιχείρηση των νέων”. Εκτός από μικρές δόσεις, τα καλά νέα απλά δεν κάνουν για την καλή τηλεόραση. Αυτό που τονίζεται είναι η βία, ο θάνατος, η καταστροφή- δεν ενδιαφέρει αν συζητούμε για αγώνες, ταραχές, τυφώνες -θα πρέπει να’ ναι δραματικά. Γι’ αυτό το λόγο οι νέοι παραγωγοί αγαπούν τους πολέμους και τις φυσικές καταστροφές.
Τα κακά νέα δεν είναι μόνο το αίμα της ζωής για τα μεγαλύτερα δίκτυα αλλά επίσης οι τοπικοί σταθμοί των νέων σ’ όλο το έθνος.Έρευνα της εφημερίδας «USA Today» δείχνει ότι το 75% των ειδήσεων που βγαίνουν στον αέρα αφορούν φυσικές καταστροφές ή βία.
Τα κακά νέα κυριολεκτικά διώχνουν τα καλά νέα. Για να καταλάβετε γιατί συμβαίνει αυτό, προσπαθήστε να μπείτε στη θέση του διευθυντή ενός τηλεοπτικού μέσου. Πως κάνεις το σόου σου συναρπαστικό; Δείχνεις ένα γράφημα στο κομπιούτερ αναφορικά με την μείωση του εθνικού ρυθμού εγκληματικότητας ή προτιμάς να καλύψεις ζωντανά ένα γυμνάσιο όπου ανταλλάσσονται πυροβολισμοί; Παίρνεις συνέντευξη απο έναν μικρού μεγέθους επιχείρηση επιχειρηματία ο οποίος έχει δημιουργήσει 100 νέες θέσεις εργασίας στην βιομηχανία των υδραυλικών εξαρτημάτων ή έναν περιβαλλοντικό ακτιβιστή ο οποίος ισχυρίζεται ότι έχει αποδείξεις για μια νέα θανάσιμη τοξική απειλή; Kαλύπτεις την ιστορία ενός θυρωρού στο Ντιτρόιτ που επίσης τα βράδια δουλεύει και σαν ταξιτζής για να μπορεί να στέλνει τα πέντε του παιδιά σε Χριστιανικό σχολείο; Λες στον κάμεραμαν να τον τραβήξει την ώρα που γυρνά αργά το βράδυ στο σπίτι του, φιλάει τα παιδιά του και ζητά από τον Θεό να προσεύχεται γι’ αυτά; Σίγουρα, αυτή είναι μια αμερικάνικη ιστορία. Συμβαίνει κάθε βράδυ στο Ντιτρόιτ, το Κλίβελαντ, τη Νέα Υόρκη, το Λος Άντζελες. Είναι όμως νέα; Ποτέ!
Τι γίνεται όμως αν ο ίδιος άνθρωπος φτάνει ένα βράδυ στο σπίτι, βγάζει ένα πιστόλι και δολοφονεί εν ψυχρώ τα παιδιά του; Σίγουρα σ’ αυτή την περίπτωση δεν θα σκεφτείς αν θα καλύψεις την ιστορία. Η απόφαση σου είναι αυτόματη: «αν ματώνει προηγείται»
Περιορισμένης διάρκειας προσοχή: Τα τηλεοπτικά νέα ενθαρρύνουν μια περιορισμένης διάρκειας προσοχή και έλλειψη προοπτικής. Ξεχάστε τα πυρηνικά όπλα και τον μικροβιολογικό πόλεμο. Η πιο καταστροφική ανακάλυψη του 20ου αιώνα είναι ο το τηλεκοντρόλ. Τα τηλεοπτικά περιοδικά σημειώνουν ότι ο μέσος έφηβος άντρας αλλάζει κανάλια κάθε 19 λεπτά. Αν αυτό κρατήσει “το σέρφινγκ των καναλιών” σύντομα θα γίνει ολυμπιακό σπορ.
Φανταστείτε ξανά ότι είστε διευθυντής ενός μέσου. Γνωρίζετε ότι τα περισσότερα παιδιά δεν αντέχουν να παρακολουθήσουν ένα πρόγραμμα μισής ώρας. Πως απαντάτε; Με το ν’ αλλάζετε την φύση της τηλεόρασης σε μια απελπισμένη προσφορά προκειμένου να προσελκυσθούν οι τηλεθεατές. Το 1950 μια τυπική λήψη ενός πλάνου διαρκούσε 35-50 λεπτά. Το 1990 διαρκεί 5 λεπτά. Οι διαφημίσεις διαρκούν το πολύ μέχρι 1 λεπτό. Ξεχάστε τα θέματα των συνεντεύξεων όπου κάποιος εξηγεί την γνώμη του για την οικονομία ή την αμυντική πολιτική σε 25 λέξεις ή λιγότερο – πρέπει να βρείτε κάποιον που θα το κάνει αυτό με 3 μόνο λέξεις.
Η διέγερση είναι το νέο για τους τηλεθεατές. Θέλουμε να ευχαριστιόμαστε στο μέγιστο βαθμό από αυτό που παρακολουθούμε. Δεν ενδιαφέρει αν τα θέματα παρουσιάζονται αντικειμενικά ή σκεπτικιστικά. Αρκεί να μην πλήττουμε.
Ποιος ανάμεσά μας θα παρακολουθούσε μια συζήτηση μεταξύ Lincoln-Douglas, σήμερα; Οφείλουμε να θυμηθούμε πως ήταν η ζωή πριν την τηλεόραση.
Το 1858, είκοσι χιλιάδες πολίτες του Freeport, Illinois, άκουγαν για περίπου τέσσερις ώρες τους δυο υποψήφιους προέδρους, Αβραάμ Λίνκολν και Stephen Douglas να μιλούν χωρίς μικρόφωνα ή διακοπές για διαφημίσεις. Προσέλκυσαν εάν τεράστιο πλήθος σε κάθε πόλη που πήγαιναν, από αγρότες, εργάτες, καταστηματάρχες, νοικοκυρές ακόμη και παιδιά. Σήμερα, θα έπρεπε να πιεστούν πολύ από άποψη χρόνου προκειμένου να μιλήσουν μια ώρα στον αέρα στο PBS.
Επιφανειακότητα και Υποκειμενικότητα: Τα τηλεοπτικά νέα ενθαρρύνουν επιφανειακές και συγκινησιακές απαντήσεις. Παρακολουθήσατε αποσπάσματα από την συνέντευξη της Monica Lewinsky από την Betty Currie; Τι τονίστηκε περισσότερο; Φυσικά τα μαλλιά της, το νέο στιλ της, το βάρος της, ο τόνος της φωνής της. Η σχέση που έχουμε με την τηλεόραση καθοδηγείται από μια εμμονή για την εμφάνιση. Ακόμη και η “αλήθεια” είναι υποδεέστερη αυτής. Το μέσο μας ψιθυρίζει: Ποιόν θα πιστέψεις;- ένα “σκουπίδι” όπως η Paula Jones με μακριά μαλλιά, έντονο μακιγιάζ και στενά ρούχα – ή έναν γοητευτικό πολιτικό σαν τον Bill Clinton ο οποίος ντύνεται πάντα άψογα, κρατά το χέρι της γυναίκας του στην εκκλησία και προσποιείται τον ειλικρινή όταν λέει “δεν είχα ποτέ σεξουαλικές σχέσεις με αυτή την γυναίκα”.
Όλα γύρω από την τηλεόραση είναι επιφανειακές εντυπώσεις κι αυτό σημαίνει ότι οι προθέσεις, τα συναισθήματα και οι επιθυμίες υπερισχύουν της λογικής, της ουσίας και της πραγματικότητας. Ακόμα χειρότερα, τα τηλεοπτικά νέα μεταδίδουν στους θεατές αυτό που εγώ ονομάζω “ασθένεια του να κάνουμε κάτι”. Παρουσιάζει τις ιστορίες σαν άκρως κρίσιμες γύρω από κάθε τραγωδία, καρκίνο, αναλφαβητισμός, μόλυνση και ενθαρρύνει τους θεατές να αισθανθούν ότι θα πρέπει κάτι να κάνουν γι’ αυτό. Δεν ενδιαφέρει αν δεν μπορούν να λύσουν τέτοια προβλήματα. Αυτό που ενδιαφέρει είναι να αισθανθούν πιο καλά.
Μεμψιμοιρία, έλλειψη στόχου, επιφανειακότητα, υποκειμενικότητα- πως τα αντιμετωπίζουμε; Προσπαθούμε να βελτιώσουμε την ποιότητα των νέων της τηλεόρασης, να κάνουμε το μέσο να δουλεύει για μας κι όχι εναντίον μας; Σίγουρα αυτή είναι μια σημαντική και άξιας λόγου προσπάθεια. Δεν είναι η τελική λύση μιας και το θεμελιώδες πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη ποιοτικών προγραμμάτων.
Καθόμαστε μπροστά στην οθόνη 24 ώρες τη βδομάδα. Ξοδεύουμε περισσότερο χρόνο στην τηλεόραση απ’ ότι στην καριέρα μας απ’ το να διαβάσουμε ή να διαβάσουμε με τα παιδιά μας.
O Larry Woiwode, συγγραφέας μπεστ σέλερ βιβλίων έχει δίκιο: Η τηλεόραση είναι ο “Κύκλωπας που τρώει βιβλία”. Όταν εμφανίζεται στα νέα, αυτό το μονόφθαλμο τέρας έχει μια αχόρταγη όρεξη για τις εφημερίδες και τα περιοδικά. Αλλά ο Κύκλωπας δεν είναι παντοδύναμος. Μπορούμε να τον αντιμετωπίσουμε. Αντίθετα με τους Έλληνες, δεν χρειαζόμαστε έξυπνα τρυκ ή απάτη. Εφοδιασμένοι μόνο με τα remote control μας, μπορούμε να κλείσουμε το γιγάντιο μάτι του.
Σχεδόν όλοι οι Αμερικάνοι λένε ότι θέλουν να περιορίσουν την τηλεθέαση. Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να ξεκινήσουν; Με το να περιορίσουν την ώρα που σπαταλούν μπροστά στην τηλεόραση. Τα περισσότερα θέματα στο γυαλί δεν αντανακλούν την πραγματικότητα, είναι δυνατά δηλητήρια.
Η ώρα που σπαταλάτε κάθε βράδυ για να παρακολουθείτε τηλεόραση τοπικά και άλλα νέα θα μπορούσε να αντικατασταθεί με το να διαβάζετε όχι μια αλλά δυο εφημερίδες. Σίγουρα η έντυπη δημοσιογραφία έχει τις δικές της προκαταλήψεις αλλά λόγω του τρόπου με τον οποίο διαβάζουμε και κατανοούμε κάποια πράγματα, είμαστε πιο ικανοί να το αντισταθμίσουμε.
Επενδύοντας το χρόνο σας μ’ αυτό τον τρόπο δεν θα αλλάξει στιγμιαία τον κόσμο αλλά θα αλλάξει τον δικό σας κόσμο καθώς και τον τρόπο που απαντάτε στην πραγματικότητα. Και όπως κάθε σοφά σχεδιασμένη και αιτιολογημένη επένδυση μπορεί μακροπρόθεσμα να φέρει κέρδος.
O MICHAEL MEDVED
…ήταν Οικοδεσπότης για αρκετό διάστημα στην σειρά του PBS “Sneak Previews” και κριτικός ταινιών για τη New York Post, o Michael Medved, παρουσιάζει ένα τρίωρο talk show στο ράδιο το οποίο εκπέμπει σε περισσότερες από 100 πόλεις στις ΗΠΑ. Απόφοιτος του Yale και του Hillsdale College, είναι συγγραφέας οκτώ βιβλίων μεταξύ των οποίων τα best sellers “What really happened to the class of ’65”, “The shadow presidents, hospital and Hollywood vs. America”. Το τελευταίο του βιβλίο, “Saving childhood: Protecting our childern from the National Assault on Innocence,” γράφτηκε από κοινού με τη σύζυγό του Diane Medved, η οποία είναι κλινική ψυχολόγος και συγγραφέας best seller.
Tο άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Imprimis του Hillsdale College. Aναδημοσιεύεται μετά την ευγενική άδεια των εκδοτών. Δημοσιεύτηκε στο ένθετο «New Millennium» της εφημερίδας «Tύπος της Kυριακής» στις 28.11.1999