Στην εποχή της δραχμής υπήρχε ένας φούρνος στην πλατεία Κάνιγγος. Δεν πουλούσε ψωμί, απλώς το έφτιαχνε. Βρισκόταν στα υπόγεια του υπουργείου Εμπορίου, όπου φουρναραίοι-δημόσιοι υπάλληλοι παρασκεύαζαν αρτοσκευάσματα για να βρουν τη… «δίκαιη τιμή» τους. Το ψωμί, όπως και σχεδόν όλα τα προϊόντα, ήταν στη διατίμηση. Με σημερινούς όρους είχε μπει «πλαφόν στις τιμές λιανικής πώλησης», όπως μετ’ επιτάσεως ζητούν διάφοροι αριστεροί και ακροδεξιοί.
Δεν ξέρουμε πού κατέληγε το «δίκαιο ψωμί» του υπουργείου· μάλλον το έπαιρναν οι υπάλληλοι σπίτι τους. Αυτό που θυμόμαστε είναι ότι ο πληθωρισμός έτρεχε με 20%-25% και οι εφημερίδες είχαν μόνιμο τίτλο «θα πούμε το ψωμί-ψωμάκι». Το θέμα της ακρίβειας απασχολούσε τα ελληνικά νοικοκυριά και κατά την εποχή των «αυστηρών ελέγχων». Και μαζί με τον πληθωρισμό συζητούσαμε για σκάνδαλα «εναρμονισμένων πρακτικών». Οχι μεταξύ εταιρειών, αλλά υπουργών και βιομηχάνων, για το ύψος της «δίκαιης τιμής» π.χ. των αλεύρων.
Οταν λέμε ότι «το θέμα της ακρίβειας απασχολούσε τα ελληνικά νοικοκυριά», εννοούμε ως θέμα συζήτησης και όχι κάποιας αντίδρασης. Καταναλωτικό κίνημα δεν αναπτύχθηκε ποτέ στην Ελλάδα και η πολύ λογική πρακτική να ψάχνουμε τις χαμηλότερες τιμές στην αγορά είναι καινούργιο φρούτο. Ας θυμηθούμε την επίχρυση δεκαετία του 2000, όταν όλοι γκρίνιαζαν για την τιμή του απλού (δηλαδή όχι του βρεφικού) γάλακτος. Ηταν η υψηλότερη στην Ευρώπη. Τότε μπήκε μια καινούργια εταιρεία στην αγορά πουλώντας το 30% ακριβότερο απ’ όλους και αμέσως κέρδισε ένα σημαντικό μερίδιο αγοράς. Εκείνη την εποχή, το να ψάχνει κανείς την καλύτερη τιμή και να αγοράζει το φθηνότερο προϊόν ήταν σχεδόν ντροπή.
Αυτή η ανορθολογική (για την οικονομική επιστήμη) νοοτροπία είχε μια λογική εξήγηση. Το κράτος διά επιδομάτων (pass τα λέμε σήμερα) και αυξήσεων στους μισθούς διόρθωνε τις στρεβλώσεις της αγοράς. Μόλις τσιμπούσαν οι τιμές, δηλαδή συνεχώς, όλοι έβγαιναν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν, δηλαδή διαρκώς. Οχι για τις τιμές, αλλά για τους μισθούς. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι συνδικαλιστές των συνταξιούχων έμπαιναν επικεφαλής στις πορείες κρατώντας ένα κουλούρι. Δεν φώναζαν για την υψηλή τιμή του, αλλά για το γεγονός ότι οι αυξήσεις δεν επαρκούσαν για την αγορά του.
Οι έλεγχοι στην αγορά είναι αναγκαίοι, ειδικώς στην ελληνική που έχει ολιγοπώλια σε μια σειρά προϊόντων ευρείας κατανάλωσης. Οχι όμως για να γυρίσουμε στην εποχή της διατίμησης. Στο κάτω κάτω η πολιτεία αδυνατεί να ελέγξει τα απλά, δηλαδή τις εναρμονισμένες πρακτικές. Θα τα καταφέρει στα σύνθετα, όπως είναι η διαμόρφωση των τιμών;