Αυτονόητο σε μια δυτική χώρα είναι να υπάρχουν αληθή στατιστικά στοιχεία ώστε να περιγράφεται με ακρίβεια το πρόβλημα και το μέγεθος της κρίσης.
Ενα ερώτημα υπάρχει: Γιατί ο πρωθυπουργός δεν ζητά συναίνεση από τον δήμαρχο Αθηναίων, ο οποίος αποφάσισε να παραιτηθεί από την προεδρία της ΚΕΔΚΕ, εξαιτίας της μείωσης του τέλους παρεπιδημούντων, που αποφάσισε η κυβέρνηση; Γιατί δεν ζητά συναίνεση από το σύνολο σχεδόν των δημάρχων της χώρας, οι οποίοι προειδοποιούν με κινητοποιήσεις εάν περάσει το σχετικό νομοσχέδιο; Μόνο η (πιθανολογούμενη) αρνητική ψήφος της αντιπολίτευσης τον ενοχλεί και ζητά συναίνεση από τους πολιτικούς αρχηγούς;
Μικρή παρένθεση. Το «τέλος διαμονής παρεπιδημούντων» είναι ένας ειδικός φόρος στις τουριστικές επιχειρήσεις υπέρ της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Μέχρι σήμερα ήταν στο 2% επί της τιμής της κλίνης και η κυβέρνηση αποφάσισε να τον περιορίσει στο 0,5% για να μειωθεί η τιμή του τουριστικού προϊόντος.
Επόμενο είναι να υπάρξει σύγκρουση μεταξύ κυβέρνησης και δημάρχων: η πρώτη σκέφτεται τη βιομηχανία του τουρισμού και οι δεύτεροι τα πενιχρά τους έσοδα. Θα νομοθετήσουν οι μεν και θα αντιδράσουν οι δε. Η αναγκαία συναίνεση είναι να γίνουν όλα εντός των πλαισίων του νόμου: οι δήμαρχοι δεν πρέπει, για παράδειγμα, να κλείσουν την εθνική οδό και η κυβέρνηση να μην περάσει τον νόμο αντισυνταγματικά. Ολα τα άλλα, συμπεριλαμβανομένης της παραίτησης του κ. Κακλαμάνη από το προεδρείο της ΚΕΔΚΕ, είναι θεμιτά και σε μια δημοκρατία αναγκαία.
Υπήρχε όμως ένας έξυπνος τρόπος να αποφευχθεί η σύγκρουση γι’ αυτό το μέτρο. Σήμερα το κράτος ορίζει το «τέλος παρεπιδημούντων» κεντρικά, δηλαδή ατελέσφορα και άδικα. Η φορολογία του 2% είναι εξίσου κακή και με το πλαφόν του 0,5% κι αυτό επειδή είναι ενιαία. Ισχύει για τις Κυκλάδες, αλλά και για την τουριστικά υπανάπτυκτη Ανω Ραχούλα. Οι πρώτες μπορεί να έχουν κορεστεί από τουριστικές επενδύσεις και να χρειάζονται ισχυρά αντικίνητρα για νέα ξενοδοχεία. Οι φόροι είναι αντικίνητρο και ίσως εκεί θα έπρεπε το τέλος να φτάνει στο 10%. Αντιθέτως η ιδεατή Ανω Ραχούλα πιθανότατα θα θέλει να προσελκύσει τουρίστες και ένας τρόπος είναι να μηδενίσει το τέλος. Οι ίδιες οι τοπικές κοινωνίες θα κρίνουν πόσο τουρισμό αντέχουν και συνεπώς οι ίδιες πρέπει να θέσουν το ύψος της φορολογίας. Η κεντρική θεσμοθέτηση του ποσοστού αφήνει τους πάντες δυσαρεστημένους: και τους ξενοδόχους και τους δημάρχους.
Βγαίνοντας μετά τις συναντήσεις με τους πολιτικούς αρχηγούς ο κ. Καραμανλής ζήτησε να συμφωνήσουν όλοι στα αυτονόητα. Ουδείς διαφωνεί σ’ αυτό. Αυτονόητο, για παράδειγμα, σε μια δυτική χώρα είναι να υπάρχουν αληθή στατιστικά στοιχεία ώστε να περιγράφεται με ακρίβεια το πρόβλημα και το μέγεθος της κρίσης. Αυτονόητο επίσης είναι να έχουμε αξιόπιστους προϋπολογισμούς, και όχι ευχετήρια σε λογιστική καταγραφή. Αυτονόητο επίσης είναι να έχει η κυβέρνηση ένα συγκροτημένο σχέδιο για την κρίση. Αυτονόητο επίσης είναι ότι ένα οικονομικό σχέδιο -ακόμη κι αν υπάρχει- δεν θεωρείται ευαγγέλιο· δεν θα συμφωνούν όλοι αναγκαστικά μ’ αυτό. Αυτά στην Ελλάδα του 2009 μόνο αυτονόητα δεν είναι. Και παρά το δίκιο που έχει στην επισήμανση του ο πρωθυπουργός, πρέπει να φροντίσει να τα κάνει.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 8.3.2009