Για επικοινωνιακούς λόγους, η χώρα οδηγείται από ήττα σε ήττα και από μπάχαλο σε μπάχαλο.
Είναι εκπληκτικό πόσο γρήγορα κινήθηκε ο πρωθυπουργός για να εκφράσει την –α λα Κώστα Καραμανλή– δυσφορία του για το ψέκασμα των συνταξιούχων στην Ηρώδου του Αττικού. Του πήρε επτά μήνες για να καταλάβει ότι ένας υπουργός του, που περιφερόταν στην Ευρώπη με τα πουκάμισα έξω, χαντάκωνε τη χώρα και μερικά λεπτά για να καταλάβει ότι ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη τσαλάκωσε την εικόνα της κυβέρνησης. Λογικό είναι. Οταν μια κυβέρνηση λειτουργεί με μόνο στόχο την επικοινωνία, αδιαφορεί για τα 80 δισ. ευρώ που κόστισε η «περήφανη διαπραγμάτευση». Δεν δημιουργούν σε αυτή τη χώρα άμεσο επικοινωνιακό αποτέλεσμα. Η εικόνα όμως των δακρυσμένων συνταξιούχων είναι σοκ για την Πρώτη Φορά Αριστερά, ασχέτως αν οι συνταξιούχοι διαμαρτύρονται επειδή πληρώνουν τώρα το (και) μάρμαρο εκείνης της διαπραγμάτευσης.
Από κει και πέρα, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ άρχισε να ψεκάζει με ισχυρές δόσεις παραλογισμού ολόκληρη την ελληνική κοινωνία. Ο πρωθυπουργός μετέφερε την ενόχλησή του στον υπουργό, ο υπουργός διέταξε έρευνα για τις δυνάμεις ασφαλείας –που είναι παρατεταγμένες στο σημείο για να εκτελούν την εντολή του πρωθυπουργού για αποκλεισμό του Μεγάρου Μαξίμου– και στο τέλος αποφασίστηκε (για τα μάτια του κόσμου) η απαγόρευση χρήσης χημικών σε συγκεντρώσεις εργαζομένων και συνταξιούχων. Ορθώς διάφοροι ρώτησαν αν θα επιτρέπεται σε πορείες φοιτητών ή πωλητών οπωροκηπευτικών. Αλλά υπάρχει κι ένα επιπλέον ερώτημα: οι μπάχαλοι, οι οποίοι συνήθως παρεισφρέουν στις συγκεντρώσεις της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών, πώς θα αντιμετωπιστούν; Με τον γνωστό και παράνομο πετροπόλεμο μεταξύ αστυνομικών και διαδηλωτών;
Ο πιο χουβαρντάς σε ζητήματα αριστεροσύνης κ. Γιώργος Κατρούγκαλος δήλωσε ότι «είδα ότι υπήρχε μια προσπάθεια να ανατραπεί το αστυνομικό όχημα που εμπόδιζε την πρόσβαση στο Μαξίμου. Ωστόσο, θεωρώ ότι ακόμη και σε αυτές τις περιπτώσεις, όταν υπάρχει παρόμοια συμπεριφορά, και πάλι δεν δικαιολογείται η χρήση χημικών» (RealFM 3.10.2016). Φυσικά, ως καλός «αριστερός» είναι χουβαρντάς εξόδοις των άλλων. Είναι ο καθηγητής που δοξάστηκε για ανοησίες τού στυλ «όταν έχουμε άδικο καθεστώς, η αντίσταση πρέπει να παίρνει βίαιη μορφή» (20.11.2013) και ως υπουργός δήλωνε για τις αντισυγκεντρώσεις ότι «εμείς θα συνεχίσουμε χωρίς να φοβόμαστε τραμπουκισμούς αυτών των μικρών ομάδων» (12.6.2016). Τώρα που το πρόβλημα ήταν του κ. Τόσκα πλειοδότησε σε αριστεροφροσύνη: «Εντάξει! Και τι έγινε που θα ανατρεπόταν ένα αστυνομικό όχημα;». Τόσο χουβαρντάς…
Από τον πρωθυπουργό μέχρι και τον κ. Κατρούγκαλο ουδείς νοιάζεται για τη λύση των προβλημάτων. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να μη χαλάσει η «καλή» τους αριστερή εικόνα. Ποιος θυμάται το γεγονός ότι απαγορεύτηκε η προσέγγιση δημοσιογράφων κατά την επιχείρηση εκκένωσης του καταυλισμού των προσφύγων της Ειδομένης; Τότε η κυβέρνηση είχε δώσει εντολές στις αστυνομικές δυνάμεις –που σήμερα ελεεινολογεί– να προχωρήσουν στο ακραία αντιδημοκρατικό μέτρο της προσαγωγής σε αστυνομικά τμήματα φωτορεπόρτερ για τάχα μου εξακρίβωση στοιχείων. Κάποιοι κρατήθηκαν ώρες. Δεν είδαμε τότε τα «δημοκρατικά ανακλαστικά» του πρωθυπουργού για την καραμπινάτη αυτή παρανομία· δεν ακούσαμε κανένα μέτρο απαγόρευσης των παράνομων προσαγωγών, όπως μάθαμε τώρα για την απαγόρευση των χημικών. Αντιθέτως, ο κ. Τσίπρας ενοχλήθηκε αμέσως για την αμφιλεγόμενη, αλλά παρ’ όλα αυτά νόμιμη, χρήση χημικών σε μια ευαίσθητη (πρωτίστως για το image της κυβέρνησης) ομάδα πληθυσμού.
Ετσι, για επικοινωνιακούς λόγους, η χώρα οδηγείται από ήττα σε ήττα και από μπάχαλο σε μπάχαλο. Δηλαδή, αν από τη μεγαλοσύνη του ο κ. Τσίπρας δεν θέλει να πέφτουν χημικά στους συνταξιούχους, οι οποίοι θέλουν να ακυρώσουν τη δική του εντολή και να φτάσουν στο Μαξίμου, γιατί δεν απελευθερώνει τον δρόμο –έστω μόνο για τους συνταξιούχους– έτσι ώστε να μη γίνονται απόπειρες ανατροπής των αστυνομικών οχημάτων και να μην τους απωθούν με βία; Δηλαδή, μέχρι πότε θα κρύβονται πίσω από το δάχτυλό τους και τις «δυσφορίες» τους; Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα μέτρα στην Ηρώδου Αττικού εντάθηκαν στις μέρες της Πρώτης Φοράς. Εκεί που ο δρόμος έκλεινε μόνο τη νύχτα, τώρα είναι αποκλεισμένος είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο.
Εδώ πρέπει να δούμε και μιαν άλλη πτυχή του ζητήματος. Είναι λογικό να λαμβάνονται επιπλέον μέτρα ασφαλείας σε ένα δρόμο όπου εδρεύει η πολιτική και πολιτειακή ηγεσία του τόπου. Αυτό γίνεται σε όλο τον κόσμο, αλλά με πιο έξυπνους τρόπους, από την παράταξη αστυνομικών λεωφορείων σε σχηματισμό Tetris. Αλλά αυτό (παρά το γεγονός ότι μπορεί να είναι επιθυμία του πρωθυπουργού) είναι μια διοικητική πράξη της αστυνομίας, η οποία μπορεί να προσβληθεί στα δικαστήρια. Υπάρχουν κάποιοι –μεταξύ αυτών και σύλλογοι συνταξιούχων– που θεωρούν ότι έτσι καταπατείται το βασικό δικαίωμα της διαμαρτυρίας. Βεβαίως το δικαίωμα του συναθροίζεσθαι είναι χωρικώς περιορισμένο σε όλο τον κόσμο και με την αστυνομία να επιβάλλει τα όρια, αλλά πρέπει να τεκμηριώνεται. Γι’ αυτό υπάρχει η Δικαιοσύνη, ώστε να κρίνει εάν κάποιοι περιορισμοί είναι καταχρηστικοί.
Επομένως, το ερώτημα είναι: όλοι αυτοί που θεωρούν δικαίωμά τους να διαδηλώνουν έξω από το Μέγαρο Μαξίμου προσέφυγαν κατά της αντικειμενικά αυθαίρετης απόφασης; Μάλλον όχι, διότι ένα από τα αντιδημοκρατικά χούγια της Αριστεράς είναι «η κατάργηση των νόμων στους δρόμους». Ετσι ακολουθείται η γνωστή τακτική της λελογισμένης σύγκρουσης για τις κάμερες των καναλιών. Οι διαδηλωτές επιχειρούν να σπάσουν τον κλοιό των αστυνομικών δυνάμεων, όχι για να διαμαρτυρηθούν στον τόπο της αρεσκείας των, αλλά για να αντιδράσουν τα όργανα της τάξης. Τότε δημιουργείται επικοινωνιακό αποτέλεσμα εις βάρος της κυβέρνησης. ΤΑ ΜΑΤ κατηγορούνται για «αδικαιολόγητη βία» (που εικονογραφείται από υπερβάσεις καθήκοντος, οι οποίες είναι συχνές σε αυτό το σώμα), η κυβέρνηση χαρακτηρίζεται «ανάλγητη» κι αν έχει «ευαίσθητο» (έστω μερικώς) πρωθυπουργό μπορεί να αποπέμψει τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη ή ακόμη και να απαγορεύσει τη χρήση χημικών στις διαδηλώσεις.
Στον ΣΥΡΙΖΑ τα ξέρουν αυτά τα κόλπα, αφού τα χρησιμοποίησαν κατά κόρον τις μέρες της ένδοξης πορείας τους προς τους κυβερνητικούς θώκους. Τώρα τα λούζονται, αλλά οι σπασμωδικές για τα μάτια της κοινής γνώμης αντιδράσεις τους δημιουργούν περισσότερα προβλήματα. Εδώ είμαστε και θα τα δούμε…
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 16.10.2016